Του Αντώνη Παπαδόπουλου, φυσικού
«Ας φαντασθούμε δυο φίλους να παίζουν διελκυστίνδα σε ψυχρό καιρό και να ανταγωνίζονται για μια πηγή θερμότητας (μια θερμάστρα) στερεωμένη στο μέσο ενός σχοινιού. Ο καθένας θα προσπαθεί να τραβήξει το σχοινί προς το μέρος του, ώστε να φέρει κοντά του τη θερμάστρα και να ζεσταθεί. Στην πιο συνηθισμένη περίπτωση όπου οι δυο ανταγωνιστές έχουν διαφορετική δύναμη, ο πιο δυνατός από τους δυο θα τραβήξει το σχοινί και τη θερμάστρα κοντύτερά του, αλλά θα την κρατήσει σε μια ελάχιστη απόσταση γιατί αν την φέρει κοντύτερα θα καεί. Στην σπάνια περίπτωση ισοδύναμων αντιπάλων, η θερμάστρα θα μείνει ακριβώς στη μέση. Και στις δυο περιπτώσεις, οι δυο φίλοι θα συγκρατούνται μεταξύ τους (θα είναι ενωμένοι) με το να διεκδικούν (να έλκουν) και οι δυο το ίδιο πράγμα, τη θερμάστρα. Βλέπουμε λοιπόν την αναλογία φίλοι↔άτομα, και την αναλογία θερμάστρα↔ηλεκτρονιακό φορτίο, και τελικά την αναλογία ενωμένοι φίλοι↔χημικός δεσμός.» [1]
Η χρήση αναλογιών και παραδειγμάτων στην διδασκαλία των φυσικών επιστημών, είναι ένα εργαλείο πολλά χρόνια τώρα, το οποίο δεν έχει αξιοποιηθεί κατάλληλα για πολλούς και διάφορους λόγους, που δε θα αναλυθούν εδώ.
Όπως γνωρίζουμε τα «άτομα» δεν έχουν φύλλο, αισθήματα, και ανθρώπινη υπόσταση. Δρουν και «σκέφτονται» με βάση τους νόμους της φύσης, και έχουν αντικειμενικό σκοπό. Όμως κατά κάποιο τρόπο σκέφτονται αλληλέγγυα! Έχουν κοινούς στόχους (θερμάστρα↔ηλεκτρονιακό φορτίο) και κοινή δράση (έλκουν)!
Από την μελέτη της πορείας της ανθρώπινης ιστορίας, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η αυτή η φυσική επιλογή των «ατόμων» της Χημείας για αλληλεγγύη δεν είναι δικό τους μόνο προνόμιο, αλλά κυρίως της ανθρώπινης κοινωνίας και οντότητας.
Τα ζωντανά όντα βρίσκουν στη φύση δύο τρόπους για να εξασφαλίσουν την ύπαρξη τους. Ο ένας βρίσκεται στην πάλη του ατόμου με τα φυσικά στοιχεία και με άλλα άτομα του ίδιου ή διαφορετικού είδους. Ο άλλος βρίσκεται στην αμοιβαία υποστήριξη ή συνεργασία.[2]
Θα μου πείτε όλα τα παραπάνω είναι ιστορικά τεκμηριωμένα ως και αυτονόητα, αλλά γα κάποιο λόγο αυτή η φυσική διαδικασία της αλληλεγγύης και της συνένωσης παραμένουν ακόμα κενό γράμμα. Είναι αλήθεια αυτό, και οι λόγοι πολλοί και χιλιοειπωμένοι. Ένας από αυτούς για παράδειγμα, είναι η αρχή ο καθένας για τον εαυτό του μέσα από την λογική κοινωνικού αυτοματισμού ας πούμε, που επιβάλλει έξυπνα κάθε συνεπής κρατικός μηχανισμός. Ένας άλλος, τα μικροσυμφέροντα ομάδων (κομμάτων ή πολιτών), που από το μόνο αίσθημα που διακατέχονται, είναι αυτό της αλληλεγγύης των συμφερόντων τους.
Πρόσφατα στην απεργία των εργαζομένων του ΜΕΤΡΟ, είδαμε βασικές αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης να πραγματώνονται σε όλα τα στάδια του αγώνα τους έκτος από το τελευταίο και πιο κρίσιμο. Αυτό της επιστράτευσης.
Τότε δηλαδή που με την ενότητα και την αποφασιστικότητα όλων όσων θεωρούταν αλληλέγγυοι του αγώνα τους, έπρεπε να προταχθεί μόνο ένα αίτημα:
ΚΑΝΕΙΣ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΟΣ, ΟΛΟΙ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ!
Ναι εκατοντάδες εργαζόμενοι στις φυλακές (γινόταν άραγε;). Τότε ήταν που έπρεπε να στηριχτεί το πρόταγμα αυτό από το αριστερό κατά πως φαίνεται κατεστημένο και όχι μόνο! Αντί αυτού επιλέχθηκε ο αποπροσανατολισμός του αγώνα και των διεκδικήσεων, μέσω τεχνασμάτων, όπως οι ερωτήσεις στη βουλή για την δήθεν συνταγματικότητα της επιστράτευσης. Τέτοιες κινήσεις έθεσαν τέρμα την όποια διεκδίκηση δίνοντας πάσα στο πρόσφορο πεδίο των κυβερνώντων.
Θα χρειαστεί πολύς δρόμος μέχρι ο τρόπος και «σκέψης» και εργασίας των «ατόμων» της Χημείας, γίνει παράδειγμα στα «άτομα» της κοινωνίας!
[1]: Γ. Τσαπαρλής, «Θέματα διδακτικής Φυσικής και Χημείας», Εκδ. Γρηγόρης 1991
[2]: Ε. Μαλατέστα, «Χωρίς εξουσία», Εκδ. Ελεύθερος τύπος, 1997