Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ο Πετράν ανέβαινε δυο- δυο τα σκαλοπάτια της σκάλας για τον πάνω όροφο. Οι μυρωδιές του καπνού , του μυρωδάτου ελληνικού καφέ και τα χρατς- χρατς των φύλλων της εφημερίδας καθώς την γυρίζεις στον αέρα, του έδωσαν τα οσφρητικά και ηχητικά μηνύματα ότι ο παππούς του είχε βγει στο μπαλκόνι.
Όταν έφτασε στο τελευταίο πλατύσκαλο ο παππούς ακουμπούσε τους αγκώνες του στις άκρες της πολυθρόνας, τα χέρια σε οξεία γωνία και με τα δάκτυλα του κρατούσε την εφημερίδα, στην ανάγνωση της οποίας είχε αφοσιωθεί η προσοχή του.
-Παππού καλημέρα, ( παρά λίγο να πέσει πίσω στην σκάλα καθώς ξαφνιάστηκε όταν ο παππούς κατέβασε την εφημερίδα. Ήταν κουρεμένος «γουλί», στην χθεσινή καληνύχτα τον θυμόταν με άτακτα γκρίζα μαλλιά). Παππού τι έπαθες;
-Γερμανικό κούρεμα!!!
-Γεροντική ξεροκεφαλιά έπαθε , να ετοιμάσω καφέ; ( είπε η γιαγιά που προσπαθούσε να συγκρατήσει τα γέλια και τον θυμό καθώς έβλεπε το κρανίο του παππού να γυαλίζει στις πρώτες ακτίνες του ήλιου). Αλλά φταις και εσύ με τα ηλεκτρονικά που του έμαθες . ( Ο Πετράν την κοιτούσε με απορία.)
-Χθες το βράδυ όταν έφυγες μπήκα στο Ιντερνέτ και στις προσφορές του γερμανικού καταστήματος, εκεί είδα την κουρευτική μηχανή την οποία αγόρασα πρωί -πρωί.
-Ογδόντα πέντε χρόνια αγύριστο κεφάλι, τα ήξερε όλα πριν διαβάσει τις οδηγίες το έβαλε στο ένα και ξεκίνησε να κόβει το γκαζόν, πήρε και το χώμα μαζί …. Αν και μου περνάει η σκέψη ότι μπορεί να το έκανε επίτηδες…. Πάω να σου φτιάξω καφέ.
-Πετράν κάθε κούρεμα έχει τον λόγο και την τεχνική του, το δικό μου μπορεί να ήταν κατά λάθος επιθυμία….
-Υπάρχουν και άλλα είδη παππού;
-Βεβαίως, υπάρχει και το κούρεμα του θυμού.
-Κάποια καινούργια ιστορία είναι έτσι; ( Ο Πετράν ήξερε ότι κάθε φορά που ο παππούς έλεγε μια σουρεαλιστική ατάκα, ήταν η ετικέτα μια ιστορίας.)
-Είναι μια ιστορία από τον τόπο της γιαγιάς σου και με αυτή την εικόνα ερμηνεύω το πρώτο όχι που είπαν στην Κύπρο για το μνημόνιο, το όχι του θυμού.
-Στο δικό σου κούρεμα δεν υπάρχει πολιτική ερμηνεία ;
-Όχι το δικό μου είναι ψυχολογικού τύπου. Ή βιάστηκα, δεν διάβασα καλά τις οδηγίες και είχα περιορισμένη αντίληψη κατά την χρήση του αντικειμένου ή έκανα αυτό το λάθος για να ικανοποιήσω μια ασυνείδητη επιθυμία, όπως λέει η γιαγιά σου. Μπορεί κατά βάθος να ήθελα να ξυρίσω το κεφάλι μου και έψαχνα ένα λάθος. (Στα χείλη του διαγράφτηκε εκείνο το μισό αριστερό χαμόγελο, από παιδί όταν φανερωνόταν κάποια χαριτωμένη σκανταλιά εκείνο το χαμόγελο τον πρόδιδε μαζί με ελαφριά ανύψωση στο δεξί του φρύδι.)
-Δεν θα κάνουμε ψυχανάλυση γιατί έγινες ή ήθελες να γίνεις κατά λάθος κέλλης*, πες μας για την άλλη ιστορία, γιατί δεν την θυμάμαι.(Φώναξε μέσα από την κουζίνα η γιαγιά . Βγήκε έξω και έφερε δυο καφέδες , έναν και για τον εαυτό της και πήρε θέση μαζί τους στο μπαλκόνι, πράγμα ασυνήθιστο.)
-Άντε λοιπόν ξεκίνα….
Ο παππούς τράβηξε μια ρουφηξιά καφέ , στα μάτια του η γυναίκα του διάβασε την κρυφή ικανοποίηση. Σπάνια η γυναίκα του ζητούσε ευθέως να πει τις ιστορίες του. Συνήθως με την ιδιαίτερα οξυμένη ακοή της άκουγε από απόσταση και έκανε το τελικό καυστικό σχόλιο.
-Λοιπόν , ο αδελφός της γιαγιάς σου , ο παππούς ο Νόνης , δούλευε μηχανικός στην Κύπρο. Άνθρωπος με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ και παροιμιώδη ηρεμία μέχρι να τον πιάσει ο πέλαρος*. Ήταν μια δική του έκφραση όταν πολλές φορές για μικρές λεπτομέρειες το όριο της υπομονής χτυπούσε κόκκινο. Καλύτερα ήταν να εξαφανιστείς από μπροστά του μέχρι ο θυμός να αδειάσει με μιας το δοχείο της υπομονής, μετά από λίγο να πάρει τα ίσια του και να αρχίσει να ξαναγεμίζει στάλα- στάλα, μέχρι να ξαναεμφανιστεί αιφνιδιαστικά ο πέλαρος…..
Ένα πράγμα το οποίο τον εκνεύριζε σε επικίνδυνο βαθμό ήταν να του πειράξεις τα πράγματα του. Ο ίδιος είχε δικό του τρόπο και ρυθμό για να ολοκληρώνει τις δουλειές του. Ήξερε ακόμα και στο σκοτάδι να βρει ότι χρειαζόταν. Ενώ δούλευε ένα αμάξι χωρίς να κοιτά το κουτί με τα εργαλεία έπιανε όποιο χρειαζόταν και το άφηνε στην ίδια θέση. Ένα πρωί ξύπνησε όπως συνήθως πολύ νωρίς να ετοιμαστεί να φύγει από την Λάρνακα την πόλη που έμενε για να πάει στην Ξυλοφάγου, στο συνεργείο που δούλευε. Στην κοινότητα αυτή μεγάλωσε και με τον ιδιόκτητη του συνεργείου γνωρίζονταν από παιδιά . Με αθόρυβες λοιπόν κινήσεις , χωρίς να ανάψει φως πήγε στο μπάνιο, άναψε την μικρή λάμπα του καθρέφτη. Σαν μάστορας με μηχανικές κινήσεις ξυρίστηκε παίρνοντας ότι χρειαζόταν χωρίς να κοιτάει . Είπαμε τα πράγματα του είχαν πάντα μια σταθερή θέση. Με το δεξί του χέρι έψαξε στο ντουλάπι το στερεωτικό υγρό που έβαζε στα μαλλιά του. Τότε είχε σχετικά μακριά μαλλιά και για να μην τον εμποδίζουν όπως δούλευε τα στερέωνε με το υγρό. Χωρίς να κοιτά το χέρι του έψαξε και τα τρία ράφια. Δεν βρήκε τίποτα. Άναψε το μεγάλο φως για να δει τι γίνεται. Από την ένταση του φωτός ξύπνησε η γυναίκα του.
-Νόνη ψάχνεις τίποτα, αγάπη μου;
– Το τζέεεεελ μουου…..
-Το παρατεταμένο εεε στο τζελ ήταν ο πρώτος κωδικός έκρηξης, και του ουου στο μου ο δεύτερος ηχητικός κώδικας ότι ξύπνησε μέσα του ο τίγρης του θυμού. Η γυναίκα του τόσα χρόνια τον ήξερε καλά και άλλο τόσο ήξερε το απρόβλεπτο του θυμού του. Άναψε τα φώτα της κρεβατοκάμαρας .
-Χθες δεν σου ζήτησε το κορίτσι να το δανειστεί γιατί τέλειωσε το δικό της;
-Ναι, αλλά δεν έβαλε πίσω στην θέση τοοο τζεεελ μουου, τοοο τζέεεελ μουου.
-Η γυναίκα του ήξερε ότι η διπλή επανάληψη ήταν διπλό χτύπημα ινδιάνικου τύμπανου, ο πολεμιστής θυμός είχε βγάλει το σπαθί του, τον έπιασε ο πέλαρος* κατά την δική του έκφραση.
-Να έρθω να σε βοηθήσω να το βρούμε αγάπη μου….
-Δεν χρειάζεται.
Το μόνο που άκουσε η γυναίκα του ήταν τον θόρυβο από την πόρτα που έκλεισε και το διπλοκάμπινο αμάξι να μουγκρίζει θυμωμένα. Ο Νόνης οδήγησε με σχετικά μεγάλη ταχύτητα το αμάξι του μέχρι την κοινότητα Ξυλοφάγου. Ο πρωινός υγρός αέρας έκανε τα μαλλιά του σγουρά- σγουρά να πετάνε σε σπείρες δεξιά και αριστερά του κεφαλιού του. Πάρκαρε το αμάξι στην θέση την οποία δεν έπιανε κανείς γιατί ήταν δική του και μόνο αυτός στάθμευε εκεί !!!
-Καλημέρα μάστρε*. (Είπε στο αφεντικό του και πήγε να ετοιμάσει ένα καφέ από τον θυμό του δεν ήπιε στο σπίτι του. Έπιασε την κούπα του από την πίσω γωνία του μικρού ντουλαπιού. Κοιτούσε πάνω στην κούπα την ζωγραφισμένη παράσταση με την φιγούρα του Μεγάλου Αλέξανδρου να κόβει τον γόρδιο δεσμό όταν άκουσε τα λόγια του μάστρου* του ) .
-Καλημέρα, καλώς τον Αϊνστάιν μας!!! ( Ήταν η κουβέντα που ξεχείλισε το ποτήρι της υπομονής, κοίταξε το πρόσωπο του στο μικρό καθρέφτη στο εσωτερικό της πόρτας του ντουλαπιού από όπου έβγαλε τον Μέγα Αλέξανδρο. Τα μαλλιά του να πετάνε δεξιά και αριστερά σαν του φημισμένου επιστήμονα. Μια ματιά στον λατρεμένο του ήρωα , μια ματιά ιπτάμενα μαλλιά. Δυο ματιές σε κλάσματα δευτερολέπτου, τα μαστόρια έξω άκουσαν το μπρίκι που έπεφτε με ορμή στον νεροχύτη.)
-Πους πας ρε Νόνη;
-Στον μπαρμπέρη.
Η γυναίκα του το απόγευμα τρόμαξε να τον αναγνωρίσει, είχε ξυρίσει το κεφάλι του. Τον κοιτούσε με απορία, έκπληξη και θυμό.
-Τώρα πια δεν χρειάζομαι το τζελ μου. (Εφόσον τα φωνήεντα δεν παρατάθηκαν η γυναίκα του κατάλαβε ότι ο θυμός είχε τελειώσει. Αφού δέχτηκε το φιλί της σήμαινε ότι το δοχείο της υπομονής λειτουργούσε ξανά. Σιγουρεύτηκε όταν δέχτηκε και το φιλί από την κόρη του, η οποία είχε ενημερωθεί από την μητέρα της.
-Ε τώρα μπαμπακούλι μπορώ να το κρατήσω το τζεεελ σουου ( του είπε και του χάιδεψε το ξυρισμένο κεφάλι η νεαρή Αδριανή) .
-Μα έκανε τέτοιο πράγμα ο αδελφός μου; (Είπε η γιαγιά σκασμένη στα γέλια.)
-Λοιπόν Πετράν, τα μαλλιά συμβολίζουν την δύναμη του Σαμψών. Οι οικονομίες του μέσου πολίτη ήταν η δύναμη του, τα μαλλιά . Μέσα σε μια νύχτα οι επιτήδειοι κλέφτες κούρεψαν την δύναμη του σε υπεράκτιες εταιρείες και θαλασσοδάνεια , του φόρεσαν μια αναμαλλιασμένη ευρωπαϊκή περούκα και για να μην φανεί η κλεψιά του έκρυψαν το τζελ. Κάτω από την επήρεια του θυμού αντί να κυνηγήσει τους κλέφτες, πήγε στον μπαρμπέρη και ξύρισε την α-νόητη ευρωπαϊκή περούκα που του φόρεσαν, αυτό ήταν το πρώτο όχι στα μέτρα.
-Ε μόνο για την ερμηνεία του θυμού θα σου φτιάξω την καλύτερη χαλουμόπιτα και χαλάλι σου η πρωινή κελλοβλακεία σου, (η γιαγιά του έδωσε ένα φιλί στο ξυρισμένο κεφάλι του και μπήκε μέσα) .
*Νόνης : υποκοριστικό του Σωφρόνης
Κέλλης: φαλακρός
Τον έπιασε ο πέλαρος : θύμωσε πολύ
Μάστρος : το αφεντικό
Χαλουμόπιτα : παραδοσιακή κυπριακή πίτα με βασική γέμιση το τυρί χαλούμι
**Η ιστορία έχει φανταστικά στοιχεία αλλά πράγματι ο θείος Νόνης όταν δεν βρήκε το τζελ του ξύρισε το κεφάλι του….. για να μην το χρειάζεται!!!!