Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Μέσα Ιουνίου τελευταία μέρα στο σχολείο και ο Γιώργος επιστρέφει με το πρώτο «Ενδεικτικό» αποφοίτησης, της πρώτης τάξης του δημοτικού σχολείου. Κρατώντας το χαρτί τρόπαιο στο δεξί χέρι, τα γοργά βήματα με τα οποία ανέβαινε τα σκαλοπάτια παιάνιζαν την πρώτη μεγάλη του επιτυχία!
Στο μεγάλο κεντρικό δωμάτιο τον περίμεναν η μαμά , ο μπαμπάς και ο παππούς του. Η αδελφή έλλειπε στον παιδικό σταθμό. Σίφουνας πέρασε την ανοιχτή πόρτα του διαμερίσματος, σίφουνας χώθηκε χωρίς δισταγμό στην αγκαλιά του παππού του.
-Άριστα παππού, άριστα!
-Είσαι σίγουρος;
-Μα δεν βλέπεις πόσα χρώματα έχει το χαρτί; Μόνο όσοι παίρνουν άριστα τους βάζουν τόσα χρώματα.
Ο παππούς είχε βρει τον μάστορα του και το χαιρόταν όσο τίποτα άλλο. Η αλεπού είπε στο αλεπουδάκι να απλώσει τα πόδια του να ζεσταθεί με την φωτιά που ήταν στο απέναντι βουνό. Σε λίγο αυτό παραπονέθηκε ότι κάηκε ένα δάκτυλο του από ξαφνικό σπινθήρα. Καμάρωνε ο παππούς τον έξυπνο και ετοιμόλογο εγγονό. Στα νιάτα του χαμένος στην καθημερινή βιοπάλη, δεν βρήκε τον χρόνο ασχοληθεί και να παίξει όσο θα ήθελε με τα παιδιά του. Τώρα κοντά στα ογδόντα, η παρουσία των εγγονιών και η ξεγνοιασιά της τέταρτης ηλικίας του επέτρεπαν να κερδίσει, να ζήσει, με ένα άλλο ρόλο χαρές που δεν πρόλαβε να ζήσει με τα παιδιά του.
-Για να το δω και από κοντά…
-Να παππού πάρ΄ το, αν δεν με πιστεύεις.
-Λοιπόν έχεις δίκιο. Τέτοια χρώματα μόνο οι άριστοι μαθητές παίρνουν.
Τα «Ενδεικτικά» από την πρώτη στην δευτέρα τάξη πουθενά δεν αναφέρουν βαθμολογία και άριστα! Και βέβαια δεν διακρίνονται και για τα πολύ έντονα χρώματα τους. Ήταν τώρα η σειρά του παππού να συνεχίσει το παιγνίδι των λέξεων της αλεπούς.
-Γιώργο νομίζω ότι το «Ενδεικτικό» σου έχει κάποιο πρόβλημα;
-Τι πρόβλημα παππού;
-Μυρίζει!!!
-Μυρίζει του παιδιού μου το πτυχίο; (Ρώτησε έκπληκτη η μητέρα του, η οποία διακρινόταν για την ψυχαναγκαστική της εμμονή με την καθαριότητα.)
Πριν προλάβει να πει άλλη κουβέντα ο παππούς, πήρε ο Γιώργος το χαρτί, με μύτη λαγωνικού, το μύρισε από την μια άκρη μέχρι την άλλη.
-Δεν μυρίζει τίποτα παππού.
-Για δώσ΄ το μου πίσω, να το μυρίσω καλύτερα.
Ο Γιώργος δίνει το χαρτί στον παππού, μια πονηρή ματιά γράφτηκε στο πρόσωπο του. Ήξερε ότι κάτι ετοίμαζε ο παππούς. Ο παππούς πήρε το χαρτί, το έβαλε στο πρόσωπο του, προσπαθώντας να κρύψει τα πνιχτά του γέλια. Με κινήσεις έμπειρου ερευνητή το εξέτασε και στις τέσσερις γωνίες. Φαίνεται ότι κάτι σπάνιο μύρισε. Ανεβοκατέβασε το κεφάλι του με ύφος καθηγητή ιατρικής που βάζει την τελική διάγνωση.
-Κι όμως μυρίζει!
-Ε, τι μυρίζει παππού;
-Μυρίζει δωρίλας, είμαι απόλυτα σίγουρος, μυρίζει δωρίλας! ( Ένα χαμόγελο βαθιάς ικανοποίησης φώτισε το πρόσωπο του μικρού Γιώργου. Η θετική διάγνωση του παππού «ερευνητή» ξεπερνούσε κάθε όριο προσδοκίας.)
-Άλλο αυτό παππού ( ήταν η σειρά του παππού να τον κοιτάξει έκπληκτος) . Πρέπει να έχεις μεγάλη μύτη σαν την δική σου για να το μυρίσεις! ( Ο παππούς λύθηκε στα γέλια.) Δεν μπορεί ένα μικρό παιδί, με την μικρή του μύτη να καταλάβει ότι μυρίζει… Πως το είπες;.
-Δωρίλας , και αν είσαι έτοιμος φύγαμε για το μεγάλο πολυκατάστημα.
-Μα έτοιμος είμαι!!! Πάμε.
-Ένα μόνο δώρο θα πάρεις Γιωργάκη, ένα μόνο…. Δεν χωράνε άλλα στο δωμάτιο σου.
Με την παρατήρηση αυτή η μαμά του έπαιζε ανάστροφα την παροιμία: «το λέει η πεθερά να ακούει η νύφη». Στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν, μιλάει η νύφη να ακούει ο πεθερός. Η μητέρα του Γιώργου προσπαθούσε να βάλει όριο στις άνευ ορίων δωροληψίες του Γιώργου και της αδελφής του από τον παππού. Κατά την γνώμη της είχαν ξεπεράσει κατά πολύ τα ανεκτά όρια, σε ποσότητες παιγνιδιών. Αναγκαζόταν πολλά από αυτά να τα κρύβει στο πατάρι και να τα παρουσιάζει μετά από καιρό. Παππούς και εγγονός ήταν έτοιμοι να φύγουν.
-Ένα μόνο Γιώργο, ένα μόνο είπαμε. Έτσι;
-Το ακούσαμε … το ακούσαμε ( είπε ο παππούς και έκλεισε συνωμοτικά το μάτι στον εγγονό).
-Πάω και εγώ για να τους προσέχω. ( Είπε ο Χάρης ο μπαμπάς του Γιώργου. Ένα χαμόγελο που δεν μπόρεσε να κρύψει σκύβοντας το κεφάλι του, μάλλον εκνεύρισε την γυναίκα του, η οποία αποχώρησε προς της κουζίνα.)
Παππούς γιός και εγγονός πήγαν στο μεγάλο πολυκατάστημα. Παππούς και εγγονός προπορεύθηκαν. Από τα χαμόγελα που αντάλλαξαν με τους υπαλλήλους φαίνεται ότι ήταν παλιοί γνώριμοι του χώρου. Κατευθύνθηκαν στο τμήμα με τα αθλητικά είδη.
-Λοιπόν τι θες να πάρουμε;
-Παππού, θέλω γάντια ποδοσφαίρου.
-Στον άλλο διάδρομο είναι, αν θυμάμαι καλά. ( Ο παππούς από τις συχνές επισκέψεις με τα εγγόνια είχε μάθει καλύτερα από τους υπαλλήλους το μαγαζί.)
-Παπούτσια ποδοσφαίρου με τάπες που ήθελες πήρες;
-Είπε η μαμά το καλοκαίρι.
-Ε, καλοκαίρι έχουμε, πάμε να πάρουμε ένα ζευγάρι. ( Ο παππούς αγνόησε το διακριτικό ξεροβήξιμο του γιού του. Λίγο πιο κάτω βρήκαν και τα παπούτσια. )
-Λοιπόν παππού με τέτοια δυνατά παπούτσια μπορώ να κλοτσάω πολύ καλά μεγάλες μπάλες ποδοσφαίρου….
-Γιώργο … ( φώναξε ο πατέρας του και προσπάθησε να βρει το βλέμμα του γιού του, αλλά αυτός είχε μάτια μόνο για τον παππού του).
-Παππού, μπορώ να πάρω και μια μπάλα, όπως αυτές που παίζουν στα μεγάλα πρωταθλήματα;
-Οπωσδήποτε… πολύ καλά το σκέφτηκες. Να σε εκείνα τα μεγάλα καλάθια είναι οι κανονικές μπάλες ποδοσφαίρου.
-Πατέρα … ( Είπε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής ο Χάρης, προσπαθώντας να βάλει φρένο στον παππού. Άντε όμως να φρενάρεις πρώην φορτηγατζή όταν ψωνίζει για τον εγγονό του.)
-Εσύ να μην ανακατεύεσαι στις δουλειές μας.
-Μα δεν χωράνε τα παιγνίδια στο δωμάτιο του.
-Την μπάλα θα την βάλει στο μπαλκόνι! ( Ο μικρός είχε ήδη διαλέξει μπάλα και έκανε πάσα στον παππού του.)
-Παππού αυτό το μεγάλο πολυκατάστημα τα έχει σχεδόν όλα; ( Το ίδιο πονηρό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του παππού και του εγγονού. Ίδιο με αυτό του Χάρη όταν εκνεύρισε την γυναίκα του, λίγο πριν φύγουν.)
-Καλά που είπα ότι θα τους πρόσεχα ( μονολόγησε ο Χάρης).
-Τι νομίζεις ότι λείπει; Αν είναι κάτι καλό, να ειδοποιήσουμε τον διευθυντή του καταστήματος, να φέρει νέα προϊόντα.
-Στολές ποδοσφαίρου, δεν είδα να έχει πουθενά.
-Και εκείνες οι κόκκινες φανέλες στο τέλος του διαδρόμου τι είναι ;
Ο μικρός με επιδέξιες κινήσεις έφυγε, τρέχοντας προς το τέλος του διαδρόμου κλωτσώντας και την μπάλα μαζί του.
-Πατέρα, μπορώ να σου πω ένα λεπτό; Μήπως υπερβάλεις λίγο; Πέρα από το ότι τον κακομαθαίνεις έχεις και άλλο «γραμμάτιο» το μεσημέρι.
-Τι γραμμάτιο;
-Τελειώνει και η αδελφή του σήμερα το νηπιαγωγείο, αν κάνεις τα ίδια και με αυτήν, ούτε δυο συντάξεις δεν σε φτάνουν. Σκέψου μήπως υπερβάλεις λίγο;
Ο παππούς κοντοστάθηκε λίγο. Κατάλαβε ότι για άλλη μια φορά είχε ξεπεράσει τα όρια στα δώρα που έκανε στα εγγόνια του. Μάλλον μια προκλητική συμπεριφορά για τις μέρες που ζούμε. Κοίταξε στο βάθος του διαδρόμου, ο μικρός Γιώργος χοροπηδούσε φορώντας μια κόκκινη φανέλα του Ολυμπιακού. Στα μάτια του είδε τον γιό του, μερικές δεκαετίες πίσω στο χρόνο, έπαιζε μπάλα στις αλάνες του Άργους, χωρίς να φορά την κόκκινη φανέλα. Γύρισε και κοίταξε με μια έντονη ματιά τον γιό του, σαν μηχανή μοντάζ τα βλέμματα τους έκαναν ένα πολύ γρήγορο βουβό γύρισμα στον χρόνο.
-Άσ΄ τον να πάρει αυτός όσα δεν πήρες εσύ….
Τα μάτια του ανοιγόκλεισαν για να διώξουν μια ξαφνική κοκκινίλα. Ο Χάρης κατέβασε το κεφάλι. Ακόμα και κοντά στα ογδόντα, έστω και ξεπερνώντας από ενθουσιασμό τα όρια, ο παππούς είχε δικαίωμα για μια ρεβάνς στον χρόνο. Εξ άλλου βαθιά στην μνήμη μας μένουν τα παιγνίδια που κερδίζουμε στο ενενήντα πέντε….
*Η ιστορία έχει φανταστικά στοιχεία. Αλλά την πυροδότησε η ατάκα που είπε ο παππούς του Γιώργου, (στην φωτογραφία), όταν ξεπέρασαν μαζί τα προβλεπόμενα «δωριακά» όρια. Η ατάκα αυτή, σε μένα έφτασε πριν από δυο χρόνια περίπου, στα λόγια μιας βραδινής καλησπέρας στο περίπτερο του πατέρα του Γιώργου.