Η απέναντι όχθη του Βασίλη Καπετάνιου
Ο Γιάννης μετά από χρόνια, βρέθηκε ξανά ως «οικονομικός μετανάστης» στην γενέθλια πόλη του. Η εταιρεία στην οποία δούλευε, άφηνε ένα γραφείο ανά περιφέρεια. Κριτήριο για την επιστροφή του, σωτηρία του, όπως αποδείχτηκε, ήταν η εντοπιότητα. Αλλιώς έπρεπε και αυτός να μπει στις ατέλειωτες συμπληγάδες της ανεργίας. Απολυμένοι συνάδελφοι του, δεν μπορούσαν να βρουν μια απλή δουλειά, να ζήσουν την οικογένεια τους, γιατί είχαν παραπάνω προσόντα από αυτά που ζητούσαν οι εργοδότες.
-Είναι πολύ σπουδαίο το βιογραφικό σου. (Είπε ο διευθυντής ενός μεγάλου ταχυφαγείου στην πλατεία, σε έναν απολυμένο συνάδελφο του.) Αλλά εμείς θέλουμε απλώς ένα παιδί να μαζεύει τα σκουπίδια και να καθαρίζει τα τραπέζια. Όπως καταλαβαίνεις δεν χρειαζόμαστε κάποιον με διδακτορικό στα οικονομικά.
Ο μόνος που χάρηκε αυτή την απρόσμενη αλλαγή στην ζωή τους, ήταν ο γιός του ο Χρηστάκης. Η επαρχία ήταν για αυτόν μια πύλη εισόδου σε νέες θετικές εμπειρίες. Ξυπνούσε αργότερα. Το πρωί δεν έτρεχαν πια όλοι σαν τρελοί, μαμά, μπαμπάς και γιός για να προλάβουν τις δουλειές τους και το σχολικό λεωφορείο. Το δημόσιο δημοτικό σχολείο ήταν πολύ κοντά, έμαθε να πηγαίνει με τα πόδια, παρέα με τα παιδιά της γειτονιάς. Δεν καθόταν μέχρι τις πέντε το απόγευμα στο σχολείο. Δύο παρά ήταν ο παππούς έξω από την πόρτα του σχολείου και τον περίμενε πάνω στο μηχανάκι του, μια παλιά Φλορέτα, πάντα αναμμένη με τον χαρακτηριστικό βραχνό ήχο. Μέχρι να τελειώσουν οι γονείς του τις δουλειές τους, είχε τελειώσει τα μαθήματα του και είχε πάρει μια γερή δόση χωματίλας στο περιβόλι του παππού.
Η μαμά του λίγο διαφωνούσε γιατί τον εύρισκε πάντα λασπωμένο, αλλά η ευτυχία που διαγραφόταν στο πρόσωπο του την έκανε να σωπάσει. Την τελευταία Παρασκευή που πήγαν να τον πάρουν, μόνο οι βολβοί των ματιών ξεχώριζαν στον μικρό «χωμάτινο» Χρηστάκη. Η μαμά του ξαφνιάστηκε και πήρε ένα θυμωμένο βλέμμα. Παρενέβη πυροσβεστικά η γιαγιά.
-Κόρη μου, αχάιδευτο και αλάσπωτο παιδί , προβλήματα θα βγάλει άμα μεγαλώσει!
-Γιαγιά αύριο ο μπαμπάς θα με πάει στο παζάρι. Έτσι δεν είναι μπαμπά;
-Ναι βεβαίως, από αύριο τέρμα τα Σάββατα στην δουλειά.
Την άλλη μέρα πατέρα και γιός βρέθηκαν στο μεγάλο παζάρι. Ο μικρός είχε πάει για ψώνια με τους γονείς του στα μεγαλύτερα πολυκαταστήματα αλλά σε παζάρι πρώτη φορά πήγαινε. Η καταιγίδα των αισθήσεων, χρώματα, φωνές, μυρωδιές , σκουντήματα, απότομη εναλλαγή προϊόντων τον είχαν απογειώσει.
-Λοιπόν που λες Χρήστο τα παλιά χρόνια οι άνθρωποι είχαν το ανταλλακτικό σύστημα οικονομίας.
-Τι, σαν τα ανταλλακτικά του αυτοκινήτου;
-Όχι ακριβώς, αν είχες σιτάρι, πήγαινες κα το έδινες σε κάποιον που πουλούσε αυγά και το ανταλλάσατε. Μετά οι άνθρωποι έφτιαξαν το χρήμα και δημιουργήθηκε η αγορά.
-Και πιο είναι το καλύτερο σύστημα μπαμπά;
-Μα το σύστημα με το χρήμα, θα στο εξηγήσω στο σπίτι.
-Γιαννάκοοοο! (Ακούστηκε μια δυνατή φωνή από ένα πάγκο με διάφορα ζωντανά πουλερικά. Ο Γιάννης γύρισε και κοίταξε με απορία τον πάγκο. Κοιτούσε τον ηλικιωμένο που τον φώναξε με το όνομα του. Η μνήμη του δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. ) Ο Γιάννης του Χρήστου δεν είσαι;
-Μάλιστα κύριε.
-Ο Πέτρος, ο γείτονας του πατέρα σου στο περιβόλι, είμαι.
Τότε ο Γιάννης θυμήθηκε τον κυρ Πέτρο , έναν από τους καλύτερους φίλους του πατέρα του. Μαζί με τα παιδιά του μεγάλωσε, αλλά είχε χρόνια να τον δει.
-Ακόμα δουλεύεις κυρ Πέτρο;
-Άμα δεν το μάθεις το καφενείο μικρός, δεν το μαθαίνεις μεγάλος. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την δουλειά, το παζάρι είναι το οξυγόνο μου. Δικός σου είναι ο παίδαρος; ( Ο Γιάννης κούνησε καταφατικά το κεφάλι.) Πως σε λένε αγόρι μου;
-Χρήστο ( είπε ο μικρός ο οποίος είχε πιάσει ένα παπάκι και το χάιδευε ).
-Πάρε δυο παπάκια δικά σου. ( Και του βάζει δυο παπάκια μέσα σε ένα μικρό κουτί, ο μικρός γύρισε και κοίταξε τον πατέρα του, να πάει την τελική έγκριση. )
-Τι χρωστάω κυρ Πέτρο ;
-Δώρο τα κάνω στο παιδί ( του έπιασε το χέρι και του το έκλεισε μαζί με το πορτοφόλι) δεν είναι όλα για πούλημα Γιάννη μου…. Μπορεί να μας ξεπουλήσανε αλλά δεν είναι όλα για πούλημα. Άντε και καλοφάγωτα.
Πατέρας και γιος γύρισαν στο σπίτι.
-Μαμά αυτά τα παπάκια είναι δώρο από ένα κύριο. Δεν τα πληρώσαμε με λεφτά, ούτε με το σύστημα με τα ανταλλακτικά που μου είπε ο μπαμπάς. Εγώ μόνο ένα ευχαριστώ είπα. Αλλά γιατί μας είπε καλοφάγωτα;
– Και δεν μου λες, πού θα τα βάλουμε τα παπάκια; ( Ένα πετάχτηκε από το κουτί και έπεσε μέσα στα χέρια της μαμάς του Γιάννη. Εκείνη τρόμαξε στην αρχή αλλά καθώς το χάιδεψε, ένοιωσε μια παράξενη ζεστασιά.) Εντάξει για λίγο στο μπαλκόνι.
Ο Γιάννης με τα μικρά πουλάκια βρήκε μια ευκαιρία να κάνει ένα οικονομικό σεμινάριο στον γιό του.
-Λοιπόν, άκου τι θα κάνουμε, θα κρατήσουμε για λίγο τα παπάκια στο μπαλκόνι και μετά θα τα πάμε στο περιβόλι του παππού. Τα παπάκια είναι το πρώτο σου ζωικό κεφάλαιο. Όταν θα αρχίσουν να γεννάνε αυγά θα μας τα πουλάς, σε μένα και την μαμά. Με τα λεφτά που θα μαζέψεις, θα πας να αγοράσεις το ηλεκτρονικό παιγνίδι που ήθελες.
-Και άμα γεννήσουν πολλά αυγά;
-Θα πουλήσουμε και στην γιαγιά και τον παππού και θα πάρεις πιο γρήγορα το παιγνίδι σου.
-Δηλαδή, τα παπάκια θα δουλεύουν για μένα .
-Ναι, αν τα εκμεταλλευτείς σωστά θα βγάλεις μαζί τους τα πρώτα σου λεφτά.
Και θα αγοράσεις και το παιγνίδι σου.
-Μα εγώ τώρα δεν θέλω το ηλεκτρονικό, θέλω τα παπάκια…. Γιατί να τα βάλω να δουλεύουν για μένα αφού εγώ θέλω να παίζω μαζί τους….
-Για ελάτε για μεσημεριανό. Ακούστηκε η φωνή της μητέρας και διακόπηκε η οικονομική ανάλυση του Γιάννη. Ο χρόνος κυλούσε με αριθμητική πρόοδο αλλά τα παπάκια μεγάλωναν με γεωμετρική. Μετακόμισαν στο περιβόλι του παππού και αναμένανε τα αυγά για να αρχίσει η εμπέδωση της θεωρίας του Γιάννη στον γιό του. Είχαν περάσει σχεδόν τρεις μήνες από τότε, όλη η οικογένεια μαζί απολάμβανε το κυριακάτικο τραπέζι στην αυλή της γιαγιάς.
-Γεια στα χέρια σου μάνα, αυτή η σάλτσα με καρότα ήταν αξεπέραστη το καλύτερο κοτόπουλο που έχω φάει μέχρι τώρα.
Η γυναίκα του Γιάννη έφερε τους καφέδες από την κουζίνα, ο μικρός Χρήστος αποσύρθηκε διακριτικά στα ενδότερα του περιβολιού.
-Άκουσα ότι η εταιρεία σου θα απολύσει και άλλους .
-Δεν γίνεται αλλιώς πατέρα. Με την χρήση νέων τεχνολογιών και σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση έχουμε πλεονασματικό προσωπικό. Τα νούμερα είναι αμείλικτα.
-Νούμερα και νούμερα, αυτά μας φάγανε τόσα χρόνια. Μπορείς να μου πεις ένα νούμερο για την αξιοπρέπεια, την εμπιστοσύνη, την ευτυχία;
-Πατέρα άλλες εποχές άλλες αξίες. Τώρα ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης , φτερνίζεται ο κινέζος στο Πεκίνο και συναχώνεται ο αμερικάνος στο Σικάγο. Δεν βλέπεις ότι με τα νούμερα και την λογική ξαναβγαίνει η χώρα στις αγορές…
-Εγώ σου το είπα αυτό μας έφαγε, τα νούμερα! Και που θα βγει η χώρα στις αγορές τις θα κερδίσει; Πάει να πάρει δανεικά για να πληρώσει τόκους. Με δάνειο για το δάνειο δεν ξεχρεώνεσαι ποτέ.
-Επιβιώνεις όμως και προχωράς.
-Εγώ δεν θέλω να επιβιώνω, δεν είμαι ζώο, θέλω να ζω, με χαρά , εμπιστοσύνη και αξιοπρέπεια.
-Καλά, τα είδαμε και τα καλά της γενιάς σου και τις επαναστάσεις σας. Είδαμε τι καταφέρατε στο τέλος. Και ελπίζω να μην γεμίζεις το μυαλό του μικρού με …..
-Βρε καλώς τον Χρηστάκη ( είπε κάπως απότομα η γιαγιά, γιατί κατάλαβε ότι είχαν ανάψει τα αίματα μεταξύ πατέρα και γιού).
-Λοιπόν δεν σας το είπαμε ο Χρήστος στο περιβόλι σας θα κάνει την πρώτη του επιχείρηση, θα μας πουλά αυγά για να βγάλει τα πρώτα του λεφτά.
-Μπαμπά, πάνε τα παπάκια .
-Φύγανε ;
-Όχι ακριβώς αλλά τελευταία φορά που τα είδα κολυμπούσαν μέσα σε μια σάλτσα με καρότα!!!
– Ρε μάνα τα παπιά! Αφού σού είπα, τα είχα για να μάθει το παιδί βιωματικά τι σημαίνει χρήμα και συναλλαγή.
-Δεν γινόταν γιέ μου…..
-Ε πως δεν γινόταν… αλλά παλιά τα μυαλά σας …. Για αυτό δεν μπορεί να πάει μπροστά αυτή η χώρα.
-Μπαμπά, δεν γινόταν …..
-Και εσύ ακούς ότι λέει η γιαγιά σου!
-Μπαμπά, δεν γινόταν γιατί αρσενικά ήταν τα παπάκια !!!!
-Έτσι είναι και οι οικονομικές σας θεωρίες …. Από αρσενικά παπιά περιμένετε τα αυγά της ανάπτυξης . (Παππούς και εγγονός αγκαλιασμένοι είχαν ξεσπάσει σε γέλια.)
-Πάντως μπαμπά ήταν όπως τα είπε ο κυρ Πέτρος που μας τα έδωσε
-Πως ήταν δηλαδή….
-Καλοφάγωτα! Μου το εξήγησε και αυτό η γιαγιά….
– Γιάννη μου σου έχω κρατήσει και ένα μπολάκι με σάλτσα να πάρεις μαζί σου…. Αφού σου άρεσε τόσο πολύ…..