Πριν από 41 χρόνια η Χούντα παρά την εντεινόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια φαινόταν τόσο ισχυρή που άνοιγε μέσω της κυβέρνησης Μαρκεζίνη μια διαδικασία «φιλελευθεροποίησης», με προγραμματιζόμενη κατάληξη τη διεξαγωγή «ελεύθερων» εκλογών. Στόχος ήταν η οικοδόμηση ενός καθεστώτος που, χωρίς να είναι ανοιχτά φασιστικό, θα εξασφάλιζε την ασύδοτη δράση των πολυεθνικών και του μεγάλου κεφαλαίου, μια σκληρή πολιτική λιτότητας και περιορισμού των κοινωνικο-πολιτικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους και την απρόσκοπτη παρουσία και ισχύ του υπερατλαντικού συμμάχου.
Φυσικά ο στρατός θα ήταν «εγγυητής» αυτού του καθεστώτος, ο βασικός πόλος εξουσίας. Αυτό το μοντέλο «ελεγχόμενης μετάβασης» εφαρμόστηκε αργότερα και στην Τουρκία (πέρασμα από τη χούντα του Εβρέν στη δημοκρατία). Το «πείραμα Μαρκεζίνη» συναντούσε την αποδοχή και συναίνεση, όχι μόνο αστικών αντιδικτατορικών επιτελείων, αλλά και τμήματος της αριστεράς που προετοιμαζόταν να συμμετάσχει στις εκλογές.
Κανείς δεν φανταζόταν ότι μπορούσε να προβληθεί ισχυρή αντίσταση στη Χούντα, πόσο μάλλον να ξεδιπλωθεί μια εξέγερση που θα βάλει τέρμα στο πείραμα Μαρκεζίνη και θα κλονίσει συθέμελα το διδακτορικό καθεστώς. Υπό το σύνθημα «Κάτω η Χούντα» αποτυπώθηκε η μόνη δυνατή για τα λαϊκά στρώματα διέξοδος: μόνο με τις αναγκαίες ρήξεις και τομές, μόνο με την πτώση της Χούντας θα μπορούσαν οι εργαζόμενοι, η νεολαία, τα πλατιά λαϊκά στρώματα να ελπίζουν για καλύτερες συνθήκες ζωής.
Χάρη στο Πολυτεχνείο διαμορφώθηκε ένα πλαίσιο ελευθεριών και εγγυήσεων που επέτρεψαν το ξεδίπλωμα ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, που κατόρθωσαν να μεταβάλλουν τους ταξικούς συσχετισμούς αυξάνοντας το μερίδιο της πίτας για τα λαϊκά στρώματα. Αγώνων που επέβαλλαν μια σειρά παραγωγικών αναδιαρθρώσεων και συμβιβασμών (αυξήσεις μισθών και συντάξεων, κρατικοποιήσεις επιχειρήσεων τόσο επί Καραμανλικής “σοσιαλμανίας”, όσο και με το ΠΑΣΟΚ, αύξηση των επιδοτήσεων στους αγρότες, δημόσιος δωρεάν χαρακτήρας της εκπαίδευσης κ.α.). Και βέβαια, τοποθέτηση του στρατού στο περιθώριο της πολιτικής ζωής.
Γι’ αυτό και η μεταπολίτευση βρίσκεται πάντα στο στόχαστρο όσων επιζητούν την επιστροφή σε ένα κατασταλτικό μοντέλο οικονομικής διαχείρισης. Σήμερα συμπληρώνονται πέντε χρόνια από την ένταξη της χώρας σε καθεστώς τριμερούς διεθνούς εποπτείας. Πέντε χρόνια στα οποία ο λαός μας γνώρισε την πιο βάρβαρη λιτότητα. Είδε εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, κατακτημένα με μακρόχρονους αγώνες, να καταργούνται. Την ανεργία να φτάνει σε πρωτοφανή (για καιρό ειρήνης) επίπεδα. Κρίσιμους τομείς, του όποιου κράτους πρόνοιας είχε οικοδομηθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια, στα πρόθυρα κατάρρευσης. Και όλα αυτά τη στιγμή που το χρέος, για την αντιμετώπιση του οποίου υποτίθεται ότι μάτωσαν τους εργαζόμενους, αυξήθηκε, τόσο απόλυτα όσο και ποσοστιαία επί του ΑΕΠ, και που σχεδόν κανείς δεν θεωρεί βιώσιμο.
Δεν υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για έξοδο, στο άμεσο μέλλον, από την παγκόσμια οικονομική κρίση που αιχμή της είναι η κρίση στην Ευρωζώνη. Τα φληναφήματα της κυβέρνησης για έξοδο από το Μνημόνιο καταρρέουν μπροστά στην άνοδο των spreads, την πτώση του Χρηματιστηρίου, τη στάση των δανειστών, που δείχνουν με σαφήνεια την πίεση που θα δεχθούν όσες κυβερνήσεις δεν είναι έτοιμες να έρθουν αντιμέτωπες με τις αναγκαίες ρήξεις και τομές με το διεθνές νεοφιλελεύθερο πλαίσιο (στάση πληρωμών, διαγραφή του χρέους, καταγγελία των δανειακών συμβάσεων, έξοδο από ΟΝΕ, εθνικοποιήσεις τραπεζών και στρατηγικών επιχειρήσεων, ρήξη με τις επιταγές της ΕΕ και έξοδο από αυτή). Οι αναγκαίες αυτές τομές είναι οι μόνες που μπορούν να διασφαλίσουν μια φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση και βέβαια για να επιβληθούν πρέπει ο λαός να βγει στο προσκήνιο, να δώσει συγκρούσεις και μάχες αντίστοιχες με το Πολυτεχνείο του 1973 και να οικοδομήσει θεσμούς του οργανωμένου κινήματος που θα μπορούν να στηρίξουν μια δικιά του κυβέρνηση.
Η στάση και οι σχεδιασμοί της Αριστεράς σήμερα βρίσκονται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση.
Από τη μια, αναγωγή των πάντων σε μια μεγάλη εκλογική νίκη, μέσω της οποίας ο λαός θα αναθέσει σε μια αριστερή κυβέρνηση να σκίσει τα μνημόνια και να βάλει ένα τέλος στην ατελείωτη λιτότητα. Η κατεύθυνση αυτή ευνουχίζει το λαϊκό κίνημα και σπέρνει απογοήτευση, που μετατρέπεται σε απελπισία και παραλυτική αναμονή. Οι στόχοι και το πρόγραμμα μιας τέτοιας κυβέρνησης χαμηλώνουν (και θολώνουν) με ρυθμό αντιστρόφως ανάλογο των δημοσκοπικών ευρημάτων. «Ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί» (ήτοι λιτότητα διαρκείας) και πλήρης αποδοχή των μηχανισμών της ΕΕ που επιβάλλουν την επιτήρηση των επιμέρους κρατικών προϋπολογισμών. Χρησιμοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ και του ΤΧΣ που αποτελούν βασικούς μηχανισμούς της ΕΕ για την καθυπόταξη λαών και χωρών και όχι τζάμπα δωράκια για την ανάπτυξη και ευημερία τους. Σπέρνονται αυταπάτες για ομαλή και σχετικά «ανώδυνη» ανατροπή της κατάστασης, χωρίς ρήξεις με τα διεθνή κέντρα που ελέγχουν τη χώρα και υποβαθμίζεται, αντί να ανατάσσεται, η λαϊκή αυτοπεποίθηση και το επίπεδο αγωνιστικής διάθεσης του λαού.
Από την άλλη, υποβάθμιση της σημασίας της αντίστασης στα μνημονιακή επίθεση, στο όνομα μιας μελλοντικής νίκης που θα έχει σοσιαλιστικό χαρακτήρα και που, προφανώς, θα ανατρέψει οριστικά και ριζικά τη διαμορφωμένη κατάσταση. Οι επί μέρους αγώνες και οι αντιστάσεις έχουν νόημα μόνο αν υπηρετούν ένα τέτοιο στόχο και προϋποθέτουν μια στράτευση τέτοιου τύπου. Η αντίληψη αυτή οδηγεί σε απόδραση από την πολιτική δράση, καλλιεργεί το αίσθημα της ανημπόριας να νικήσουμε σήμερα και τροφοδοτεί εξ ίσου την παθητικότητα και την αναμονή.
Ας φανταστούμε την Αριστερά 41 χρόνια πριν να λέει ότι η λύση είναι μέσα από την αναδιαπραγμάτευση με τη Χούντα ή ακόμα χειρότερα ότι η πτώση της Χούντας δεν θα αλλάξει το εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα. Σήμερα είναι ορατός ο κίνδυνος μιας στρατηγικής ήττας του κινήματος, είτε από την αδυναμία του να ανατρέψει την άθλια μνημονιακή κυβέρνηση είτε από μια εκλογική ανατροπή της που θα συνοδευτεί όμως από τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής με (ίσως) πιο ήπιο προσωπείο.
Υπάρχει όμως ακόμα χρόνος για να δράσουμε. Η κρισιμότητα της κατάστασης δεν αφήνει πλέον περιθώρια: ο μαχόμενος κόσμος της Αριστεράς πρέπει να πάρει την τύχη στα χέρια του και να πιέσει με μαζικούς-δημοκρατικούς όρους ώστε να δημιουργηθούν οι αναγκαίες και ικανές συνθήκες για μια άλλη κατεύθυνση μέσα στην Αριστερά, στο μαζικό λαϊκό κίνημα και για μια άλλη πορεία της χώρας. Για την οικοδόμηση του κοινωνικό πολιτικού μετώπου και την υλοποίηση του προγράμματος διεξόδου από την κρίση, είναι αναγκαία η Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση όλων των αγωνιστών και δυνάμεων που κατανοούν την ανάγκη αυτής της φιλολαϊκής διεξόδου. Αυτός είναι ο δρόμος στον οποίο πρέπει να βαδίσουν ο πλατύς κόσμος της Αριστεράς και της Εργασίας. Με την μετωπική συμπόρευση μιας Αριστεράς που θα αρνείται να ενδώσει στη λογική της ενσωμάτωσης στο σύστημα εξουσίας και στις πρακτικές διαχείρισης των προβλημάτων του, αλλά και μιας Αριστεράς που δεν θα παραπέμπει την αναμέτρηση με τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα στο απροσδιόριστο μέλλον.
Καλούμε κάθε αγωνιστή και αγωνίστρια, ανεξάρτητα από την κομματική του ένταξη και κάθε συλλογικότητα που αντιλαμβάνεται αυτή την αναγκαιότητα να συστρατευτούμε και να συνδιαμορφώσουμε τους όρους για να γίνουν πραγματικότητα τα Πολυτεχνεία της γενιάς μας.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ για μια ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ