του Βασίλη Καπετάνιου
Ο Μεγάλος Άρχοντας ένοιωσε την ανάσα του να κόβεται και το πνίξιμο στο λαιμό να του φέρνει ζάλη θανάτου. Τον πρόλαβαν οι συνεργάτες του πριν καταρρεύσει από την μεγάλη δερμάτινη πολυθρόνα του. Οι ατέλειωτες εξετάσεις δεν έδειξαν τίποτα, διακριτικά ο παθολόγος του πρότεινε να συναντήσει τον παιδικό τους φίλο και συμμαθητή, τον Πέτρο τον ψυχίατρο.
-Μεγάλε, αν και αυτά που νοιώθεις είναι πραγματικά σωματικά συμπτώματα, όλα προέρχονται από το κεφάλι σου. Η μπαταρία θέλει επαναφόρτιση για αυτό θα χρειαστεί μια αντικαταθλιπτική αγωγή. Και το κουμπί του άγχους ενεργοποιείται και με τον παραμικρό ερεθισμό για αυτό θα χρειαστεί μια γερή στην αρχή αγχολυτική αγωγή, την δοσολογία θα την ρυθμίσουμε μαζί τηλεφωνικά. Οι μεγάλες επιτυχίες έχουν και το κόστος τους. Πρέπει να βάλουμε στην ζωή μας την απλότητα. Οι πολύπλοκες σύγχρονες δραστηριότητες αποφορτίζουν και συγχύζουν τα νευρωνικά μας δίκτυα.
Ο Μεγάλος Άρχοντας ο μεγαλύτερος ίσως και ο μοναδικός επιχειρηματίας του τόπου, κατάλαβε πολύ καλά την παραδειγματική γλώσσα του φίλου. Τον υπερφόρτωσε «επιτυχίες» τον εγκέφαλό του.
Στο κάθισμα του συνοδηγού ήταν η σακούλα του φαρμακείου με την χημική υποστήριξη που του πρότεινε ο γιατρός. Καθώς είχε λίγο ελεύθερο «αναρρωτικό» χρόνο σκέφτηκε να πάει μια βόλτα στον βάλτο των παιδικών του χρόνων. Από τις μεγάλες γυάλινες επιφάνειες του τεράστιου αυτοκινήτου απολάμβανε την διαδρομή και το μυαλό του γέμιζε εικόνες μνήμες από την ανεμελιά των παιδικών του χρόνων. Εκεί ήταν ο παράδεισος του, με τα παιδιά των εργατών του πατέρα του. Είχε δεκαετίες να περάσει από εκεί απλά γνώριζε ότι του άνηκε ο τόπος. Τα σπίτια που ήταν στο χώρο τα έδινε ως δωρεάν παραχώρηση στους καλλιεργητές, έτσι το παρέλαβε το σύστημα από τον πατέρα του έτσι το άφησε.
Την ονειροπόληση του διέκοψε με βίαιο τρόπο η πτώση του σε ένα μεγάλο νερόλακκο, ακόμα και αν πρόσεχε δεν θα μπορούσε να τον αποφύγει. Ένα κύμα βρώμικου νερού γέμισε με λάσπες τις γυάλινες επιφάνειες του αμαξιού. Το ξαφνικό Αυγουστιάτικο μπουρίνι γέμισε την υδάτινη παγίδα.
Ο Μικρός Εργάτης μάζευε καρπούς για το εργοστάσιο του Μεγάλου Αφεντικού όταν άκουσε τον μεγάλο θόρυβο. Μέσα στον λάκκο βρήκε ένα μεσήλικα. Μέχρι την μέση ήταν μέσα στις λάσπες και το τεράστιο αυτοκίνητο άθικτο αλλά εγκλωβισμένο.
-Μην νοιάζεστε για μένα ( είπε ο Μεγάλος Άρχοντας, θα ειδοποιήσω και θα έρθουν να με πάρουν, ( έψαξε το κινητό του αλλά δεν το βρήκε κατάλαβε ότι ή του έπεσε μέσα στο νερόλακκο ή ήταν κάπου πεσμένο μέσα στο αμάξι). Μήπως έχετε κινητό;
-Όχι κύριε, δεν έχω κινητό αλλά έχω τα παιδιά μου. Παιδιάαααα !!!(Φώναξε με όση δύναμη είχε ο Μικρός Εργάτης).
Σε χρόνο μηδέν εμφανίστηκαν τέσσερις γεροδεμένοι έφηβοι, με κορμούς ξύλων και δυνατές τριχιές έβγαλαν έξω το μεγάλο αμάξι.
-Λίγα μέτρα πιο κάτω είναι το σπιτικό μας, ελάτε να αλλάξετε ρούχα.
Ο Μεγάλος Άρχοντας δεν είχε και πολλές επιλογές, με την βοήθεια των παιδιών έσπρωξε το αμάξι μέχρι το σπίτι.
Το σπίτι ήταν πιο απλό και από την απλότητα. Μια κουζίνα ως ενιαίο κεντρικό δωμάτιο για τους γονείς ένα μεγάλο δωμάτιο για τα τέσσερα αγόρια και ένα μπάνιο. Λόγω καλοκαιρίας το σπίτι μεγάλωνε και είχε ένα έξτρα καθιστικό κάτω από την μεγάλη κληματαριά. Καθώς άλλαζε τα πανάκριβα ρούχα του, με τα απλά του εργάτη, ο Μεγάλος Άρχοντας ένοιωθε μια παράξενη ελευθερία μέσα στα φτωχικά ρούχα. Είναι τελικά πολύ βαριά η «πανοπλία» του πλούτου.
-Είναι μεσημέρι καθίστε να φάτε μαζί μας. ( Του είπε η σπιτονοικοκυρά .)
Οι μυρωδιές από το κουνέλι στιφάδο κυριολεκτικά τον καθήλωσαν. Αλλά και η όμορφη οικογενειακή ατμόσφαιρα με τα τέσσερα αγόρια να ετοιμάζουν το τραπέζι ακολουθώντας τις οδηγίες της μητέρας τους. Παρά το αρχικό σοκ τώρα η μνήμη άρχιζε να παίζει ξανά εικόνες από το παρελθόν της παιδικής του ηλικίας. Μυρωδιές χρώματα γεύσεις τον χαλάρωναν. Έπιασε αμέσως κώδικα επικοινωνίας με τα παιδιά και έπαιξε μαζί τους τον αγώνα λεκτικών παιγνιδιών. Θαύμασε τον λεκτικό τους πλούτο και το επίπεδο γνώσεων τους. Χαιρόταν που δεν είχαν ανακαλύψει την πραγματική του ταυτότητα. Για πρώτη φορά μετά από δεκάδες χρόνια βρέθηκε σε πραγματική παρέα ανθρώπων χωρίς υποκρισίες και φτιασίδια.
-Και τώρα η ώρα του φρούτου, ( είπε η οικοδέσποινα και έπιασε μεριά τσαμπιά σταφύλια από την κληματαριά για να τα πλύνει).
Τότε μέσα σε μια λίμνη αναμνήσεων ο Μεγάλος Άρχοντας κατά λάθος «ψάρεψε» αυτή που θα τον αποκάλυπτε.
-Λοιπόν παιδιά ξέρω και εγώ ένα παιγνίδι. Σταφυλομαχίες, ( πρόσεξε ότι ο Μικρός Εργάτης τον κοίταξε παράξενα, αλλά συνέχισε απτόητος) θα βάλουμε πέντε τενεκεδάκια απέναντι και όποιος βάλει τις περισσότερες ρόγες κερδίζει.
Τώρα ήταν σειρά του πατέρα των παιδιών να χαθεί στις αναμνήσεις του όταν έπαιζε στον ίδιο τόπο με τον γιο του Άρχοντα. Η παρέα είχε ξεκινήσει την σταφυλομαχία, μέσα σε αλαλαγμούς και πειράγματα. Μπροστά στα κουτάκια στήθηκε ο Μικρός Εργάτης.
-Είσαι … είσαι ο γιός.. ο γιός του Άρχοντα, είσαι το αφεντικό μου!!!
Χάθηκαν ό ένας μέσα στην αγκαλιά του άλλου, σαν να προσπαθούσαν να προφυλάξουν την παιδική τους ανάμνηση. Τότε τα παιδιά ανακάλυψαν ένα σωρό αυτοσχέδια παιγνίδια που έπαιζε ο πατέρας τους στην παιδική του ηλικία και περιστασιακά διασκέδαζε και ο γιός του Άρχοντα.
Το απομεσήμερο ο Μεγάλος Άρχοντας βυθίστηκε σε έναν από τους πιο χαλαρούς ύπνους της ζωής του κάτω από την κληματαριά. Όταν σηκώθηκε να φύγει το τεράστιο αμάξι του άστραφτε από το πλύσιμο που είχαν κάνει οι νεαροί.
Την άλλη μέρα από τον γυάλινο πύργο της εξουσίας του έβλεπε προς την μεριά του βάλτου, τον είχε γαληνέψει το ευχάριστο ατύχημα του. Ποιος ξέρει πότε θα εύρισκε ξανά χρόνο να πάει προς τα εκεί. Από το ατύχημα στο νερόλακκο αναβαπτίσθηκε η διάθεση του. Κάλεσε τα νούμερα του λογιστηρίου.
-Να ετοιμάσει ένα εκατομμύριο μονάδες μετρητά και να τα φέρεις απάνω.
Σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε ο λογιστής του.
-Όπως είναι το κουτί να το πας στο σπίτι του Μικρού Εργάτη, στον Βάλτο να προσέχεις στο δρόμο γιατί κοντά στο σπίτι υπάρχει και ένας ύποπτος νερόλακκος, να μην πέσεις μέσα!!!
-Μα κύριε είναι πολύ μεγάλο ποσό ! Τι πληρώνουμε του Μικρού Εργάτη;
-Δεν κατάλαβα δικά σου είναι ; Να τα πας και να του πεις ότι είναι δώρο για την βοήθεια του.
-Μάλιστα κύριε.
Ο λογιστής χωρίς να χάσει δευτερόλεπτο και μην τολμώντας να δυσαρεστήσει το αφεντικό του έφυγε πετώντας. Με την πληροφόρηση που είχε από το αφεντικό του σώθηκε από την μεγάλη γούβα γιατί αυτός σίγουρα θα βυθίζονταν εκεί μέσα με το μικρό υπηρεσιακό αμάξι.
Στο σπίτι βρήκε μόνο την γυναίκα να περιποιείται τον κήπο της.
-Αυτό είναι δώρο από τον Μεγάλο Άρχοντα για την βοήθεια που του δώσατε ( είπε ο λογιστής τονίζοντας με απορία τα λόγια του).
-Καλά άσε το κουτί πάνω στο τραπέζι κάτω από την κληματαριά , ( είπε η γυναίκα συνεχίζοντας να καλλιεργεί τα λαχανικά της και αγνοώντας το μεγάλο θησαυρό που περιείχε το κουτί).
Την άλλη μέρα στο ισόγειο της εταιρείας ο λογιστής αν και γλίτωσε το πνίξιμο στον νερόλακκο με δυσκολία θα γλίτωσε το εγκεφαλικό. Μπροστά στην πόρτα του γραφείο καθόταν ένας άγνωστος άντρας με εργατικά ρούχα, γαλότσες στα πόδια και το κουτί με το ένα εκατομμύριο μονάδες στα χέρια.
-Μας φέρατε χθες αυτό το κουτί;
-Μάλιστα εγώ το έφερα.
-Να το πάρεις πίσω δεν το θέλουμε!!! ( Και ο Μικρός Εργάτης του πετά κατάμουτρα το κουτί.)
-Μια στιγμή κύριε δεν είναι εύκολο να το πάρω πίσω. ( Με γρήγορες κινήσεις ο λογιστής ενημέρωσε τον Μεγάλο Άρχοντα.) Σας θέλει ο Μεγάλος Άρχοντας, είστε ο Μικρός Εργάτης μου είπε, σας περιμένει. ( Ο λογιστής με το κουτί αγκαλιά συνόδευσε τον Μικρό Εργάτη στο γραφείο του αφεντικού τους.)
-Μα καλά φίλε μου γιατί επιστρέφεις τα χρήματα πίσω; Εγώ για δώρο σου το έδωσα, για να σε ευχαριστήσω, μην ξεχνάς αν δεν ήσουνα εσύ μπορεί και να κινδύνευε η ζωή μου.
-Ευχαριστώ, μα δεν τα θέλω, πάρ΄τα πίσω …. ( ο λογιστής κοιτούσε με γουρλωμένα τα μάτια, από την μια μιλούσε στον ενικό στο αφεντικό από την άλλη κλότσαγε την τύχη του ο πεισματάρης με τις γαλότσες). Παίρνεις το κουτί σου και είμαστε πάτσι.
-Πες μου κάτι που θέλεις.
-Θέλω την χαρά μου πίσω, τίποτα άλλο. Όταν ανοίξαμε το κουτί σου, άνοιξε ο ασκός του Αιόλου μέσα στο σπίτι μας. Τα παιδιά μου δεν ήξεραν τι ζητούσαν και η γυναίκα μου δεν ήξερε τι ήθελε. Για πρώτη και τελευταία ήρθε η οικογένεια μου σε τέτοια ένταση, παραλίγο να γίνουμε έξι κομμάτια. Για αυτό σου λέω πάρε τα λεφτά σου πίσω εγώ θέλω μόνο την χαρά στην καθημερινή μου ζωή, αυτή ούτε πουλιέται ούτε αγοράζεται. Είμαι απόλυτα ευχαριστημένος με το μεροκάματο μου. ( Του γυρίζει απότομα την πλάτη και φεύγει, πίσω του έτρεχε ο λογιστής να τον επαναφέρει , με το κουτί στο χέρι.)
Ο Μεγάλος Άρχοντας κοίταξε βουρκωμένος από τον γυάλινο πύργο προς τον βάλτο, ένοιωσε τους παλμούς του να ανεβαίνουν, το σώμα του να ιδρώνει οι τρίχες του να ανασηκώνονται. Είχε ξυπνήσει μέσα του το αρχέγονο ζώο που αναζητούσε
την πραγματική χαρά. Δύο ηλεκτρονικοί βόμβοι τον έβγαλαν από το αδιέξοδο. Ήταν η ώρα που έπρεπε να πάρει το αντικαταθλιπτικό του για να γεμίσει η μπαταρία του μυαλού του σεροτονίνη και το αγχολυτικό του για να κρύψει το άγριο ζώο που αναζητούσε την χαρά, ευτυχώς πάνω στην ώρα …… μπιπ μπιπ
*Ο πατέρας του Παναγιώτη μου διηγήθηκε την πραγματική ιστορία, ένας οικογενειάρχης επέστρεψε μια ευχαριστήρια αμοιβή γιατί παρά λίγο να χαθεί η χαρά από το σπίτι του και να διαλυθεί η οικογένεια του.