Ένας νεαρός άντρας από κάποια επαρχιακή πόλη της Βόρεια Ντακότα, μετακόμισε στη Φλόριντα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Μετά από αρκετές μέρες άσκοπης αναζήτησης για δουλειά, κατέληξε σε ένα μεγάλο πολυκατάστημα, από αυτά που έχουν κυριολεκτικά τα πάντα.
Ο διευθυντής προσωπικού που του πήρε συνέντευξη τον ρώτησε: «Έχετε κάποια εμπειρία στις πωλήσεις;»
Ο νεαρός του απάντησε «Ναι. Εργαζόμουν ως πωλητής σε ένα μικρό κατάστημα της πόλης στην οποία γεννήθηκα.»
Ο διευθυντής δεν ήταν βέβαιος αν έπρεπε να τον προσλάβει. Όμως του άρεσε ο τρόπος με τον οποίο ο νεαρός απαντούσε στις ερωτήσεις του και για αυτό αποφάσισε να του δώσει μια ευκαιρία.
«Θα ξεκινήσεις αύριο να εργάζεσαι δοκιμαστικά. Θα έρθω να σε βρω το βράδυ όταν κλείσει το κατάστημα και ανάλογα με τις επιδόσεις σου θα αποφασίσω τι θα κάνω μαζί σου».
Η πρώτη μέρα στη δουλειά ήταν πολύ δύσκολη αλλά ο νεαρός άντρας ήταν αποφασισμένος να τα καταφέρει.
Όταν ήρθε το βράδυ και οι πόρτες έκλεισαν, ο διευθυντής κατέβηκε στο τμήμα πωλήσεων για να ελέγξει τις επιδόσεις του νεαρού και να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να εργάζεται και την επόμενη μέρα.
«Πόσους πελάτες έπεισες να αγοράσουν κάτι από εσένα σήμερα;»
Ο νεαρός φάνηκε λυπημένος. Έσκυψε το κεφάλι του προς το πάτωμα και του απάντησε χαμηλόφωνα: «Έναν».
Ο διευθυντής άρχισε να φωνάζει: «Μόνο έναν; Οι υπάλληλοί μας πωλούν κατά μέσο σε 20 με 30 πελάτες την ημέρα. Αυτό θα πρέπει να αλλάξει και σύντομα, αν θέλεις να συνεχίσεις να εργάζεσαι εδώ. Έχουμε πολύ αυστηρά κριτήρια για τους υπαλλήλους που απασχολούμε στην εταιρεία μας. Δεν μπορώ να ξέρω τι έκανες πριν εκεί που δούλευες, αλλά εδώ με τέτοιες επιδόσεις δεν πρόκειται να καταφέρεις απολύτως τίποτα.»
Ο νεαρός φάνηκε να λυπάται πραγματικά. Ήταν τόσο στεναχωρημένος που δεν σήκωσε ούτε λεπτό το βλέμμα του από το πάτωμα για να κοιτάξει τον διευθυντή.
Ο διευθυντής το κατάλαβε και ένιωσε άσχημα που του μίλησε έτσι. Στη συνέχεια με ένα ελαφρώς σαρκαστικό τόνο τον ρώτησε:
«Λοιπόν, για πες μου πόσα χρήματα απέφερε η μοναδική σου πώληση;»
Ο νεαρός σήκωσε το βλέμμα του από το πάτωμα, τον κοίταξε και του είπε:
«101,237.65 δολάρια».
Ο διευθυντής έκπληκτος τον ρώτησε: «100,000 δολάρια; Μα τι στο καλό του πούλησες;»
«Λοιπόν, πρώτα, του πούλησα μερικά αγκίστρια. Στη συνέχεια, του πούλησα ένα νέο καλάμι ψαρέματος για να χρησιμοποιήσει τα καινούργια του αγκίστρια. Μετά τον ρώτησα που θα πάει για ψάρεμα και μου απάντησε κάτω από την ακτή, έτσι του είπα ότι σίγουρα θα χρειαστεί και ένα σκάφος. Κατεβήκαμε στο τμήμα με τα σκάφη και του πούλησα ένα δικινητήριο Chris Craft. Στη συνέχεια μου είπε ότι δεν είχε σκεφτεί ότι το Honda Civic του δεν θα μπορούσε να τραβήξει το καινούργιο του σκάφος, και γι “αυτό τον πήγα κάτω στο τμήμα αυτοκινήτων και του πούλησα ένα 4×4 Expedition ».
Ο διευθυντής τον κοίταξε απορημένος και του είπε: «Ένας άντρας ήρθε εδώ για να αγοράσει αγκίστρια, και του πούλησες ένα σκάφος και ένα αυτοκίνητο;»
Ο νεαρός πολύ φυσιολογικά του απάντησε: «Όχι, ο άνθρωπος ήρθε εδώ για να αγοράσει σερβιέτες για τη σύζυγό του, και του είπα, «Φίλε, αφού το Σαββατοκύριακο σου καταστράφηκε, γιατί δεν πας για ψάρεμα;»
ΠΗΓΗ