Άπαντες πλέον συμφωνούν ότι το μυστικό της εξόδου από την κρίση η για την οικονομική ανάπτυξη βρίσκεται περισσότερο στην ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία. Ήδη τα τελευταία χρόνια ανθούν ιδιωτικοί και δημόσιοι φορείς που προσπαθούν να την ενισχύσουν, μέσω μοντέλων start ups, επιχειρηματικών βραβείων και κοινοτικών επιδοτήσεων. Πριν όμως πλέξουμε το εγκώμιο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και αναζητήσουμε τρόπους περαιτέρω ενίσχυσης της, ας αναλύσουμε λίγο την ελληνική επιχειρηματικότητα. Πρώτα από όλα όμως τι ακριβώς είναι η επιχειρηματικότητα; Είναι κάθε προσπάθεια για δημιουργία νέας επιχείρησης ή μιας νέας δραστηριότητας, από υφιστάμενες η νέες επιχειρήσεις, ομάδες ιδιωτών η μεμονωμένους ιδιώτες. Η επιχειρηματικότητα γενικώς χωρίζεται σε ευκαιρίας και ανάγκης. Ανάγκης επιχειρηματικότητα είναι εκείνη που εξασκείται υποχρεωτικά ως βιοποριστική ανάγκη. Ευκαιρίας είναι η επιχειρηματικότητα η εκμετάλλευση μιας ιδέας, με την οποία το άτομο πιστεύει ότι θα του εξασφαλίσει υψηλότερο εισόδημα, συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη διάθεσιμη επιλογή, όπως για παράδειγμα η παροχή μισθωτής εργασίας.
Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα αποτελεί μάλλον μια ατομική υπόθεση, η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι ατομικές η πολύ μικρές. Ως γνωστόν, περισσότερο είναι επιχειρηματικότητα ανάγκης και όχι ευκαιρίας (με ότι συνεπάγεται αυτό στην καινοτομία και τις φρέσκες ιδέες). Σίγουρα την επιχειρηματικότητα δεν βοηθά το θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Σε ότι αφορά την διευκόλυνση της έναρξης επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια οπωσδήποτε έχουν γίνει βήματα προς την σωστή κατεύθυνση για την απλοποίηση της διαδικασίας. Ωστόσο, στα πράγματα στην φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές η κατάσταση, λόγω των γνωστών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας παραμένει, μάλλον αποθαρρυντική. Στην ουσία, «με το καλημέρα» μια νεο ιδρυθείσα επιχείρηση καλείται να καταβάλλει σημαντικά ποσά σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Επίσης κρίσιμα είναι τα ζητήματα κόστους στην περίπτωση της «αποεπένδυσης» όταν δηλαδή κάποιος επιχειρήσει να απεμπλακεί απο την επιχειρηματική του δραστηριότητα. Πέρα όμως από το (οικονομικό) κόστος της αποτυχίας, ο φόβος μιας πιθανής αποτυχίας επηρεάζει τους Έλληνες από το να τολμούν επιχειρηματικά;
Σε μια σχετικώς πρόσφατη διεθνή μελέτη για την επιχειρηματικότητα που ανά δημοσίευσε το Βήμα (http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=564215) 2 στους 3 Έλληνες (69%) διατηρούσαν θετική στάση απέναντι στην επιχειρηματικότητα το 2013, ποσοστό που παραμένει στα ίδια επίπεδα με τον παγκόσμιο μέσο όρο του 70%. Το συγκεκριμένο ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό εάν αναλογιστούμε ότι το έτος 2013 μάλλον είχαμε την κορύφωση της οικονομικής κρίσης και της αποστροφής για ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου. Ωστόσο, σύμφωνα με την μελέτη, ένα σημαντικό εμπόδιο για την ανάληψη επιχειρηματικής πρωτοβουλίας είναι ο φόβος της αποτυχίας: 70% των ερωτηθέντων ένιωθαν να απειλούνται από αυτόν. Το συγκεκριμένο εύρημα του φόβου της αποτυχίας δεν είναι κάτι παροδικό η πρόσφατο στην χώρα μας. Σε μια παλαιότερη μελέτη του ΙΟΒΕ το 2003 για το προφίλ της ελληνικής επιχειρηματικότητας, εμφανίζεται το ίδιο συμπέρασμα και μάλιστα σε αντιφατικότερη μορφή. Στην Ελλάδα εκτιμήθηκε, ότι ο φόβος για την επιχειρηματική αποτυχία είναι ισχυρότερος απο οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Το παράδοξο ήταν ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες, τουλάχιστον εκείνη την εποχή, παρουσίαζαν μαζί με τον φόβο της αποτυχίας και ταυτοχρόνως μεγάλη αυτοπεποίθηση για τις επιχειρηματικές τους ικανότητες.
Ως λαός συνεπώς δεν τα πηγαίνουμε και πολύ καλά με το ενδεχόμενο της επιχειρηματικής αποτυχίας. Η επιχειρηματικότητα όμως από μόνη της είναι μια «τολμηρή» επαγγελματική πορεία με αβεβαιότητες, εάν την συγκρίνουμε με την «ασφάλεια» μιας υπαλληλικής σχέση υπό ένα άλλο εργοδότη και όχι από τον ίδιο μας το εαυτό. Κατά την ταπεινή μου άποψη, ασχέτως πολιτικών πεποιθήσεων, είμαστε μάλλον άνθρωποι που δεν τους αρέσουν οι αλλαγές και το «άγνωστο». Δεν μας αρέσουν οι δοκιμές, ούτε και οι μεγάλες ανακατατάξεις σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Οι περισσότεροι από εμάς, πριν αποφασίσουμε να αλλάξουμε κατεύθυνση ή να κάνουμε κάτι νέο στην ζωή μας, αναλογιζόμαστε όλες τις πιθανές συνέπειες που οι επιλογές μας θα έχουν, οπωσδήποτε στο οικογενειακό μας περιβάλλον, όμως και τις εντυπώσεις που θα προκαλέσουν στο φιλικό και κοινωνικό μας περιβάλλον. Τα παραπάνω ισχύουν και σε όσους Έλληνες τελικά τολμούν επιχειρηματικά. Οι προσεγγίσεις όμως μας γενικότερα στην ζωή επηρεάζουν και την τάση μας για δημιουργικότητα. Η επιχειρηματική δημιουργικότητα απαιτεί μια συνεχή αναζήτηση στο πνεύμα, τις σκέψεις και τις ιδέες του καθενός απο εμάς, χωρίς τον φόβο, ότι εκεί που καταλήξαμε, βρισκόμαστε πλέον πολύ μακριά, απο τις αρχές μας , τις πεποιθήσεις μας και τις ιδεολογικές μας αφετηρίες. Εαν αναλογιστεί κάποιος, πόσες τελικά «φαεινείς» επιχειρηματικές ιδέες καταλήγουν σε επιτυχία θα συμπεράνει ότι μάλλον το «επιχειρείν» είναι κοντύτερα στην αποτυχία, παρά στην επιτυχία. Σύμφωνα με μια έρευνα του Bloomberg τον Δεκέμβριο του 2013, στις ΗΠΑ, την ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη, 8 στις 10 start ups επιχειρήσεις, απλά, αποτυγχάνουν, εντός των πρώτων 18 μηνών της δημιουργίας τους.
Οι έλληνες μάλλον δεν τολμούν να επιχειρήσουν ελέω του φόβου να συμβεί το επικρατέστερο φυσιολογικά ενδεχόμενο, δηλαδη να αποτύχουν. Επίσης, σε όλα τα πράγματα στην ζωή, έτσι και στον επαγγελματικό στίβο, πρέπει να γνωρίζει κάποιος, πότε πρέπει να σταματήσει να προσπαθεί, εάν πλέον οι προσπάθειες του απλά δεν αποδίδουν και επιτείνουν μια μη αναστρέψιμη αποτυχία μιας επιχειρηματικής ιδέας. Σε όλες τις επιχειρήσεις που αποτυγχάνουν, η απραξία και η αναποφασιστικότητα κοστίζει, το ρολόι του χρόνου χτυπάει αμείλικτα, προσθέτοντας το λιγότερο, κάποια πάγια έξοδα ακόμα, στην πλάτη του επιχειρηματία. Είναι απολύτως φυσιολογικό οι εν λόγω επιχειρήσεις να παύουν την λειτουργία τους, εγκαίρως, δίχως συναισθηματισμούς, για να μειωθεί στο λιγότερο δυνατό η «χασούρα». Μέχρι προσφάτως η ελληνική αγορά, αντιμετώπιζε την πτώχευση επιχειρήσεων ως κάτι άσχημο, άρρωστο και μολυσματικό. Δεν εννοούμε φυσικά την συσσώρευση χρεών και υποχρέωσεων σε τρίτους το οποίο είναι ούτως η άλλως απαράδεκτη και αντικοινωνική συμπεριφορά. Αναφερόμαστε στην αρνητική εντύπωση που προκαλούσε στην αγορά, η αποτυχία ενός επιχειρηματία, λες και η αποτυχία αυτή τον χαρακτηρίζει για το υπόλοιπο της παραγωγικής ζωής του. Πολύ περισσότερο δε, ως κοινωνία ήμασταν ικανοί να στηλιτεύουμε και την συγκεκριμένη ιδέα με την οποία ο εν λόγω επιχειρηματίας απέτυχε.
Με το να καταλήγουμε όμως σε τέτοιου είδους αυθαίρετα συμπεράσματα για κάποιον επιχειρηματία και την ιδέα του παραβλέπουμε και αποτρέπουμε το σημαντικότερο ίσως χαρακτηριστικό της επιχειρηματικότητας. Την επανάληψη της προσπάθειας, με την ίδια επιχειρηματική ιδέα βελτιωμένη η εντελώς αλλαγμένη με όπλο πάντα την πείρα της αποτυχίας. Η επιχειρηματικότητα ως έννοια είναι κοντύτερα στην αποτυχία παρά στην επιτυχία. Είναι η επαναλαμβανόμενη προσπάθεια και η προπόνηση στον επιχειρηματικό στίβο, η οποία θα αυξήσει την πιθανότητα να επέλθει η ποθούμενη επιτυχία, μετά από αρκετές αποτυχίες. Η δημιουργική διάσταση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα είναι επίσης παραμελημένη. Οπωσδήποτε, η δημιουργικότητα, η καινοτομία και κυρίως η πίστη στις δυνατότητες δίχως φόβο για αποτυχία δεν είναι αρετές που μπορούν να αναπτυχτούν στο προφίλ του Έλληνα επιχειρηματία από την μια στιγμή στην άλλη. Η υγιής επιχειρηματική κουλτούρα για να αναπτυχθεί χρειάζεται χρόνος και την κατάλληλη παιδεία από πολύ νωρίς. Εάν όμως είναι να μας αφήσει κάτι η κρίση που βιώνουμε, είναι πάνω από όλα ένας νέας τρόπος σκέψης και νοοτροπίας για πολλά από τα αρνητικά μας γνωρίσματα που έχουμε ως λαός.
Του Ιωάννη Στεφάτου (ithesis.gr)