Σε τρεις άξονες κινείται το νομοσχέδιο για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση που κατατίθεται αύριο στη Βουλή από τον αναπληρωτή υπουργό Παιδείας Τάσο Κουράκη με την διαδικασία του κατ’ επείγοντος.
Το νομοσχέδιο πρόκειται να συζητηθεί στη Μόνιμη Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων την προσεχή Δευτέρα και Τρίτη 4 και 5 Μαΐου, ενώ αναμένεται να έχει ψηφιστεί έως την Παρασκευή 8 Μαΐου.
Ο πρώτος άξονας αφορά στο μεταβατικό σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων, όπου εισάγεται το «μάθημα – μπαλαντέρ».
Ο δεύτερος άξονας αφορά στον χαρακτήρα και τις διαδικασίες εισαγωγής στα Πρότυπα και Πειραματικά σχολεία, τα οποία διαχωρίζονται μεταξύ τους.
Ο τρίτος άξονας έχει να κάνει με την επιλογή των διευθυντών των σχολικών μονάδων όπου εισάγεται για πρώτη φορά ως κριτήριο επιλογής η γνώμη του συλλόγου των διδασκόντων μέσω μυστικής ψηφοφορίας.
Το νέο σύστημα θα ισχύσει από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, δηλαδή από τις πανελλήνιες εξετάσεις του 2016, ενώ διακηρυγμένη πρόθεση του υπουργείου είναι να ακολουθήσει ευρύς διάλογος σε βάθος χρόνου ώστε να ισχύσει ένα νέο σύστημα από το 2018.
Εξεταστικό σύστημα
Ως προς το εξεταστικό σύστημα, ο βασικός στόχος είναι να δοθεί στους υποψηφίους η δυνατότητα εισαγωγής σε σχολές από δύο διαφορετικά πεδία. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει η βεντάλια των επιλογών για τους υποψήφιους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Για να αποκτήσουν πρόσβαση, ωστόσο, και σε δεύτερο επιστημονικό πεδίο, οι υποψήφιοι θα πρέπει να δώσουν εξετάσεις σε πέντε αντί για τέσσερα μαθήματα. Αντίθετα, η επιλογή των τεσσάρων μαθημάτων περιορίζει τον υποψήφιο σε ένα επιστημονικό πεδίο. Αυτά τα τελευταία είναι πέντε και συγκεκριμένα: 1. Ανθρωπιστικές, Νομικές και Κοινωνικές Επιστήμες 2. Θετικές Επιστήμες 3. Επιστήμες Υγείας 4. Επιστήμες της Εκπαίδευσης 5. Επιστήμες Οικονομίας και Πληροφορική.
Το λεγόμενο «μάθημα – μπαλαντέρ» διευρύνει την γκάμα των επιλογών για τους υποψήφιους σε 60 έως 140 σχολές. Σύμφωνα με όσα έχουν εξαγγελθεί, τα μαθήματα μπαλαντέρ είναι η Βιολογία, τα Μαθηματικά, οι Αρχές Οικονομικής Θεωρίας, η Ιστορία. Ενας υποψήφιος , για παράδειγμα, μπορεί να δώσει εξετάσεις στα μαθήματα του επιστημονικού πεδίου των Θετικών Επιστημών (Γλώσσα, Φυσική, Μαθηματικά, Χημεία) για να πετύχει την εισαγωγή του σε κάποια Πολυτεχνική Σχολή και επιπλέον να εξεταστεί στη Βιολογία εφόσον επιθυμεί να δοκιμάσει την τύχη του και στις ιατρικές σχολές.
Πρότυπα και Πειραματικά σχολεία
Η αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα Πρότυπα και Πειραματικά σχολεία ήταν μία από τις πρώτες διακηρύξεις της νέας ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας. Η φράση, μάλιστα, του υπουργού Παιδείας Αριστείδη Μπαλτά στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ότι η «αριστεία είναι ρετσινιά» είχε προκαλέσει αντιδράσεις. Όπως είχε εξηγήσει ο υπουργός σε συνέντευξη Τύπου που είχε παραχωρήσει λίγες ημέρες αργότερα, ο στόχος του διαχωρισμού των Προτύπων από τα Πειραματικά σχολεία και η επαναφορά της κλήρωσης ως τρόπου εισαγωγής αντί των εξετάσεων δεν είναι η υπονόμευση της αριστείας αλλά η αποτροπή της δημιουργίας μιας μαθητικής ελίτ που θα λαμβάνει προνομιακή εκπαίδευση σε σχέση με τους μαθητές των υπόλοιπων σχολείων.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, τα περίπου 60 Πειραματικά και Πρότυπα σχολεία διαχωρίζονται μεταξύ τους με τα πρώτα να επανέρχονται στον ρόλο των «δοκιμαστηρίων» σε ό,τι αφορά νέα βιβλία διδασκαλίας και αλλαγές στο αναλυτικό πρόγραμμα. Οι μαθητές στα Πειραματικά θα εισάγονται με κλήρωση, ώστε το δείγμα των μαθητών να είναι αντιπροσωπευτικό αφού θα καλύπτει όλο τα φάσμα των μαθητικών επιδόσεων.
Τα Πρότυπα σχολεία διατηρούν τον τίτλο τους και τον χαρακτήρα τους για ιστορικούς λόγους. Αυτά είναι η Βαρβάκειος Σχολή στην Αθήνα, η Ιωανίδειος Σχολή στον Πειραιά, η Ευαγγελική Σχολή Νέας Σμύρνης, το πρότυπο σχολείο των Αναβρύτων και – ενδεχομένως – η Ζωσιμαία Σχολή στα Ιωάννινα. Ως προς τον τρόπο εισαγωγής σε αυτά τα σχολεία (κλήρωση ή εξετάσεις), θα καθοριστεί με απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (ΔΕΠΠΣ) έπειτα από σχετική εισήγηση του συλλόγου διδασκόντων του σχολείου και -όπου υπάρχει- του συλλόγου αποφοίτων.
Επιλογή των διευθυντών των σχολικών μονάδων
Σε ό,τι αφορά τέλος την επιλογή των διευθυντών των σχολικών μονάδων, καταργείται η συνέντευξη – που σύμφωνα με την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας άνοιγε παράθυρο σε αυθαίρετες επιλογές – και εισάγεται η αξιολόγηση του υποψηφίου από τον σύλλογο των διδασκόντων, η γνώμη των οποίων θα προσμετράται σε ποσοστό 33% στην τελική επιλογή. Για να γίνει αυτό, πάντως, ο υποψήφιος διευθυντής (που μπορεί να θέσει υποψηφιότητα σε δύο σχολικές μονάδες) θα πρέπει να λάβει το 100% των ψήφων των συναδέλφων του. Αν, για παράδειγμα, λάβει το 50% των ψήφων, το ποσοστό των μορίων που θα λάβει από τους συναδέλφους του μειώνεται στο μισό, δηλαδή στο 16,5%.
Από την άλλη πλευρά, ο υποψήφιος διευθυντής πρέπει να λάβει τουλάχιστον το 20% των προτιμήσεων του συλλόγου των διδασκόντων για να καλύψει τη θέση, ενώ τα προσόντα που απαιτούνται επιπλέον είναι 10ετής εκπαιδευτική και 8ετής διδακτική προϋπηρεσία. Η φιλοδοξία του υπουργείου είναι να κρίνονται οι διευθυντές των σχολικών μονάδων όχι μόνο με βάση τα τυπικά τους προσόντα, αλλά και με βάση τη γενική τους συγκρότηση.