Ο Επίτροπος Ενέργειας της Ε.Ε. Arias Cañete τονίζει επίσης ότι ενώ η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας αποτελεί προτεραιότητα της Ε.Ε., η Ελλάδα αρνείται να συμμορφωθεί με την κοινοτική νομοθεσία και συγκαταλέγεται στις χώρες της Ε.Ε. στις οποίες δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί μια ανταγωνιστική ενεργειακή αγορά. Μάλιστα, υπενθυμίζει ότι από το 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η οιονεί αποκλειστική πρόσβαση της ΔΕΗ σε λιγνίτη — το φθηνότερο καύσιμο στην Ελλάδα —αντίκειται στον ανταγωνισμό και για το λόγο αυτό έχει προσφύγει εναντίον της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Παράλληλα στην ερώτηση της Μαρίας Σπυράκη σχετικά με την ανεξαρτησία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) , ο κ. Cañete τονίζει ότι η αποτελεσματικότητα και η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας αποτελούν ζωτικής σημασίας παράγοντα για τη διασφάλιση αποτελεσματικής ρύθμισης του τομέα της ενέργειας, καθώς και για τη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και, ως εκ τούτου, αποτελούν προτεραιότητα στη δράση επιβολής του νόμου της Επιτροπής. περισσότερα νέα εδώ
Ολόκληρη η ερώτηση της Μαρίας Σπυράκη έχει ως εξής:
«Ενώ η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ, ο Υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ελλάδας, Παναγιώτης Λαφαζάνης, δηλώνει ότι «η ΔΕΗ δεν τεμαχίζεται, δεν παραχωρείται ούτε πωλείται», αποκλείοντας κάθε αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ, παρά το γεγονός ότι η προηγούμενη κυβέρνηση έχει από το 2014 νομοθετήσει την αποκρατικοποίηση του 30% της εταιρείας.
Παράλληλα, με σειρά από δηλώσεις του, ο κ. Λαφαζάνης έχει εξαγγείλει την τροποποίηση του νομοθετικού πλαισίου της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), ενώ έχει εξαγγείλει παρέμβαση του ΥΠΑΠΕ στις αρμοδιότητες και τις αποφάσεις της ΡΑΕ, με την κατάθεση τροπολογιών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Δεδομένου ότι η ΔΕΗ έχει την αποκλειστική πρόσβαση και εκμετάλλευση των φθηνών εγχώριων ενεργειακών πόρων (λιγνίτες — υδροηλεκτρικά), την ιδιοκτησία όλων των συναφών υποδομών παραγωγής, όπως τα ορυχεία και οι σταθμοί παραγωγής, καθώς και την πλήρη κυριότητα και διαχείριση, μέσω των 100% θυγατρικών της ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ, του δικτύου μεταφοράς και του δικτύου διανομής, και δεδομένου ότι οι αρμοδιότητες και η ανεξαρτησία της ΡΑΕ προσδιορίζονται από το Γ’ Ενεργειακό Πακέτο, ερωτάται η Επιτροπή:
Είναι τα παραπάνω σε αρμονία με την νομοθεσία της ΕΕ, και συγκεκριμένα με την Οδηγία 2009/72/EΚ και τους Κανονισμούς 713/2009/EΚ, 714/2009/ΕΚ και 715/2009/EΚ;
Συνάδουν τα παραπάνω με τις υποχρεώσεις της Ελλάδας για απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και με τη δέσμευση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για προσιτή, ασφαλή και αειφόρο ενέργεια στο εσωτερικό της ΕΕ;»
Ολόκληρη η απάντηση του Επιτρόπου Ενέργειας Arias Cañete έχει ως εξής:
«Τα άρθρα 39 και 41 της οδηγίας για το φυσικό αέριο και τα άρθρα 35 και 37 της οδηγίας για την ηλεκτρική ενέργεια ορίζουν τα καθήκοντα και τις εξουσίες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας και απαιτούν από τα κράτη μέλη να εγγυώνται την ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών και να εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενέργειας ασκούν τις εξουσίες τους με αμεροληψία. Η αποτελεσματικότητα και η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας αποτελούν ζωτικής σημασίας παράγοντα για τη διασφάλιση αποτελεσματικής ρύθμισης του τομέα της ενέργειας, καθώς και για τη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και, ως εκ τούτου, αποτελούν προτεραιότητα στη δράση επιβολής του νόμου της Επιτροπής.
Οι Έλληνες πολίτες και οι ελληνικές εταιρείες πληρώνουν τιμές ενέργειας που είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Τούτο απορρέει επίσης από το γεγονός ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες της ΕΕ όπου δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί μια ανταγωνιστική ενεργειακή αγορά. Ήδη το 2008, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η οιονεί αποκλειστική πρόσβαση της ΔΕΗ σε λιγνίτη — το φθηνότερο καύσιμο στην Ελλάδα —αντίκειτο στον ανταγωνισμό. Η σχετική απόφαση εκκρεμεί στο δικαστήριο της ΕΕ.»