ΆρθροΑρχείο

Παλιές Ιστορίες με ολίγη από Γεωγραφία

Στην Αγγλία άρχισα να καπνίζω στριφτό. Είχα πάει για μια βδομάδα και κουβάλαγα μαζί μου 40 πακέτα τσιγάρα. «Μια βδομάδα είναι,» σκέφτηκα, «όσες τράκες και να μου κάνουν, θα φέρω και μερικά πίσω». Λογική  σκέψη, έμενα μια βδομάδα. Έλα όμως που δεν έμεινα τόσο. Έμεινα δεκαπέντε χρόνια και τα τσιγάρα που είχα πάρει μαζί μου δεν έφτασαν ούτε για «ζήτω». Μια και δυο πάω στον μίνι – μάρκετ της γειτονιά μου. Ένας συμπαθέστατος Ινδός ήταν ο ιδιοκτήτης και αφού συστηθήκαμε, του ζήτησα να μου δώσει ένα πακέτο Player’s. Αυτά κάπνιζα όταν ήμουν φοιτητής στην Αγγλία, αυτά ήξερα. Ο Τόνι έβαλε το χέρι πάνω στο πρώτο πακέτο, αλλά δεν το τράβηξε να το φέρει στον πάγκο.

«Ξέρεις πόσο έχει;» με ρώτησε.

«Έλα, βρε Τόνι, ένα πακέτο τσιγάρα θέλω ν’ αγοράσω, όχι οικόπεδο», πάντα ψύχραιμος εγώ.

Μου το έφερε και είπε:

«₤4,30»

«Βάλ’ το πάλι στη θέση του, καλύτερα να πάρω οικόπεδο», είπα εγώ.

«Και τι θα καπνίσεις;» θέλησε να μάθει ο Τόνι.

«Το γρασίδι που κόβω απ’ τον κήπο θα καπνίσω, μαρουλόφυλλα θα καπνίσω, μπορεί και τις ειδήσεις, αλλά ₤4,30 για ένα πακέτο τσιγάρα, να μου κοστίζουν 22 πέννες το ένα, δεν δίνω».

Ο Τόνι τότε έβγαλε ένα πακετάκι καπνό πάνω στον πάγκο κι ένα πακέτο τσιγαρόχαρτα. Τότε υπήρχαν πολλές μάρκες καπνού, αλλά ένα μοντέλο η κάθε μία, το βαρύ, το αντρικό.

«Ξέρεις να στρίβεις;» με ρώτησε.

«Όχι», απάντησα.

Έβγαλε και μια μηχανή στριψίματος και την άφησε δίπλα στον καπνό και τα τσιγαρόχαρτα.

«Κάπνισε αυτόν κι αν δεν σου αρέσει, έλα αύριο να σου δώσω άλλη μάρκα. Έχουμε πολλές», μου είπε.

«Τι σου χρωστάω, Τόνι;»

«₤4,30» μου απάντησε. Βρε σουξέ που είχαν οι ₤4,30 εκείνη την ημέρα!

 

Πλήρωσα πήρα την πραμάτεια και πήγα σπίτι. Άρχισα να προσπαθώ να στρίψω τσιγάρο με το χέρι, χωρίς να αποσυσκευάσω την μηχανή. Ε, πέντε, δέκα, είκοσι φορές, τα κατάφερα. Έμαθα! Ο καπνός στην Αγγλία τότε ήταν πανάκριβος, για εγγλέζικο καπνό συζητάμε τώρα, όχι πακέτα εισαγωγής και κυκλοφορούσε σε τρεις συσκευασίες, των 12,5 γρ. των 25 και των 50. Συνέχιζα να τον πληρώνω, μέχρι που πήγα σ’ ένα μπαρ με κάτι φίλους και είδα κάποιον, μ’ ένα τεράστιο σακβουαγιάζ στον ώμο, να μοιράζει 50άρια πακέτα καπνού σε διάφορους εκεί μέσα.

«Ρε Ron, διαφήμιση κάνει αυτός; Εμένα γιατί δεν μου ’δωσε;» ρώτησα κάποιον που είχε πάρει το πακέτο του απ’ τον διαφημιστή.

«Εσένα δεν σε ξέρει» μου απάντησε. θέλεις καπνό, ετοίμασε ₤3,50» συμπλήρωσε κι εγώ ετοίμασα ₤7.

Του έκανε νόημα κι ήρθε. Μόλις είδε τα λεφτά και τι καπνό κάπνιζα, πάνω στο τραπέζι ήταν, έβγαλε 2 πακέτα απ’ το σακούλι του, πήρε τα λεφτά και τα άφησε πάνω στο τραπέζι. Μετά διαπίστωσα ότι ο εγγλέζικος καπνός ερχόταν απ’ το Βέλγιο, όπου ήταν πιο φτηνός, περίπου στο ⅓ της τιμής στην Αγγλία. Ε, όχι και να μας πιάνουν κορόιδα οι εγγλέζοι. Μια και δυο πάω στον Μάρτιν, απέναντι. Στριφτό κάπνιζε κι ο Μάρτιν.

«Είσαι για εκδρομή το Σ/Κ;» ρωτάω.

«Μέσα, αλλά πού θα πάμε;» μου είπε.

«Εδώ κοντά» του λέω.

«Στο Lake District;» ρωτάει.

«Όχι, μωρέ», έβαλα τα γέλια εγώ. «Μέχρι το Βέλγιο».

«Τι να κάνουμε εκεί;» απόρησε.

«Θα φάμε ψάρι και θαλασσινά, θα κοιμηθούμε μια βραδιά, θα κάνουμε τα ψώνια μας, θα περάσουμε στην Γαλλία, άλλα ψώνια εκεί και Κυριακή βράδυ θα είμαστε σπίτια μας», τον πληροφόρησα.

«Εν τάξει. Με το δικό σου ή με το δικό μου;» ρώτησε.

«Με το φορτηγάκι της δουλειάς. Είπαμε: πάμε για ψώνια», απάντησα.

 

Και πήγαμε. Εκτός απ’ τον καπνό βεβαίως, πήραμε κι άλλα πράγματα, έπρεπε να βγουν και τα έξοδα. Να κάτι μοναστηριακές μπίρες λοιπόν, να κάτι τυριά και απ’ όλα όσα είχε το Βέλγιο να προσφέρει. Την άλλη μέρα μπήκαμε Γαλλία. Ήξερα μια οινοποιία, νότια απ’ το Καλαί, όπου θα μπορούσαμε να αγοράσουμε το κρασί που έπαιρνα στον Marks and Spencer πάμφθηνα κι όταν είδα τη διαφορά τιμής ανάμεσα σε Γαλλία και Αγγλία, έμεινα με το στόμα ανοιχτό!

 

Μετά από μια αριστερή στροφή λοιπόν, να σου και ξεπετάγεται μπροστά μας ένας Sainsbury’s, εγγλέζικο σούπερ μάρκετ είν’ αυτό. Απόρησα και μπερδεύτηκα.

«Ρε παιδιά, με ποια μεριά της Μάγχης είμαστε;» ρώτησα, μην πιστεύοντας τα μάτια μου.

«Στην από ’δω!» μου απαντάνε όλοι μ’ ένα στόμα.

Ίσα που πρόλαβα να σταματήσω δεξιά, γιατί είχα ξεραθεί στα γέλια και οι άλλοι παρεξηγηθήκαν.

«Γιατί γελάς;» ρώτησε η Κάρολ, η γυναίκα μου.

«Γιατί, σ’ όποια και να ’μαστε στην από ’δώ είμαστε. Υπάρχει περίπτωση να ταξιδεύουμε εδώ και να είμαστε στην από ’κεί μεριά;» εξήγησα, ακόμη γελώντας. Κατάλαβαν ότι είχαν πει κοτσάνα και συνεχίσαμε για το οινοποιείο.

 

Να σας πω και τις τιμές να πέσετε τ’ ανάσκελα; ₤15 το μπουκάλι στην Αγγλία, ₤3 στην Γαλλία. Ε καλά, Marks and Spencer είν’ αυτός, δεν είναι παίξε – γέλασε, αλλά πόσα θέλουν να βγάλουν οι μπαγάσηδες, για να γδέρνουν εμένα; Φορτώσαμε λοιπόν κι εμείς ο,τι μπορούσε να σηκώσει το φορτηγάκι, φάγαμε τον περίδρομο σ’ ένα συμπαθέστατο ταβερνάκι, όπου οι τιμές ήταν λογικότατες και η ποιότητα αρίστη, (η Γαλλία είναι πολύ φτηνή στην επαρχία, στις πόλεις και ειδικά στο Παρίσι σου κατεβάζουν το μάγουλο,) και ξεκινήσαμε για το σπίτι μας.

 

Στο Ramsgate, όπου μας έβγαλε το φερυμπότ, μια πανέμορφη τελωνειακός μου είπε ότι δεν χρειαζότανε να κατέβω, για να της ανοίξω την πίσω πόρτα και να μπορέσει να ελέγξει το εμπόρευμα. Ήξερε τι κουβαλάγαμε, αλλά αφού ήταν για προσωπική μας χρήση (και ήταν!) δεν μπορούσε να επιβάλει δασμούς.

 

Το βράδυ στο σπίτι, πάντα στην από ’δώ μεριά της Μάγχης, απολαμβάναμε το κρασί που είχαμε αγοράσει και που δεν άρεσε και τόσο στον Μάρτιν. Προσφέρθηκα να του πληρώσω την αξία του και να το κρατήσω όλο εγώ, επενέβη όμως η Μπεβ, η γυναίκα του Μάρτιν.

«Αν το πουλήσεις, θα σκοτωθούμε! Μ’ αρέσει πολύ!»

 

Το ταξιδάκι μας σε Βέλγιο και Γαλλία επαναλαμβανότανε κάθε τρεις μήνες, έβγαιναν τα έξοδα, όλα μέχρι δεκάρας και μας έμεναν και καμιά 120αριά λίρες στον καθένα. Τέλεια! Είδες η ΕΕ;

 

ο θείος Τάκης  Παναγιώτης Περράκης

 

Το κείμενο που διαβάσατε ήταν μια προσφορά

 

της Αρτοποιίας-Ζαχαροπλαστικής «Αλεύρι & Ζάχαρη», Σιδηράς Μεραρχίας 26, Ναύπλιο, με πάντα φρέσκα προϊόντα και αγνά υλικά. Σας συστήνω να δοκιμάσετε τα νέα προϊόντα τους: Εξαιρετικά σάντουιτς και υπέροχες, φρεσκοφτιαγμένες σαλάτες.

 

Και

 

Του «Popeye bistro», Σταϊκοπούλου 32, Ναύπλιο, για ποιοτικό φαγητό, την νοστιμότερη πίτσα που έχετε ποτέ δοκιμάσει, τέλειες μακαρονάδες, εξαιρετικά και προσεκτικά διαλεγμένα κρασιά και μια αξιόλογη συλλογή από ελληνικές και ξένες μπρες.

 

Και

 

Του «Βάτραχος Café», Υψηλάντου & Κωλέττη 1, Ναύπλιο, με προϊόντα που σας επιτρέπουν να περνάτε ευχάριστα την ώρα σας.

 

Και στα τρία αυτά μαγαζιά προτείνω να δοκιμάσετε και τον καφέ τους. Εξαιρετικός! Ο καλύτερος καφές στην πόλη!

 

Η επιλογή και ανάπτυξη του θέματος, όπως πάντα, δική μου.