Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο συχνή μορφή άνοιας και αποτελεί μείζον ιατρικό και κοινωνικό πρόβλημα για τις ανεπτυγμένες κοινωνίες.Πολύ συχνά ο όρος «άνοια» χρησιμοποιείται λανθασμένα από το ευρύ κοινό ως συνώνυμος της ν. Αλτσχάιμερ. Η άνοια είναι ένας γενικός, περιγραφικός όρος, ενώ η ν. Αλτσχάιμερ είναι μία συγκεκριμένη ασθένεια, η οποία ευθύνεται για τις περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις άνοιας.
Η Νόσος Alzheimer είναι μια χρόνια νευροεκφυλιστική ασθένεια του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, που χαρακτηρίζεται στην ήπια μορφή της από σταδιακή απώλεια της μνήμης και περιορισμό των υπόλοιπων νοητικών λειτουργιών του εγκεφάλου. Είναι μια νόσος της «τρίτης ηλικίας», παρόλο που σποραδικά συναντώνται περιστατικά και σε μικρότερες των 65 ετών ηλικίες.
Άνοια είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα συμπτώματα μιας μεγάλης ομάδας ασθενειών που προκαλούν σταδιακή παρακμή στη λειτουργία ενός ατόμου.
Τα συχνότερα συμπτώματα της άνοιας είναι τα εξής :
· εξασθένηση της μνήμης
· προβλήματα προσανατολισμού
· δυσκολία σε ορισμένες απλές δραστηριότητες (ντύσιμο, τηλεφωνήματα)
· διαταραχές της σκέψης και του λόγου
· διαταραχές της συμπεριφοράς, και αλλαγή στοιχείων του χαρακτήρα π.χ.
ανησυχία και επιθετικότητα.
Η οργάνωση “Διεθνής Εταιρεία για τη Νόσο Αλτσχάιμερ”, ανέθεσε σε μια ομάδα εμπειρογνωμόνων, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάρτιν Πρινς από το King’s College του Λονδίνου, να συντάξει μία έκθεση για την νόσο, ως ένα μέρος της Παγκόσμιας Ημέρας Αλτσχάιμερ, στο πλαίσιο του Σεπτεμβρίου ως Παγκόσμιου Μήνα για τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Στην έκθεση αναφέρεται η υπόθεση ότι ο κίνδυνος της άνοιας στην μέση και τρίτη ηλικία, μπορεί να μειωθεί στον γενικό πληθυσμό, αν ελεγχθούν ο διαβήτης και η υψηλή αρτηριακή πίεση και καταβληθούν προσπάθειες για τη μείωση του κινδύνου καρδιακής νόσου και ενθάρρυνσης των ανθρώπων να σταματήσουν το κάπνισμα.
Προσθέτουν, ότι το μέλλον της παγκόσμιας επιδημίας της άνοιας εξαρτάται από την επιτυχία ή την αποτυχία των προσπαθειών για τη βελτίωση της δημόσιας υγείας. Η έκθεση ισχυρίζεται ότι για αυτό το σκοπό, απαιτείταιένα στρατηγικό, αποτελεσματικό και αποδοτικό πλάνο, συνδυάζοντας προγράμματα για την αντιμετώπιση της επιβάρυνσης των μη μεταδοτικών ασθενειών (Non-communicable disease, NCDs) σε παγκόσμιο επίπεδο.