Με ερμηνευτική εγκύκλιο των τροποποιήσεων που έγιναν στο νόμο 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα σημειώνεται και η έναρξη ισχύος των αλλαγών στο νόμο Κατσέλη, που είναι η 19η Αυγούστου 2015.
Οι βασικές διαφοροποιήσεις στο Νόμο Κατσέλη είναι οι εξής:
Με την παρ. 1 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 1 του ν. 3869/2010: διευκρινίζεται ότι στις ρυθμίσεις του νόμου υπάγονται όλα τα φυσικά πρόσωπα που δε διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή, μισθωτοί, άνεργοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, και πρώην έμποροι που, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής έχουν χάσει την πτωχευτική ικανότητα και δεν τελούν υπό πτώχευση.
Τα παραπάνω πρόσωπα πρέπει να τελούν σε γενική και μόνιμη αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους.
Διευκρινίζεται επίσης ότι στις ρυθμίσεις δύνανται να υπαχθούν ληξιπρόθεσμες οφειλές, ενώ αποκλείονται περιπτώσεις δόλιας χρεωκοπίας.
Επιπλέον διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3869/2010 και σε ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών προς το Δημόσιο, τη Φορολογική Διοίκηση, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Σε περίπτωση προηγούμενης υπαγωγής των οφειλών προς το Δημόσιο σε άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο, ο οφειλέτης επιλέγει εάν επιθυμεί να το διατηρήσει ή να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών.
Εξαιρούνται της ρύθμισης, οφειλές αιτία των οποίων είναι τυχόν αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια (αδικοπραξία) ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η ρύθμιση οφειλών που προέρχονται από μη απόδοση Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) καθώς η μη απόδοσή τους αποτελεί αδίκημα.
Στις ρυθμιζόμενες οφειλές δεν συμπεριλαμβάνονται όσες αφορούν υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου.
Επιπλέον, οι παραπάνω οφειλές δεν πρέπει να έχουν δημιουργηθεί κατά το τελευταίο έτος πριν την υποβολή αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010.
Οι οφειλές προς το Δημόσιο πρέπει υποχρεωτικά να συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες.
Με την παρ. 2 του άρθρου 1 με την οποία τροποποιείται – συμπληρώνεται το άρθρο 2 του ν. 3869/2010: καθορίζεται η υποχρέωση των φορέων του Δημοσίου να παρέχουν βεβαιώσεις οφειλών προς υπαγωγή στη ρύθμιση.
Η διάταξη καταλαμβάνει κατ’ αρχάς αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015, ενώ σύμφωνα δε με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 2 του Κεφαλαίου Α της υποπαραγράφου Α4 της παραγράφου Α΄ του Μέρους Β΄, και οφειλέτες που έχουν ήδη υποβάλει αιτήσεις υπαγωγής αλλά κατά τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχει επέλθει δικαστικός συμβιβασμός αυτών, δύνανται να επανυποβάλλουν αιτήσεις προκειμένου να συμπεριληφθούν και οφειλές τους προς το Δημόσιο, παραιτούμενοι από την προηγούμενη αίτηση.
Με τις παρ. 5 και 6 του άρθρου 1 με τις οποίες τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 και προστίθεται νέα παρ. 4 στο ίδιο άρθρο: περιγράφεται η διοικητική διαδικασία παραλαβής, ελέγχου και εν γένει διαχείρισης των αιτήσεων και των απαιτουμένων δικαιολογητικών από τις Γραμματείες των ειρηνοδικείων. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται έλλειψη δικαιολογητικών, με ευθύνη της Γραμματείας καλείται ο οφειλέτης να τα προσκομίσει, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης, ενώ σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας, η αίτηση τίθεται στο αρχείο και δεν προσδιορίζεται δικάσιμος.
Διαδικασία
α. Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης.
β. η επίδοση αντιγράφου της αίτησης στους πιστωτές γίνεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης.
γ. η ημερομηνία επικύρωσης προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης, κατά την οποία είτε επικυρώνεται ο ενδεχόμενος δικαστικός συμβιβασμός από τον ειρηνοδίκη είτε συζητείται ενδεχόμενο αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής και λήψης προληπτικών μέτρων.
δ. η ακροαματική διαδικασία προσδιορίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση προσωρινής διαταγής.
ε. η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν των έξι (6) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης.
Σε κάθε περίπτωση όμως, εφόσον δεν τηρούνται οι παραπάνω προθεσμίες δίχως υπαιτιότητα του οφειλέτη, αυτός μπορεί να υποβάλει νέο σχετικό αίτημα με το οποίο θα επέρχεται αναστολή καταδιωκτικών μέτρων.
Με την παρ. 13 του άρθρου 1 με την οποία προστίθεται άρθρο 5α στο ν. 3869/2010:
Προβλέπεται διαδικασία Ταχείας Διευθέτησης Μικροοφειλών.
Η διάταξη αφορά υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα της παρ. 1 του ν. 3869/2010 για τα οποία συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις, κατά το χρόνο υποβολής αίτησης υπαγωγής:
α. Το σύνολο των οφειλών τους δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ
β. Έχουν μηδενικό εισόδημα
γ. Δε διαθέτουν ακίνητη περιουσία
δ. Δεν έχουν μεταβιβάσει ή εκποιήσει ακίνητη περιουσία τον τελευταίο χρόνο
ε. Το σύνολο της λοιπής περιουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων τυχών καταθέσεων δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ στ. Υπήρξαν συνεργάσιμοι δανειολήπτες, όπως η έννοια προσδιορίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών.
Ειδικά η τελευταία προϋπόθεση θα λαμβάνεται υπόψη για αιτήσεις που θα υποβληθούν από το έτος 2016 και έπειτα, δεδομένου ότι ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών τέθηκε τυπικά σε ισχύ από το έτος 2015 αλλά τίθεται σε εφαρμογή σταδιακά.
Για οφειλέτες που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, προβλέπεται : – άμεση διαγραφή οφειλών. – περίοδος επιτήρησης δεκαοκτώ (18) μηνών κατά την οποία εάν υπάρξει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης οφείλουν να ενημερώσουν τους πιστωτές τους και το δικαστήριο. Επίσης, κατά την περίοδο επιτήρησης οι πιστωτές νομιμοποιούνται να ενημερώσουν το δικαστήριο για οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη περιέλθει σε γνώση τους. – σε περίπτωση μεταβολής της περιουσιακής κατάστασης, οι οφειλέτες νομιμοποιούνται να ζητήσουν μεταρρύθμιση της δικαστικής απόφασης, έτσι ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν οι λοιπές διατάξεις του ν. 3869/2010, προτείνοντας σχέδιο αποπληρωμής. – τυχόν απόκρυψη περιουσιακής μεταβολής από τον οφειλέτη, κατά την περίοδο επιτήρησης, επιφέρει άρση διαγραφής και τις προβλεπόμενες στο ν. 3869/2010 κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης ειλικρίνειας.
Μετά τη λήξη της περιόδου επιτήρησης, η νομική κατάσταση της υπερχρέωσης του οφειλέτη αίρεται.
Με την παρ. 18 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 9 του ν. 3869/2010:
Βελτιώνεται η προγενέστερη ρύθμιση του ν.3869/2010 με την οποία προβλέπεται, με τη δικαστική απόφαση, δυνατότητα ρευστοποίησης της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη, εκτός της κύριας κατοικίας του.
Με την προϊσχύουσα διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, η προστασία της κύριας κατοικίας εκτείνεται σε αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%).
Με την τροποποιημένη διάταξη καθορίζονται ως κριτήρια για την προστασία της πρώτης κατοικίας
α) το εισόδημα του οφειλέτη,
β) η αξία της πρώτης κατοικίας και
γ) το ύψος του συνόλου των οφειλών. Παρέχεται δε, νομοθετική εξουσιοδότηση σε έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, με την οποία θα καθορίζονται τα όρια των παραπάνω κριτηρίων.
Έως την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 2, εξακολουθεί να εφαρμόζεται η αρχική διάταξη (αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%).
Με την παρ. 19 του άρθρου 1με την οποία προστίθεται παράγραφος 4 στο άρθρο 10 του ν. 3869/2010:
Εισάγεται και στο σημείο αυτό η έννοια του συνεργάσιμου δανειολήπτη κατά τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών. {Η προϋπόθεση θα λαμβάνεται υπόψη για αιτήσεις που θα υποβληθούν από το έτος 2016 και έπειτα, δεδομένου ότι ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών τέθηκε τυπικά σε ισχύ από το έτος 2015 αλλά τίθεται σε εφαρμογή σταδιακά}
Με την παρ. 20 του άρθρου 1 με την οποία προστίθεται παράγραφος 3 στο άρθρο 13 του ν. 3869/2010:
Εισάγεται διάταξη για ανάπτυξη και τήρηση Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος στα ειρηνοδικεία της χώρας και παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση στον Υπουργό Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για έκδοση υπουργικής απόφασης, προκειμένου να καθοριστούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής.
Με την παρ.1 του άρθρου 2:
Υποχρεούνται όλοι οι οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010 και κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4336/2015 η υπόθεσή τους εκκρεμεί για διάστημα άνω των έξι (6) μηνών από την υποβολή της αίτησης, χωρίς να έχει εκδικαστεί ή να έχει επέλθει δικαστικός συμβιβασμός, να προσκομίσουν επικαιροποιημένα τα στοιχεία που απαιτούνται για υποβολή της αίτησης, ενώ τυχόν παράβαση της διάταξης και μη υποβολή επικαιροποιημένων στοιχείων, επιφέρει για τον οφειλέτη τις συνέπειες της μη ειλικρινούς δήλωσης και απώλεια προστασίας.
Η διάταξη εισάγεται με δεδομένο ότι εκκρεμούν περί τις 130.000 αιτήσεις και είναι αναγκαίο να επανεξεταστεί η συνδρομή των τυπικών προϋποθέσεων υποβολής αίτησης.
Με την παρ. 4 του άρθρου 2:
Υποχρεούνται όλοι οι οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010 που η υπόθεσή τους έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί πέραν μιας τριετίας από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν.4336/2015, να υποβάλλουν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος, αίτηση για επαναπροσδιορισμό της συζήτησης της υπόθεσής τους σε συντομότερη δικάσιμο.
Εάν δεν υποβληθεί σχετική αίτηση εντός του προβλεπόμενου διαστήματος, οι δικάσιμοι επαναπροσδιορίζονται αυτεπαγγέλτως σε συντομότερη δικάσιμο, εντός τριετίας. Οι παραπάνω επαναπροσδιορισμοί δικασίμων γίνονται ατελώς για τον αιτούντα.
Γράφει η Αναστασία Μήλιου (Δικηγόρος παρ’ εφέταις Αθηνών)