Εφτά το απόγευμα στο σιδηροδρομικό σταθμό της Καλαμάτας. Στην αποβάθρα κόσμος. Κυρίως οικογένειες με παιδιά. Τα πιτσιρίκια τρέχουν πάνω – κάτω, φωνάζουν, παίζουν και κάθε τόσο ρωτάνε: «Πότε θα ΄ρθει το τρένο;»…
Ξαφνικά ακούγεται ένα σφύριγμα και τα μικρά στέκονται προσοχή. Κοιτάζουν στο βάθος, προς το Μέγαρο Χορού, τη σιδηροδρομική γραμμή και περιμένουν. «Ουάου!» λέει ένας μπόμπιρας εκστασιασμένος μόλις το πρώτο βαγόνι κάνει την εμφάνισή του. «Είναι τεράστιο!
Η αμαξοστοιχία σταματά μπροστά στο κτήριο του σταθμού. Ανεβαίνουμε στο τελευταίο βαγόνι. Προορισμός η Μεσσήνη και το πανηγύρι της. Τιμή εισιτηρίου μετ’ επιστροφής 2,50 ευρώ το άτομο.
Πιάνουμε θέσεις στο παράθυρο και περιμένουμε να περάσει ο υπάλληλος που θα μας κόψει τα εισιτήρια. Εν τω μεταξύ, μας πλησιάζει ένας νεαρός κρατώντας χαρτί και στυλό. Είναι από το Σύλλογο Φίλων του Σιδηροδρόμου και μαζεύει υπογραφές για να παραμείνει το τρένο στη γραμμή και μετά το τέλος του πανηγυριού. Το κείμενο γράφει για προαστιακό προς ΤΕΙ, Μεσσήνη, Διαβολίτσι, κ.λπ. Υπογράφουμε.
Έρχεται κι ο υπάλληλος με τα εισιτήρια. Μας δίνει τα χαρτάκια. Καμία σχέση με τα παλιά κομψά εισιτηριάκια από χοντρό καφέ χαρτί που έμοιαζε με δέρμα. Αυτά τώρα είναι σαν του λεωφορείου.
Το τρένο ξεκινάει. Πρώτος σταθμός το Ασπρόχωμα. Να και η «Στάση της δασκάλας». Δεν είναι κανονική στάση. Όπως μου έλεγε ο Νίκος, φίλος από την περιοχή, υπήρχε κάποτε μια δασκάλα που δίδασκε στο σχολείο του Ασπροχώματος. Κάθε μέρα ερχόταν με το τρένο και επειδή ο πατέρας της ήταν μηχανοδηγός σταματούσε σε αυτό το σημείο «παράτυπα» για να κατέβει η κόρη του να πάει στο σχολείο. Έτσι έμεινε «Η στάση της δασκάλας».
Μέχρι να φτάσουμε στη Μεσσήνη έχει ήδη σκοτεινιάσει. Το πανηγύρι 5 λεπτά απόσταση από το σταθμό. Απ’ όλα περάσαμε. Πρώτα στο λούνα παρκ που έχει στηθεί στην πλατεία της πόλης και ύστερα στις παράγκες, όπου βρίσκεις από τα πιο συνηθισμένα μέχρι τα πιο απίστευτα πραγματάκια. Είδαμε και το καινούργιο γλυκό που έχει γίνει μόδα τελευταία στα πανηγύρια. Την Τσουρεκοκαμινάδα. «Το έχω φάει στην Πράγα» άκουσα να λέει η διπλανή μου. Το έψαξα στο ίντερνετ. Πράγματι, πρόκειται για το «γλυκό του Δούναβη». Ουγγρική συνταγή. Κάτι σαν τσουρέκι με ζάχαρη… στη σούβλα.
Γυρίσαμε με το προτελευταίο δρομολόγιο στις 10 το βράδυ (το τελευταίο είναι στις 11). Ο νεαρός από τους Φίλους του Σιδηροδρόμου ήταν ακόμη στο τρένο και μάζευε υπογραφές. Στην επιστροφή, όπου υπήρχε φως χάζευα τα κτήρια του ΟΣΕ. Αυτά τα στολίδια, που άλλα στέκουν εγκαταλειμμένα κι έρημα δίπλα στις ράγες κι άλλα έγιναν καφετέριες και βανδαλίστηκαν. Πέτρα Καρύστου αντικατέστησε τα ασπροκόκκινα πλακάκια στην αποβάθρα. Στη θέση των ξύλινων παραθύρων μπήκαν αλουμινένια με τζάμια – καθρέφτες…
Άρθρο: Μαρία Νίκα (kalamatajournal.gr)
Φωτογραφίες: Giorgos Manousopoulos