ΆρθροΑρχείο

Τι γίνεται όταν το κτηματολόγιο έχει λαθέψει στα όρια ιδιοκτησίας και το εμβαδόν;

Σε πολλές περιοχές της Ελλάδος τα τελευταία χρόνια έχει τεθεί σε λειτουργία το Κτηματολόγιο. Στα κατά τόπους κτηματολογικά γραφεία, οι ιδιοκτήτες δηλώνουν τις ιδιοκτησίες τους, όπως αυτές προκύπτουν από τους τίτλους κτήσης που έχουν στην κατοχή τους. Πριν όμως την υποβολή των δηλώσεών των ιδιοκτησιών, το κτηματολόγιο έχει κάνει ήδη μια πρώτη καταμέτρηση των οικοπέδων και αγροτεμαχίων που απαρτίζουν μια συγκεκριμένη περιοχή, οριοθετώντας τα σύνορα και την επιφάνεια τους. Στην συνέχεια γίνεται η ταυτοποίηση των ακινήτων που έχει καταγράψει το κτηματολόγιο με τους τίτλους κτήσης που προσκομίζουν οι ιδιοκτήτες τους σχετικά με την οριοθέτηση και το εμβαδόν τους.

Το Κτηματολογιο πριν την  έναρξη λειτουργίας κάνει μια πρώτη ανάρτηση πινάκων με τα ακίνητα και τα ονόματα των ιδιοκτητών τους. Εν συνεχεία ορίζει μια αρκετά μεγάλη προθεσμία για την υποβολή ενστάσεων και διορθώσεων των ορίων, εμβαδών, ονομάτων και άλλων τυχόν λαθών τα οποία έχουν προκύψει από την πρώτη ανάρτηση.

Μετά το τέλος και των ενστάσεων το Κτηματολόγιο λειτουργεί κανονικά και η διαδικασία για την μεταβολή των ορίων και των εμβαδών των ακινήτων αλλάζει και γίνεται κατά κύριο λόγο με δικαστική αγωγή. Αν το σφάλμα που έχει εμφιλοχωρήσει στα κτηματολογικά φύλλα είναι πολύ απλό και αποδεικνύεται άμεσα τότε η διόρθωση γίνεται με την διαδικασία της υποβολής αίτησης διόρθωσης  προδήλου σφάλματος  απευθείας στο Κτηματολόγιο.

Όταν όμως το σφάλμα είναι πιο σοβαρό και αμφιλεγόμενο όπως είναι π.χ. τα ακριβή όρια ένος ακινήτου και κατ’επέκταση και το εμβαδόν αυτού, τότε η κατάθεση αγωγής είναι η μόνη λύση.

Ειδικότερα  η αναγνώριση των ορίων ενός ακινήτου και η επιφάνεια αυτού μπορεί να γίνει με διεκδικητική αγωγή με την οποία ζητείται αφ’ενός η αναγνώριση της κυριότητας του ιδιοκτήτη επί των εδαφικών τμημάτων που εσφαλμένως καταχωρήθηκαν σε όμορες ιδιοκτησίες άλλων προσώπων στα κτηματολογικά βιβλία και αφ’ετέρου η διόρθωση των ανακριβών εγγραφών στα βιβλία αυτά.

Για να είναι παραδεκτή μια τέτοια αγωγή πρέπει να έχει ασκηθεί εντός της προβλεπόμενης δωδεκαετούς προθεσμίας του άρθρου 6 παρ. 2β ν. 2664/1998 που έχει αφετηρία της την αρχική ημερομηνία λειτουργίας του κατά τόπον αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου.

Επίσης εφόσον ζητείται με την διεκδικητική αγωγή να  διαταχθεί η απόδοση στον ιδιοκτήτη του επίδικου τμήματος υπόκειται σε καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου που προσδιορίζεται με βάση την αξία του επίδικου τμήματος.

Η περιγραφή του ακινήτου πρέπει να είναι λεπτομερής και ορισμένη κατά τοποθεσία, όρια, εμβαδόν. Η ύπαρξη τοπογραφικού ενισχύει και εμπλουτίζει την περιγραφή του ακινήτου, μειώνοντας τις πιθνατόητες να απορριφθεί μια τέτοια αγωγή ως αόριστη. Τέλος έννομο συμφέρον έχει μόνο ο ιδιοκτήτης του ακινήτου.