Αν ζούσε ο Μ. Χατζηδάκης, θα γιόρταζε την περασμένη Παρασκευή τα 90 του γενέθλια. Ήταν ο αγαπημένος μου συνθέτης! Και είναι ακόμη, δεν σταμάτησε να μ’ αρέσει η μουσική του. Παρ’ όλ’ αυτά, θα εκφράσω την απορία μου κι ας παρεξηγηθώ: Και για ποιο λόγο να ζούσε ακόμη; Τι θα έκανε στα 90 του; Ας πούμε ότι θα συνέθετε μουσική. Για ποιον; Για μένα και την οικογένειά μου μόνο; Ποιος άλλος έχει ανάγκη την ήρεμη, σωστή, γλυκιά, τρυφερή μουσική του Χατζηδάκη σήμερα; Ποιος ακούει;
Είναι γεγονός ότι τον Χατζηδάκη δεν τον άντεξε κανείς και δεν εννοώ μουσικά, αλλά σαν προσωπικότητα. Γιατί ήταν δεξιός, φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και οι βάρβαροι «προοδευτικάριοι» δεν ανέχονταν τέτοιες αποκοτιές. Άκου δεξιός!… Και όταν ΠαΣοΚοποιήθηκε και η ΝΔ, δεν τον ανέχονταν ούτε εκείνοι. Γιατί ήταν άνθρωπος ελεύθερος και πανέξυπνος, που εξέφραζε το ελεύθερο πνεύμα του σε κάθε περίπτωση και χτύπαγε τα στραβά, όπου τα έβλεπε, ακόμη κι αν τα έκαναν φίλοι του. Αυτός ήταν ο Χατζηδάκης! Εκτός απ’ την θεϊκή μουσική του, μας έδωσε μαθήματα και για το πώς να σκεπτόμαστε, να κρίνουμε και ν’ αποφασίζουμε. Απ’ τον λαιμό δεν έπιασε κανέναν ο άνθρωπος. Μόνο όποιος ήθελε άκουγε και μάθαινε. Κι ένας απ’ τους λόγους που μ’ αρέσουν τα windows, είναι γιατί τώρα που σας γράφω, μπορώ ν’ ακούω το «35 Τραγούδια της Ρωμαϊκής Αγοράς» χωρίς να κουνηθώ απ’ την θέση μου. Τα ξέρετε; Κι αν τα ξέρετε αυτά τα τραγούδια, πότε ήταν η τελευταία φορά που τ’ ακούσατε;
Καταλαβαίνω ότι σήμερα, 28η Οκτωβρίου, άλλα περιμένατε ν’ ακούσετε κι όχι για τον μεγάλο, τον θείο Μάνο Χατζηδάκη. Όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο όμως, τα δυο θέματα έχουν συνάφεια. Πώς; Δεν με καταλάβατε; Εν τάξει, ας τα κάνω απλά τα πράγματα. Γιατί νομίζετε ότι πήγαν στο μέτωπο οι φαντάροι μας μια Δευτέρα του Οκτωβρίου του ’40; Γιατί πήγαν τραγουδώντας; Γιατί, παρά την φτώχεια μας τότε, υπήρχε ακόμη μεγάλος σεβασμός προς τα ιερά και τα όσια, σεβασμός και αγάπη προς την Πατρίδα! Σε πολλούς δεν άρεσε η κυβέρνηση που είχαμε τότε, –σίγουρα δεν θ’ άρεσε ούτε σε μένα, αν ζούσα τότε,– αλλά όλοι έτρεξαν στο προσκλητήριο! Με τραγούδια και σιγουριά ότι θα πέταγαν τους πάνοπλους Ιταλούς έξω απ’ την Πατρίδα. Ο Οδυσσέας Ελύτης, –άλλος τεράστιος Έλληνας, που μου λείπει,– καταγράφει τις ελλείψεις του στρατού μας και δίνει ανάγλυφα τις διαφορές ανάμεσα σε Έλληνες και Ιταλούς, στο «Άξιον Εστί» (Ανάγνωσμα πρώτο): «Ήταν φορές που εσέρνανε μαζί τους κι αιχμαλώτους, μόλις πιασμένους λίγες ώρες πριν, στα ξαφνικά γιουρούσια που κάναν τα περίπολα. Βρωμούσανε κρασί τα χνώτα τους, κι οι τσέπες γιομάτες κονσέρβα ή σοκολάτες. Όμως εμείς δεν είχαμε, ότι κομμένα τα γιοφύρια πίσω μας, και τα λίγα μουλάρια μας κι εκείνα ανήμπορα μέσα στο χιόνι και στη γλιστράδα της λασπουριάς». (Προσέξτε, δεν είναι κατηγόρια ή παράπονο. Διαπίστωση είναι και δίνει και την εξήγηση για τις ελλείψεις). Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος κι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, –τεράστια απώλεια για την Ελλάδα ο χαμός και των δύο,– ήταν εκτοπισμένοι, απ’ την δικτατορία Μεταξά, ως κομμουνιστές, –που δεν ήταν, ελεύθερα πνεύματα ήταν! Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ΚΑΙ οι δύο ζήτησαν να σταλούν στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Οι «εξόριστοι»! Καταλάβατε το τότε κλίμα; Υπήρχε σεβασμός και αγάπη για την Πατρίδα, τον λαό της, την ιστορία της, τις παραδόσεις της («Μολών λαβέ!») και τα μνημεία της. Και ο Χατζηδάκης, μαζί με όλους τους μεγάλους της Ελλάδας, που άδειαζαν τα κεφάλια τα δικά τους, για να γεμίσουν τα δικά μας, δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος μουσικοσυνθέτης–μνημείο, ήταν, απλά, τεράστιος! Όπως τόσοι και τόσοι άλλοι!
Ελπίζω να την είδατε την διαφορά ανάμεσα στο τότε και στο τώρα. Αν είχαμε τον σημερινό λαό το ’40, οι ανεγκέφαλοι «προοδευτικάριοι» θα έλεγαν: «Δεν πολεμάω στον πόλεμο των καπιταλιστών» και θα τους στήνανε στον τοίχο, γιατί άρνηση στράτευσης εν καιρώ πολέμου τιμωρείται με θάνατο, μπας και ξεβρομίσει κάποτε αυτός ο τόπος. Και, φυσικά, θα ήταν λάτρεις της μουσικής που παίζουν σήμερα τα ραδιόφωνά μας. Στους «προοδευτικάριους» έχω να πω μόνο τούτο: Δεν πολεμάς για τους καπιταλιστές, πανηλίθιε! Για την πατρίδα σου πολεμάς κι αν η έννοια πατρίδα σου ακούγεται πολύ… αφηρημένη, ας την συγκεκριμενοποιήσω: Για την μάνα σου πολεμάς, να μην την πάρουν εργάτρια σε κάποιο εργοστάσιό τους, για να μην σου σφάξουν τον πατέρα και τ’ αδέλφια σου, να μην βιάσουν τις αδελφές σου! Γι’ αυτούς πολεμάς, μακάκα!» Δεν λέω τίποτα όμως, γιατί είναι τόσο ανεγκέφαλοι, (ένα εγκεφαλικό κύτταρο όλο κι όλο κι εκείνο σε δυσλειτουργία,) που δεν θα καταλάβουν λέξη, άρα τζάμπα θα χάσω τα λόγια μου.
Την καταλάβατε την σχέση τώρα ανάμεσα στην σημερινή επέτειο και τον Μάνο Χατζηδάκη; Ήθελα να τονίσω το ότι έχουμε ήδη μπει σε μια εποχή βαρβαρότητας, που άρχισε με τα «προοδευτικά» τερτίπια του Andrew Papandrew, που μας έφερε απ’ τις ΗΠΑ και θα εκτόξευα έναν χαρακτηρισμό τώρα, που του πάει γάντι, αλλά θα θεωρηθεί εξύβριση νεκρού και θα με χώσουν μέσα. Θα πω όμως ότι τον έστειλε ο Μανιαδάκης στις ΗΠΑ, ως τροτσκιστή, κατόπιν ικεσιών του πατέρα του Γεωργίου Ανδρέα Παπανδρέου (σαν πολλά GAP έχει αυτή η οικογένεια, ξέρετε τι σημαίνει gap;) και κατάφερε να περάσει την εποχή McCarthy αβρόχοις ποσί και να γίνει και καθηγητής Πανεπιστημίου, της πλάκας μεν, αλλά έφερε τον τίτλο. Κι όταν πήρε την εξουσία, αντί να πάρει το υπουργείο εθνικής οικονομίας και να ανορθώσει την εθνική οικονομία, ως διάσημος οικονομολόγος, ανέλαβε το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και το ’παιζε στρατηγός, ο πρώτος διδάξας του Καμμένου. Να μην τα ξεχνάμε αυτά! Η Ιστορία μας είναι! Όπως είναι και η βαρβαρότητα που έχουμε μπει πλησίστιοι και το υπερηφανεύονται η «προοδευτικάριοι». Ιστορία μας είναι κι αυτό, όσο κι αν είναι απαράδεκτο. Αλλά, όπως έχουμε πει κι άλλοτε, έτσι προχωράει ο κόσμος: Δυο βήματα μπροστά, ένα βήμα πίσω. Τώρα είμαστε στο βήμα πίσω. Όποτε ας πούμε κι εμείς, όπως έγραψε ο Ν. Γκάτσος στο τραγούδι του τίτλου: «Καληνύχτα, Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θ’ αλλάξει ποτέ». Ποιητική αδεία τα έγραψε αυτά ο Γκάτσος, γιατί ο κόσμος αλλάζει συνεχώς, προς το καλύτερο υποστηρίζω και ελπίζω. Κι έτσι κάποτε θα επιστρέψουμε στις αξίες, ο κόσμος θα ακούει πάλι Χατζηδάκη ή όποιον άλλον συνθέτει καλή μουσική τότε και οι «προοδευτικάριοι» δεν θα είναι πια της μόδας!
Τώρα, όσοι θέλουμε, –όσοι δεν θέλουν, ας μην το κάνουν, θα ήταν προσβολή!– ας στρέψουμε τις σκέψεις μας σ’ όλους εκείνους που δόξασαν την Ελλάδα μας, είτε εν καιρώ πολέμου είτε εν καιρώ ειρήνης κι αν αναφωνήσουμε: «ΑΘΑΝΑΤΟΙ»! Ήταν οι πατεράδες μας, οι παππούδες μας, οι δικοί μας άνθρωποι, που θυσιάστηκαν για την Πατρίδα!
Παραθέτω και δυο τραγούδια του Μάνου Χατζηδάκη και τα δύο σε στοίχους Νίκου Γκάτσου, για να σας τονώσω το πατριωτικό σας αίσθημα και να γιορτάσετε πηγαίνοντας στην παρέλαση σημαιστολισμένοι, όπως θα πάω κι εγώ. Πρέπει και οι δυο να εμφορούνταν από υψηλο πατριωτικό συναίσθημα, όταν τα ’γραφαν, ειδικά το δεύτερο! Το πρώτο είναι το τραγούδι του τίτλου και το δεύτερο ο ηρωικός «Τσάμικος». Απολαύστε τα!
και
ο θείος Τάκης Παναγιώτης Περράκης
Το κείμενο που διαβάσατε ήταν μια προσφορά
της Αρτοποιίας-Ζαχαροπλαστικής «Αλεύρι & Ζάχαρη», Σιδηράς Μεραρχίας 26, Ναύπλιο, με πάντα φρέσκα προϊόντα και αγνά υλικά. Σας συστήνω να δοκιμάσετε τα νέα προϊόντα τους: Εξαιρετικά σάντουιτς και υπέροχες, φρεσκοφτιαγμένες σαλάτες. Ο καφές απ’ τον Κώστα Παραρά θα σας ικανοποιήσει. Ο άνθρωπος είναι μαστορας και μερακλής!
Και
Του «Popeye bistro», Σταϊκοπούλου 32, Ναύπλιο, για ποιοτικό φαγητό, την νοστιμότερη πίτσα που έχετε ποτέ δοκιμάσει, τέλειες μακαρονάδες, εξαιρετικά και προσεκτικά διαλεγμένα κρασιά και μια αξιόλογη συλλογή από ελληνικές και ξένες μπἰρες. Πάντα με πολύ καλή εξυπηρέτηση και έχουν και δυο chef de cuisine εξαιρετικούς, τον Ηλία Κόκκορη και τον Γιάννη Μήτσο. Δοκιμάστε την μαγειρική τους και θα με θυμηθείτε!
Και
Του «Βάτραχος Café», Υψηλάντου & Κωλέττη 1, Ναύπλιο, με προϊόντα που σας επιτρέπουν να περνάτε ευχάριστα την ώρα σας.
Και στα τρία αυτά μαγαζιά προτείνω να δοκιμάσετε και τον καφέ τους. Εξαιρετικός! Ο καλύτερος καφές στην πόλη!
Η επιλογή και ανάπτυξη του θέματος, όπως πάντα, δική μου.