Πολλά και στις περισσότερες περιπτώσεις ορθά, έχουν ειπωθεί για την απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής που άσκησαν και ασκούν τις τελευταίες δεκαετίες στην χώρα μας και την παταγώδη αποτυχία του πολιτικού μας συστήματος πριν αλλά και κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Αναπόφευκτα η επόμενη κυβέρνηση, οικουμενική, συναινετική ή μη, δεν θα μοιάζει σε τίποτα με τις προηγούμενες και τις υφιστάμενες, καθώς η λύση στην χώρα πρέπει να είναι κύρια πολιτική.
Δεν θα μπορεί να βασισθεί στην νοοτροπία και στις πρακτικές της κομματικής διαχείρισης εξουσίας. Τα υφιστάμενα κόμματα θα έχουν μέλλον μόνο αν εθελοντικά και γενναία κόψουν τους ομφάλιους λώρους με το παρελθόν τους.
Οι εκλογικές λίστες του Σεπτεμβρίου 2015, αποτέλεσαν το τελευταίο άλλοθι τους.
Οι ετερόφωτοι κομματάρχες του αμαρτωλού πελατειακού παρελθόντος έχουν περιορίσει τις ορέξεις τους στο στενό φιλικό και συγγενικό περιβάλλον καθώς οι επιλογές και οι δυνατότητες λιγοστεύουν.
Η διαφθορά, η ανικανότητα, οι ολιγωρίες, οι παλινωδίες, οι δορυφορικές έλξεις και περιστροφές γύρω από κρατικοδίαιτα επιχειρηματικά συμφέροντα, νομοτελειακά πρέπει, σύντομα, μετά από δεκαετίες να έχουν ένα τέλος.
Οι μεταμορφώσεις και ανακυκλώσεις πράσινων, δήθεν, σοσιαλιστών σε κόκκινα κυβερνητικά στελέχη, όμως, απαξιώνουν κάθε ελπίδα για μία δυναμική και ταχεία μεταρρυθμιστική πορεία της χώρας.
Η αρνητική αυτή εξέλιξη, έχει και θετικές επιπτώσεις καθώς διευκολύνει το αναγκαίο και επερχόμενο τέλος της εποχής της κομματοκρατίας και του λαϊκισμού. Της ανακολουθίας λόγων και έργων και της προσωπικής ιδιοτέλειας.
Η κολυμπήθρα του Σηλωάμ δεν θα χωρά άλλους δήθεν προοδευτικούς και ιδεοληπτικά αγκυλωμένους πολιτικούς και πολιτευόμενους.
Αγκυλωμένους και προσκολλημένους στον ιδιοτελή έλεγχο ενός αναχρονιστικού, πελατειακού, γραφειοκρατικού και αντιπαραγωγικού δημόσιου τομέα και στην πελατειακή εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων.
Έχοντας ηθελημένα και με περισσή σπουδή δημιουργήσει μία δαιδαλώδη νομοθεσία που ευνοεί ή δυσχεραίνει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα κατά το δοκούν, συνεχίζουν για πολλές δεκαετίες να απολαμβάνουν τα προνόμια ενός κράτους και παρακράτους που αυτοί, οι ημέτεροι αλλά και οι υμέτεροι, ημών και υμών δημιούργησαν.
Οι διαχρονικές αυτές στρεβλώσεις κατέστησαν τον υγιή και μη κομματικά διαπλεκόμενο ιδιωτικό τομέα, ανασφαλή, φοβικό, εσωστρεφή και χωρίς την θέληση αλλά και την δυνατότητα να ανοιχθεί σοβαρά και προγραμματισμένα σε νέες αγορές.
Ηθελημένα, οι κατά καιρούς κυβερνώντες αγνόησαν και αγνοούν πως δεν είναι πλέον εφικτή, η συσπείρωση της κοινωνίας γύρω από έναν παλαιοκομματικό μηχανισμό με αυτοσκοπό την αναδιανομή δημόσιων αξιωμάτων και θέσεων. Αυτό, ευτυχώς, αφορά μόνο μερικές εκατοντάδες κομματικών στελεχών και όχι τα εκατομμύρια των ανέργων.
Η κοινωνία ζητά άμεσα όχι ελπίδα και υποσχέσεις, αλλά πλάνο ανάπτυξης και εργασία.
Η έννοια του αριστερού και δεξιού δεν υφίσταται πλέον στην καθημερινότητα της Ελληνικής κοινωνίας.
Η πολιτική απελευθέρωση ήδη συντελείται και ολοκληρώνεται πολύ σύντομα.
Δεν αντέχουμε να κοιτάμε πλέον στο παρελθόν. Χρειαζόμαστε παρόν, που να μην θυμίζει το παρελθόν, για να προκύψει ένα διαφορετικό μέλλον.
Σε μια καταστραμμένη ψυχολογικά και οικονομικά χώρα η ελπίδα πρέπει να τρέξει βασισμένη σε καθαρόαιμα άλογα κούρσας. Τα ήδη κοστολογημένα χιλιόμετρα στον πολιτικό στίβο και οι κάθε είδους επετηρίδες δεν αγγίζουν τον απλό πολίτη. Μάλλον του προκαλούν αποστροφή.
Ο Πρωθυπουργός ως επικεφαλής της κούρσας για ανασυγκρότηση της χώρας πρέπει και εμβληματικά και επί της ουσίας, να ηγηθεί μεταρρυθμίσεων και ρήξεων.
Μόνο έτσι θα μπορούσε να εμπνεύσει τα εκατομμύρια των Ελλήνων σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Η a la carte αριστερίζουσα ιδεολογία που δεν συνάδει, όπως εκφέρεται, σε αρκετές περιπτώσεις με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, οι υπερβολικές πολιτικές εξαγγελίες, οι εξωπραγματικές υποσχέσεις ως προς τις δυνατότητες τομών και μεταρρυθμίσεων προς το εξωτερικό, δεν αφήνουν, για την ώρα τουλάχιστον, σημαντικά περιθώρια έμπρακτης αισιοδοξίας.
Με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και αποσπασματικές κινήσεις δεν βγάζεις μία χώρα από το τέλμα, ούτε μπορείς να δανείζεσαι πολιτικό χρόνο, με αντίτιμο την οικονομική ασφυξία, όπως η επιβολή των capital controls επέφερε.
Το στοίχημα, συνεπώς, ισχύει και για τον τωρινό αλλά και για τον επόμενο Πρωθυπουργό.
Ποιος όμως μπορεί να εφαρμόσει στην πράξη την αξιοκρατία και να υλοποιήσει ένα αναπτυξιακό πλάνο ουσίας, tailored made ως προς την κρίσιμη συγκυρία και τις ανάγκες όπου ευρίσκεται η χώρα και η κοινωνία;
Ποιος μπορεί να βοηθήσει την χώρα να βελτιώσει θέσεις στις διεθνείς λίστες διαφθοράς και στις λίστες ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας;
Ποιος μπορεί να οργανώσει ένα πανελλήνιο think tank και να πυροδοτήσει tank guns υλοποίησης μεταρρυθμίσεων, από πραγματικούς και όχι κομματικούς δήθεν experts;
Ποιος μπορεί να σχεδιάσει ρεαλιστικά και εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος ένα, αρχικά, σταθεροποιητικό και κατόπιν αναπτυξιακό πλάνο για την χώρα, βασισμένο στις χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε., ανά παραγωγικό τομέα και κλάδο σε συνεργασία με τις 13 Περιφέρειες, τους 325 Δήμους, τα 59 Επιμελητήρια επιχειρηματικότητας της χώρας και τα λοιπά Κλαδικά Επιμελητήρια;
Θα μπορούσαν να τεθούν πολλά τέτοια ερωτήματα.
Η απάντηση ίσως είναι μόνο μία: Κανείς μόνος του.
Δεν αρκεί πλέον ένα καλό επιτελείο συνεργατών για τον τωρινό ή τον επόμενο Πρωθυπουργό. Οι συνθήκες απαιτούν ευρύτερη συστράτευση ετερόκλητων δυνάμεων και τάσεων με κοινά χαρακτηριστικά: της ανιδιοτελούς προσφοράς, επιστημονικής γνώσης, εργασιακής εμπειρίας, διεθνών παραστάσεων και εμπειριών αλλά και γνώση της Ελληνικής πραγματικότητας και των γραμμών διαπλοκής, προς περαιτέρω αποφυγή, στην χώρα μας.
Δυστυχώς ως πολίτες δεν έχουμε την κουλτούρα του ειλικρινούς πολιτικού διαλόγου, της συνεργασίας και της συναίνεσης και πολλές φορές διαφωνούμε – αντιδικούμε ορμώμενοι από εγωισμό, ιδεοληψίες και προσωπικές ή πολιτικές κοστολογήσεις.
Συνεπώς, στην χώρα μας, η προτεινόμενη, ως ανωτέρω, εθνική παραγωγική και κλαδική σχεδίαση, συνεργασία και ανασυγκρότηση με εμπλοκή των Περιφερειών, Δήμων και Επιμελητηρίων μπορεί, αναγκαστικά, να γίνει μέσα από το μείζον κοινό κομματικό τους στοιχείο. Το πολιτικό και κομματικό.
Αυτό του κεντρώου και φιλελεύθερου χώρου εντός και ευρύτερα της Νέας Δημοκρατίας καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ αφενός δεν έχει στους χώρους της αυτοδιοίκησης και της επιχειρηματικότητας ιδιαίτερα ερείσματα και αφετέρου η ιδεολογική εμμονή του στο κρατικό μοντέλο δεν συνάδει με τις ραγδαίες τομές και μεταρρυθμίσεις που πρέπει άμεσα να γίνουν στην χώρα μας.
Μπορεί όμως η Νέα Δημοκρατία να αναλάβει αυτό το φορτίο;
Και πάλι η απάντηση είναι: όχι μόνη.
Ο νέος της αρχηγός πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες και στο εσωτερικό μέτωπο και κυρίως στο εξωτερικό, στον απόδημο Ελληνισμό. Πρέπει να βρει και να εμπνεύσει καθαρόαιμα αλόγα κούρσας να στηρίξουν μια εθνική προσπάθεια, ανεξαρτήτως κομματικών προσανατολισμών. Η μετριοκρατία και η αναξιοκρατία εγκλωβίζουν μεγάλες και αναξιοποίητες κοινωνικές δυνάμεις.
Και επειδή ο χρόνος τρέχει και μια τέτοια προσπάθεια απαιτεί συγχρονισμό δυνάμεων και κοινό προσανατολισμό διαφορετικών ανυσμάτων σε κοινή συνισταμένη πρέπει να εμπνεύσει άμεσα ξεκινώντας από τον δικό του, οικείο χώρο.
Να κάνει τομές και μεταρρυθμίσεις πρώτα στο κόμμα του. Να επιβάλλει αξιοκρατία, ταπεινότητα και διαφάνεια. Να κάνει εθνικό κάλεσμα και να στηρίξει με κάθε εσωτερικό πολιτικό κόστος την ενεργό συμμετοχή της νέας γενιάς, της γενιάς των ανέργων Ελλήνων επιστημόνων αλλά και των Ελλήνων τεχνοκρατών και επιστημόνων του εξωτερικού. Να μην κάνει διακρίσεις σε κομματικά και μη, Ελληνόπουλα.
Να ζητήσει την εθελοντική συμμετοχή, χιλιάδων διαθέσιμων συνταξιούχων νεότερης σχετικά ηλικίας σε ένα εθνικό πλάνο ανασυγκρότησης, με βάση την πρότερη εμπειρία τους.
Να κρατήσει πολιτική ίσων αποστάσεων από κάθε είδους επιχειρηματικά συμφέροντα.
Εάν πετύχει σε συναφείς στόχους στο κόμμα του, τότε ναι, υπάρχουν ελπίδες να το πετύχει και ως νέος Πρωθυπουργός και να πείσει, σε διάστημα λίγων μηνών, μεγάλο τμήμα της κοινωνίας.
Εάν αυτός είναι ο Κ.Μητσοτάκης τότε θα έχει εκτός των άλλων και μια ευκαιρία για δημιουργική και όχι εκδικητική ρεβάνς.
Οι συνδικαλιστές της δεκαετίας του ’90, σταμάτησαν τον πατέρα του και η χώρα απώλεσε, έκτοτε, εν πολλοίς, την προσωρινή επαφή, με τον πολιτικό ρεαλισμό και τις μεταρρυθμίσεις. Ο Κυριάκος σε μικρότερη ηλικία δείχνει και μπορεί να κάνει την διαφορά. Φυσικά θα βρει και εκείνος ανάλογα εμπόδια αλλά η κοινωνία έκτοτε έχει ωριμάσει πολύ.
* Ο Λάμπρος Μπούκλης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα αειφόρου ανάπτυξης και εκλέχθηκε ως επικεφαλής Περιφερειακός Σύμβουλος Πελοποννήσου με την στήριξη των Οικολόγων – Πράσινων (2010-14).