Η τεράστια θορυβώδης χοάνη της μηχανής επεξεργασίας κρέατος έσπρωχνε με μια θυελλώδη περιστροφή τα γυμνά πόδια του Πέτρου σε συμπιεστική απορρόφηση. Τα χέρια του ματωμένοι γάντζοι σωτηρίας πιάνονται στο πάνω χείλος της μεταλλικής λεκάνης. Η πίεση είναι τεράστια τα δάκτυλα του δεν μπορούν να τον σώσουν, αφήνεται στην περιστροφική δίνη της Ε.Κ.Τ. δηλαδή της Ευρωπαϊκής Κιματοποιτικής Τράπεζας. Παραδόξως αντιλαμβάνεται ότι αντί το σώμα του να διαλυθεί σε μακαρονοειδή κομμάτια κρέατος, από το στόμιο εξόδου βγαίνει ατόφιος. Ήταν το πρώτο που κατάλαβε όταν το ημίγυμνο σώμα του καθρεπτίστηκε στην καλογυαλισμένη μεταλλική χοάνη της βίαιης απορρόφησης του.
Πρόσεξε ότι το θαμνώδες στήθος του κατά την κάθοδο του στην κρεατομηχανή είχε υποστεί επαγγελματικού τύπου αποτρίχωση. Πάνω στο ασπρουλό στέρνο του ξεχώριζε μια ασπρόμαυρη σφραγίδα με πολλές μαύρες κάθετες γραμμές, αυτό το περίφημο μπαρκόντ (barcode) και από κάτω μια σειρά από νούμερα. Πάνω από τον κώδικα γραμμών με ανάστροφη ανάγνωση στον μεταλλικό καθρέφτη διάβασε με κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες GNISIO MNIMONIAKO PROION (γνήσιο μνημονιακό προϊόν). Θύμωσε πολύ. Θέλησε να ξύσει αυτή την αντιαισθητική σφραγίδα. Δυστυχώς τα ευρωπαϊκά μελάνια είχαν κάνει μια ινώδη διείσδυση στους θωρακικούς μύες. Καθώς έπιασε με το δεξί του χέρι την άκρη του σταμπωμένου κώδικα γραμμών ένοιωσε ένα βαθύ πόνο μέχρι την καρδιά του. Η έντονη ταχυκαρδία και το μούδιασμα στο δεξί χέρι τον ανάγκασαν να σταματήσει τις διορθωτικές προσπάθειες. Το ένοιωσε εκείνη την στιγμή, ετούτη η μνημονιακή σφραγίδα θα έμενε για πάντα ριζωμένη στο στήθος του. Καθώς συνειδητοποιούσε την ευρωπαϊκή του δυστυχία ένοιωσε ένα κάψιμο στην πλάτη του. Έπεφταν κόκκινα κομμάτια δέρματος και αποκαλυπτόταν άλλη μια σφραγίδα όπως πιστοποιούσε ο μεταλλικός καθρέφτης, η γυαλιστερή χοάνη της κρεατομηχανής. Ένα οδυνηρό τυπογραφικό ξίφος απλωνόταν από το στέρνο μέχρι την πλάτη του, ένα σφραγιδιτικό έμφραγμα τον κύκλωνε ασφυκτικά. Πάλι με ανάστροφή γραφή διάβασε του μεγάλους λατινικούς χαρακτήρες με μπλε τυπογραφικά στοιχεία.
-49% Μεσογειακού τύπου, 51% Γερμανοπροσκυνημένος , συντελεστής ΦΠΑ ( Φόρος Πατριωτικής Αφασίας) 24%.
Μάνιασε από το θυμό του. Με νευρώδεις απελπισμένες κινήσεις προσπαθούσε να φέρει τα νύχια του πάνω στην έγχρωμη ντροπή του. Ήθελε με κάθε τρόπο να σκίσει την σφραγίδα της ταπείνωσης του. Όσο αποτύχαινε τόσο μεγάλωνε ο θυμός του. Αλλά μάταια προσπαθούσε, το ηλεκτρονικό λογισμικό της ευρωπαϊκής κρεατομηχανής είχε τοποθετήσει την μπλε σφραγίδα εκεί μου δεν έφταναν τα νύχια του. Απελπισμένος κατέβασε τα χέρια του. Τότε το βλέμμα του είδε ότι γύρω του και άλλοι συμπατριώτες προσπαθούσαν μάταια να γδάρουν την ευρωπαϊκή ντροπή τους. Ο καθένας μόνος του, ο κάθε σταμπαρισμένος προσπαθούσε στηριζόμενος αποκλειστικά και μόνο στις δικές του δυνάμεις να σβήσει τα μπλε στίγματα.
-Μετά την μεταπολίτευση καταντήσαμε εγωκεντρικοί μαχητές του τίποτα ( μονολόγησε, εκείνη την στιγμή αναγνώρισε και τον φίλο του τον Μάριο να κάνει την δική του μάταιη προσπάθεια να σβήσει τα στίγματα). Μάριε δεν γίνεται τίποτα.
-Τι δεν γίνεται ρε Πέτρο, θα την σκίσω την ντροπή.
-Μόνο αν συνεργαστούμε, ενωμένοι όπως παλιά θα μπορέσουμε να σβήσουμε τις σφραγίδες και να σκίσουμε την σταμπαρισμένη ντροπή. Εγώ θα τραβήξω την δικιά σου πλάτη και εσύ την δική μου, έτσι θα ελευθερωθεί και το στήθος μας και θα αναπνεύσουμε ελεύθερα.
-Φίλε έχεις δίκιο μου τρέλανε τον νου η φαγούρα της ήττας.
-Ε Πέτρο ξύπνα.
Το χέρι της γυναίκας του Πέτρου τον πίεζε τρυφερά στην πλάτη για να ξυπνήσει. Λίγο πριν τον είδε να έχει γαντζωμένα τα χέρια του στην ξύλινη πλάτη του κρεβατιού. Σαν κάποιος να τον τράβαγε προς τα κάτω, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να μαζέψει τα πόδια του για να τα προφυλάξει από κάποια αόρατη απειλή. Χαμένος στα ονειρικά μονοπάτια του Μορφέα τράβηξε μερικές τρίχες από το στήθος του. Πόνεσε αλλά δεν ξύπνησε. Αμέσως μετά γύρισε μπρούμυτα. Τα χέρια του σε μανιασμένη περιστροφική αναστροφή προσπαθούσαν να ξεκολλήσουν κάτι το ανύπαρκτο από την γυμνή του πλάτη. Η γυναίκα του ήξερε ότι είχε αγχωθεί με τα νέα μνημονιακά μέτρα. Έπρεπε άμεσα να ρυθμίσει την ταμειακή του μηχανή, και μειώνοντας και άλλο την ελάχιστη κερδοφορία του θα προσπαθούσε να κρατήσει σταθερές, ίδιες τιμές στο κατάστημα του. Το βράδυ για αυτά μιλούσε στο τηλέφωνο με τον Μάριο, τον λογιστή και παιδικό του φίλο.
-Ξύπνα όνειρο ήταν.
-Εφιάλτης της πραγματικότητας είναι. Με κατασπάραξαν τα νέα μέτρα. Φαινομενικά με άφησαν άθικτο, αλλά με κομμάτιασαν και με πούλησαν. Μού έβαλαν και δυο ταπεινωτικές σφραγίδες. Μία στο στέρνο μια στην πλάτη σωστό έμφραγμα σου λέω. Πρέπει να ήμουν πολύ ώρα στο όνειρο, μέχρι και τον Μάριο τον λογιστή είδα. Γιατί δεν με ξύπνησες;
-Είχα δουλειά στην κουζίνα. ( Ένα λοξό παιδικό πονηρό χαμόγελο, γράφτηκε στο πρόσωπο της γυναίκα του, παιδούλα που έκανε αταξία και την ομολογεί ήταν μια πιθανή αποκωδικοποίηση του προσώπου της, αλλά ο Πέτρος δεν είχε ξυπνήσει ακόμα για να κάνει «διαπροσωπικές» αναγνώσεις.)
Το ξυπνητήρι βρυχήθηκε την λιονταρίσια φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου « Χαιρετίσματα λοιπόν στην εξουσία , εγώ κρατάω την ουσία και ονειρεύομαι»*. Με αυτό το τραγούδι ξυπνούσε κάθε πρωί ο Πέτρος. Κάθισε για λίγα λεπτά στο κρεβάτι του, άκουσε όλο το τραγούδι, πήρε θάρρος για να βγει να αντιμετωπίσει την ζούγκλα της πραγματικότητας που τον περίμενε.
Με αιλουροειδή βάδισμα περνούσε πάνω από τα καφέ παραλληλόγραμμα πλακάκια του δαπέδου για να μην ξυπνήσει τα παιδιά του. Αλλά έχασε τον τιγρίσιο δρασκελισμό του όταν η μύτη του γέμισε με μυρωδιές και ο νους του εικόνες από την παιδική του ηλικία. Η κουζίνα μύριζε βύσσινο. Όχι δεν έκανε λάθος, η γεύση από αυτό το γλυκό είχε καταλύσει με το παχύρευστο χυμό του όλες τις αύλακες και τις έλικες του εγκεφάλου του. Σαν αιλουροειδές που εγκλώβισε το θύμα του μέσα σε κάποιο λάκκο με νερό όρμησε στην κατσαρόλα που άχνιζε πάνω από το κυκλικό μάτι της ηλεκτρικής κουζίνας. Ακράτητος τράβηξε το καπάκι και βρήκε ανέλπιστο δώρο. Η γυναίκα του μετά από τόσα χρόνια κοινής ζωής είχε φτιάξει για πρώτη φορά το παραδοσιακό γλυκό του κουταλιού βύσσινο. Το βλέμμα του βούτηξε στην βυσσινή θάλασσα της κατσαρόλας. Με ένα γευστικό μακροβούτι στον χρόνο βγήκε στις ακτές των αρχών της δεκαετίας του 70.
Κάτω από την πλατύφυλλη κληματαριά η καλοκαιρινή σύναξη των γυναικών της γειτονιάς, σε όλη την ηλικιακή διαβάθμιση, κόρες, μάνες εγγονές. Στα μικρά ξύλινα καρεκλάκια τα πόδια σε ανοιχτό βαθύ κάθισμα και πάνω στην ποδιά της κάθε μιας ο βυσσινή καρπός. Τα καθαρισμένα μαύρα στεκάκια των μαλλιών γίνονταν επιδέξια εργαλεία για τραβήξουν έξω το κουκούτσι αφήνοντας με ελάχιστα τραύματα την στρογγυλή βυσσινή σάρκα. Οι παλαιότερες είχαν την ζαχαροπλαστική ηγεσία, οι έφηβες μαθήτευσαν και οι μάνες έκαναν γευστικούς αυτοσχεδιασμούς. Φτωχικά ευτυχισμένα χρόνια. Πολλές οι ελλείψεις σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα, αλλά μια κοινωνία γεμάτη ελπίδα, σιγουριά, συνέχεια, αλληλεγγύη. Κυριολεκτικά τότε όλοι βιωματικά ήξεραν ότι μόνο μαζί μπορούμε. Ακόμα και όταν ήρθαν οι πρώτες τηλεοράσεις όλοι μαζί οι γείτονες έβλεπαν τις αγαπημένες εκπομπές. Το κάθε τι αποκτούσε αξία όταν το μοιραζόσουν αλλιώς χανόταν από τον κύκλο της γειτονιάς. Εκείνη η καλοκαιρινή δροσερή βυσσινάδα δρόσιζε το νου και την καρδιά. Κάτω στο βάθος του ποτηριού ο θησαυρός με τις ρώγες από το βύσσινο. Κάθε ρώγα που έπιανε το κουτάλι του μικρού κουρσάρου η καλύτερη ρόγα** για το θέλημα που έκανε στην μάνα ή την γειτόνισσα.
-Ετούτοι οι κερατάδες με τους «Καλικράτηδες» και τους «Καποδίστριες», χάλασαν την γειτονιά και την κοινότητα, έτσι χάσαμε την πίστη στον εαυτό μας. Τότε δεν είχαμε τίποτα αλλά ήμασταν σίγουροι για όλα.
-«Χαιρετίσματα λοιπόν εγώ κρατάω την ουσία και ονειρεύομαι*»
-Άκουσε ξανά το ξυπνητήρι, ξέχασε να το κλείσει, με γρήγορα βήματα η γυναίκα του πήγαινε να το σταματήσει, για μην ξυπνήσουν τόσο νωρίς τα παιδιά.
Όταν γύρισε στην κουζίνα τον βρήκε με κλειστά τα μάτια να απολαμβάνει μια μεγάλη ποσότητα γλυκού σε ένα βαθύ πιάτο. Το βύσσινο από γλυκό του κουταλιού έγινε γλυκό της σούπας!!! Της μίλησε με κλειστά μάτια.
-Γυναίκα είκοσι χρόνια είμαστε μαζί πρώτη φορά μου φτιάχνεις βύσσινο.
-Δεν μου ζήτησες ποτέ. Είπες στην μάνα σου, στην πεθερά σου, στην ξαδέλφη σου, στην θεία σου που έχει Αλτσχάιμερ, στις κουμπάρες μας. Και δεν ξέρω που αλλού ζήτησες !Εμένα δεν μου ζήτησες ποτέ!!! ( Του είπε στο τέλος με ένα ψεύτικο επιθετικό τόνο)
Άνοιξε τα μάτια του για να την δει , αντανακλαστικά άνοιξαν και τα χείλη του. Μια παχιά στρογγυλή σταγόνα βύσσινο έπεσε στο τριχωτό του στήθος, εκεί σε εκείνο το επώδυνο σημείο της ονειρικής ευρωπαϊκής σφραγίδας. Με τον δείκτη ξέβαψε το στήθος και βύζαξε την γλυκιά σιγουριά της παιδικής του ηλικίας……. Τώρα ήξερε τον τρόπο και τον δρόμο για να σβήνει επιβαλλόμενες σφραγίδες…..
*Χαιρετίσματα στην εξουσία: Στίχοι Αφροδίτη Μάνου Μουσική Τραγούδι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
** ρόγα: λέξη από το λατινικό erogo σημαίνει μισθό αμοιβή σε αγρότη ή κτηνοτρόφο χρησιμοποιείται πολύ σπάνια πια στην γλώσσα μας.
***Η ιστορία είναι σχεδόν φανταστική τουλάχιστον στο ονειρικό μέρος. Αλλά το βύσσινο γλυκό κουταλιού που έφτιαξε πριν λίγες μέρες η Μάρω, μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια στο «μαζί» μου έδωσε το γευστικό μονοπάτι για την πιο σίγουρη πατρίδα, τα παιδικά μου χρόνια στις γειτονιές του Άργους. Πατρίδα που ζητάνε με μνημόνια και Φόρους Πατριωτικής Αφασίας να σφραγίσουμε και να πουλήσουμε στο ευρωπαϊκό τσίρκο. Μπορούμε όλοι μαζί να τους απαντήσουμε: «να μας λείπει το μνημονιακό ευρωπαϊκό βύσσινο» έχουμε δικό μας ….πολύ καλύτερο.