Το φεγγάρι στην τελευταία ωχροκίτρινη πινελιά του καλωσόριζε τον ήλιο καθώς χανόταν πίσω από το αργείτικο κάστρο. Ο παππούς πέρασε στα πόδια του τις πλαστικές μπότες, βαδίζοντας όσο μπορούσε αθόρυβα πέρασε στο πλαϊνό μπαλκόνι. Στην μεγάλη άσπρη σιδερένια ντουλάπα είχε τα σύνεργα για την νέα «γυμναστική» του, και για το νου και για το σώμα όπως έλεγε. Σε πείσμα όλων έσπασε ένα μεγάλο κομμάτι της τσιμεντένιας αυλής και έφτιαξε ένα μικρό κήπο. Μεγάλωσε κατά πολύ την επιφάνεια του φτιάχνοντας παρτέρια. Γνώσεις για κηπευτικά η γεωργικά θέματα δεν είχε. Με την βοήθεια ενός γείτονα γεωπόνου και την ηλεκτρονική βοήθεια του διαδικτύου έκανε τις πρώτες πετυχημένες απόπειρες για βιολογική καλλιέργεια κυριολεκτικά κατ οίκον.
– Μα καλά τώρα στα τελευταία μας σε πήρε η κηπουρική. Μια χαρά είναι η αυλή τσιμενταρισμένη.
– Η υγρή μυρωδιά του πρωινού χώματος και μόνο αυτό θα μου δώσει ζωή. Τόσα χρόνια χαμένος στην δουλειά και τα βιβλία μου έχασα την γείωση μου.
– Το πείσμα μου όμως όσο υγρασία και να έχει το χώμα δεν βλέπω να μαλακώνει. Οι εμμονές και οι τρέλες σου δεν αυλακώνονται ούτε από το πιο σκληρό αλέτρι, εδώ και ογδόντα πέντε χρόνια.
Ο παππούς δεν έδωσε σημασία στα λόγια της συντρόφισσας του εκείνη την ημέρα. Σχεδόν τρέχοντας κατέβηκε τα σκαλιά, άνοιξε την πόρτα και οι μαστόροι άρχισαν να σπάνε τα τσιμέντα. Κάθε χτύπημα του μικρού σκαπτικού μια έντονη ρυτίδα απορίας και θυμού στο μέτωπο της γιαγιάς. Κάθε κομμάτι γης όπως επανεμφανιζόταν και ένα μισό χαμόγελο στο πρόσωπο του παππού. Τελικά το πείσμα του διέπρεψε για άλλη μια φορά. Ο μικρός κήπος έγινε το νέο αγαπημένο στέκι της οικογένειας.
Μια μικρή αδέξια κίνηση και χύθηκαν με απρόβλεπτα δυνατό θόρυβο εργαλεία, κουτιά με σπόρους στα νοτισμένα πλακάκια του μπαλκονιού. Ο παππούς μένει ακίνητος για να διαπιστώσει τα ηχητικά αποτελέσματα του ατυχήματος. Προς το παρόν ουδέν σχόλιο. Εφησυχασμένος μαζεύει τα χρειαζούμενα και άχρηστα και ετοιμάζεται να κατέβει στο «χωράφι» του. Δεν πρόλαβε να πατήσει στο πλατύσκαλο αυστηρός αλφαμίτης στην πύλη η φωνή της γυναίκας του.
– Καλά θα έχανες το μεροκάματο αν πήγαινες μια ώρα αργότερα δεν ξημέρωσε ακόμα. Νόμισα ότι μας βομβαρδίζουν. Συρία το έκανες το μπαλκόνι μας!!!
– Σιγά το θόρυβο, ένα τσαφ ήταν!!!
– Παππού είσαι καλά; ( Ακούστηκε η φωνή του εγγονού από το κάτω όροφο.)
– Μια χαρά έλα να πιούμε καφέ στο «χωράφι».
Πάνω σε δυο κούτσουρα παππούς και εγγονός απολάμβαναν τον καφέ τους μέσα στις οικιακές βιολογικές καλλιέργειες του παππού .
– Παππού τι θα καλλιεργήσεις τούτη τη φορά ;
– Θα σπείρω στάρι, «Οκτώβρης και δεν έσπειρες, οκτώ σπυριά δεν κάνεις» λέει η παροιμία.
– Παππού τελειώνει και ο Νοέμβρης.
– Στα μέρη μας μπορούμε να σπείρουμε και Νοέμβρη. Επηρεάστηκα από μια μικρασιάτικη παροιμία μου την είπε πριν λίγες μέρες μια παλιά μας φίλη. Πριν λίγες μέρες είχε πάει ταξίδι στην Αττάλεια, στην Τουρκία με τον εγγονό της.
– Γιατί είχε συνάντηση με την παγκόσμια αυτοκρατορία των G -20;
– Όχι Θυρανοίξια.
– Τι είπες παππού;
– Την Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015 ο οικουμενικός πατριάρχη Βαρθολομαίος τέλεσε τα Θυρανοίξια του ανεγειρόμενου Ι. Ναού Παναγίας Πισιδιώτισσας Αλάγιας στην Αττάλεια.
– Ανεγειρόμενος ναός στην Μικρά Ασία σαν αστείο μου φαίνεται. Πως ξέφυγε των Τούρκων;
– Κι όμως με δική τους άδεια έγινε. Ξύπνησαν για τα καλά οι Τούρκοι και κάνουν άριστο επικοινωνιακό παιγνίδι .Ο πρώτος ναός που χτίζεται μετά την Καταστροφή του 22. Η Μητρόπολη Πισιδίας γνωρίζουμε ότι ιδρύθηκε από τον Απόστολο Παύλο και τον Βαρνάβα τον μαθητή του. Ως έδρα της μητρόπολης ήταν η Σπάρτη και η Αττάλεια . Ναι μην με κοιτάς έτσι υπάρχει και εκεί Σπάρτη η αλλιώς Σπάρταλα. Το λύκειο του εγγονού της έκανε εκδρομή εκεί με αφορμή τα εγκαίνια του ναού. Την ρώτησα πως ένοιωσε όταν βρέθηκε σε εκείνα τα μέρη.
– Στην αρχή έντονο θυμό, είναι μια άλλη Ρωμιοσύνη εκεί, βαριανασαίνει και αντιστέκεται όσο μπορεί μέσα στην σκουριά του χρόνου. Μετά ένοιωσα ένα πόνο. Αφού εξοικειώθηκα με τον τόπο και είδα πολλούς τόπους στο εσωτερικό της Τουρκίας, τα συναισθήματα μου γύρισαν ανάποδα για την πατρίδα μας. Αυτό το κρατικό μόρφωμα που λέγεται Ελλάδα. Ένοιωσα πόνο γιατί δεν τους μοιάζουμε;
– Τι είπες ; Την ρώτησα ξαφνιασμένος.
– Πόνο γιατί δεν ακολουθούμε τα βήματα τους, την τακτική τους. Και θυμό γιατί εμείς καταστρέφουμε την πατρίδα μας. Τους έχουμε υποτιμήσει πάρα πολύ και αγνοούμε σε τι πρόοδο έχουν φτάσει οι Τούρκοι.
– Μα καλά τι είναι αυτά που μου λες;
– Δεν έχεις παρά να πας να δεις πως είναι τα μικρασιατικά παράλια , οι τουριστικές τους υποδομές έχουν περάσει κατά πολύ τις δικές μας. Είναι τεράστιος ο αριθμός από μαρίνες και λιμάνια τα οποία εξυπηρετούν σκάφη όλων των τύπων. Το οδικό τους δίκτυο τεράστιο και άρτιο. Τα αεροδρόμια τους δέχονται δεκάδες φορές περισσότερες πτήσεις από τα δικά μας. Ταξιδεύοντας προς την νότια Μικρά Ασία είδαμε την μεγάλη σημασία που δίνουν στον πρωτογενή τομέα. Σε μια περιοχή προς την Αττάλεια υπάρχουν 350.000 θερμοκήπια. Ναι καλά άκουσες 350.000 θερμοκήπια. Μόνο αν πατάς γερά στην γη σου, σηκώνεις ανάστημα και διώχνεις το Δ.Ν.Τ., όπως έκαναν. Τα τελευταία χρόνια δίνουν μεγάλη έμφαση και στον πολιτισμό. Είναι εκατοντάδες οι χρηματοδοτούμενες ανασκαφές. Αρχαιολογικές ανασκαφές που αφορούν των Ελληνικό και Ρωμαϊκό πολιτισμό. Ένα πολιτισμό που προσπαθούν να οικειοποιηθούν, να τον τουρκοποιήσουν. Ξέρεις τι άλλο μου έκανε μεγάλη εντύπωση, η εθνική περηφάνια που νοιώθουν οι Τούρκοι για την Τουρκία. Αυτό το εθνολογικό μόρφωμα που λέγεται Τουρκία αποκτά με σταθερά βήματα ισχυρή εθνική ταυτότητα. Καθώς πηγαίναμε προς την Αττάλεια και βλέποντας αυτόν τον δυναμικό γεωργικό πλούτο κάποιοι θυμήθηκαν μια παροιμία των Ρωμιών της περιοχής. «Τα δυο μάτια κοιτάνε το σιτάρι το ένα το αλεύρι και ο τυφλός μόνο ψωμί γυρεύει.» Μια παροιμία που πάει γάντι με την τυφλή Ελλάδα του 21ου αιώνα. Εκείνος ο τόπος έχει κάτι το ιερό, το νοιώθεις βαδίζοντας μέσα στην οικουμενική ελληνικότητα, την ρωμιοσύνη η οποία ακόμα είναι στα κτήρια, στους δρόμους, στον αέρα, στην δροσιά του πρωινού. Μα ποιο πολύ το αισθάνεσαι όταν βλέπεις έλληνες τρίτης και τέταρτης γενιάς να έρχονται στην γη των παππούδων τους. Ανάβοντας ένα κεράκι σε ένα ελληνικό ναό βαπτίζονται ξανά στο φως και στην συνέχεια της Μικράς Ασίας. Έπρεπε αν ήσουν στα Θυρανοίξια της Παναγίας της Πισιδιώτισσας δεν μπορώ να στο περιγράψω. Θες να μάθεις και το πιο ωραίο, ξέρεις από ποιους αποτελείται ο κύριος όγκος των πιστών.
– Όχι δεν ξέρω.
– Ρώσοι ,ναι Ρώσοι που βρέθηκαν στα παράλια της Μικράς Ασίας μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Έχουν και τον πρώτο μόνιμο ορθόδοξο ιερέα στην περιοχή τον Κωνσταντίνο Σιεβτσένκο με καταγωγή από το Καζάν της Ρωσίας. Ποιος θα το περίμενε πρώην Σοβιετικοί συνεχιστές της Ρωμιοσύνης στην Μικρά Ασία;
Ο παππούς πήρε μια μεγάλη ρουφηξιά καφέ, και πήρε το μικρό σκαλιστήρι και άρχισε να ετοιμάζει το χώμα για την σπορά του σιταριού.
– Κατάλαβες Πετράν, άλλοι καλλιεργούν στο σιτάρι, άλλοι βολεύονται με το αλεύρι μα το χειρότερο οι αόμματοι γίνονται τυφλοί καταναλωτές. Αν θέλουμε να ανοίξουμε ξανά τα μάτια μας πρέπει να γειωθούμε ξανά και οικονομικά και πολιτισμικά. Εδώ και σαράντα χρόνια βλέποντας μόνο το «όραμα» της Ευρωπαϊκής ένωσης χάνουμε και την όραση και τις ρίζες μας. Πρώτα από όλα με συστηματικό και επιδοτούμενο τρόπο χάσαμε την γεωργία , την κτηνοτροφία και την αλιεία μας. Στην Κοιλάδα και στο Τολό ακόμα σπάνε μεγάλα καΐκια στα πλαίσια ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Παράλληλα άρχισε και ο πρωτογενής ξεριζωμός από την πολιτισμικής μας συνέχεια. Κυριολεκτικά με κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα αποφάσισαν την καταστροφή της ελληνικής γλώσσας, μια καταστροφή εξίσου σημαντική με την μικρασιατική καταστροφή. Ακόμα και μορφωμένα παιδιά της γενιάς σου με δυσκολία μπορούν να διαβάσουν Παπαδιαμάντη. Μονόφθαλμοι αναζητήσαμε το δυτικό αλεύρι. Κερδίζοντας το «χαμένο» χρόνο της σποράς και της καλλιέργειας γίναμε όλο και πιο περισσότερο καταναλωτές λαμπερών προϊόντων. Βάζοντας ενέχυρο και την τελευταία μας ελπίδα εκείνο το μάτι που κρυφοκοίταζε με αμηχανία την Ρωμιοσύνη και την οικουμενική Ελληνικότητα , χάσαμε την συλλογική μας συνείδηση και γίναμε οι ζητιάνοι του Ευρωπαϊκού φούρνου για μερικά καρβέλια επιβίωσης.
– Καλά δεν υπάρχει σωτηρία παππού;
Ο παππούς έβγαλε τις μπότες και τις κάλτσες ξυπόλυτος άρχισε να καλλιεργεί τα λίγα μέτρα γης. Ο εγγονός έβγαλε και αυτός αθλητικά παπούτσια και κάλτσες, μπήκε και αυτός μέσα στο «χωράφι» του παππού.
– Μα καλά τρελαθήκατε και οι δυο; (Φώναξε θυμωμένη η γιαγιά όταν αντιλήφθηκε και τους δύο με τα γυμνά πόδια στις λάσπες.)
– Όχι γιαγιά , επιστρέφουμε και γειωνόμαστε.
– Γειωνόμαστε και συνεχίζουμε (Είπε ο παππούς, έδωσε στον εγγονό το σκαλιστήρι να συνεχίσει το μικρό αυλάκι και αυτός σκόρπιζε με ευλαβικές κινήσεις σπόρους σιτριού) Τούτη την άνοιξη θα ζυμώσεις πρόσφορο από το δικό μας αλεύρι…….
*Η Βούλα και οι δυο γιοί της παρευρέθηκαν στα Θυρανοίξια της ιερού ναού της Παναγίας Πισιδιώτισας. Ταξιδεύοντας στην Νότια Τουρκία απόκτησαν μια άλλη όραση για τον υποτιμημένο γείτονα και μια θλίψη για τον ναρκισσιστικά υπερτιμημένο τυφλό υπερφίαλο ευρωπαϊκά ξεριζωμένο νεοέλληνα…