Ο Επίτροπος Μοσκοβισί αναφέρθηκε τόσο στην μεγάλη προσπάθεια που έχει καταβάλλει η Ελλάδα όσο και στην ανάγκη η χώρα πλέον να γυρίσει οριστικά σελίδα. “Καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν έκανε τόσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όσες η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια”, ανέφερε χαρακτηριστικά. Όμως, “τα αποτελέσματα αυτά δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως ευκαιρία επανάπαυσης ή οπισθοδρόμησης”, πρόσθεσε.
Επίσης, ο Επίτροπος Μοσκοβισί αναφέρθηκε στην κρισιμότητα της δεύτερης αξιολόγησης καθώς και στη στήριξη που λαμβάνει η Ελλάδα από την ΕΕ με χρηματοδοτήσεις που υποστηρίζουν άμεσα την πραγματική οικονομία, αλλά και με εξειδικευμένη τεχνογνωσία. Παράλληλα, επεσήμανε ότι οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ισότητα στην κοινωνία.
Τέλος, ο Επίτροπος Μοσκοβισί αναφέρθηκε στον σεβασμό που αισθάνεται για τον Ελληνικό λαό και τις θυσίες που έχει καταβάλει, αλλά και στην ανάγκη συνεργασίας όλων των πλευρών για την επιτυχία του προγράμματος.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Επιτρόπου:
“Αγαπητοί Πρόεδροι των κοινοβουλευτικών Επιτροπών,
Αγαπητοί Βουλευτές,
Κυρίες και Κύριοι,
Αποτελεί για μένα τιμή και ευπρόσδεκτη ευκαιρία να βρίσκομαι σήμερα εδώ ενώπιον σας, ένα σχεδόν χρόνο μετά τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού. Μια συμφωνία που επιβεβαίωσε το γεγονός ότι στεκόμαστε μαζί, ο ένας δίπλα στον άλλο, και αλληλέγγυοι. Και ότι έχουμε ξεκαθαρίσει οριστικά το ζήτημα της θέσης της Ελλάδος εντός της ζώνης του ευρώ.
Εδώ και πολλά χρόνια, υποστηρίζω ένθερμα την Ευρώπη, την Ελλάδα και τη ζώνη του ευρώ. Τόσο ως εκλεγμένο μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και κατά στα μερόνυχτα των διαπραγματεύσεων στις συναντήσεις του Eurogroup και του ECOFIN ως υπουργός οικονομικών της Γαλλίας και στη συνέχεια ως Ευρωπαίος Επίτροπος. Παραμένω απόλυτα πεπεισμένος ότι η θέση της Ελλάδος παραμένει στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης. Και ότι, ακόμη και στις δύσκολες στιγμές, μπορούμε να κάνουμε περισσότερα μαζί παρά χωριστά, με αλληλεγγύη και υπευθυνότητα.
Συνεχίζω, στο πλευρό του Προέδρου Γιούνκερ και ολόκληρης της Επιτροπής, να είμαι φίλος της Ελλάδος. Θα συνεχίσω να εργάζομαι αδιάλειπτα για να βοηθήσω την Ελλάδα να μεγιστοποιήσει το δυναμικό της, ώστε να ξαναέλθει η ελπίδα στον τόπο, να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας για τους πολίτες της, να ενισχυθεί η ανάπτυξη, οι επενδύσεις και οι δυνατότητες για τις επιχειρήσεις της, και για να πετύχει η Ελλάδα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου είναι και η φυσική της θέση.
Αντιμετωπίζουμε όλοι μας δύσκολους καιρούς. Τη στιγμή που έχουμε ξεπεράσει τη μακρόχρονη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση – μια από τις χειρότερες της σύγχρονης ιστορίας μας – συνεχίζουμε να έχουμε ευάλωτα σημεία ενώ εμφανίζονται και νέες προκλήσεις. Η νεολαία της Ελλάδος, όπως εκείνη της Ευρώπης και πέραν αυτής , θέλει να πιστεύει να ότι και αυτή θα έχει πρόσβαση σε μια καλή εκπαίδευση, σε πραγματικές ευκαιρίες και σε βασικές υπηρεσίες. Ότι όχι μόνο θα έχει εργασία αλλά ότι αυτή θα είναι και αξιοπρεπής. Και ότι δεν θα φτωχοποιηθεί όταν πλέον συνταξιοδοτηθεί, μετά από πολύχρονη εργασία.
Εμείς ως πολιτικοί που λαμβάνουμε τις αποφάσεις, έχουμε καθήκον να φροντίσουμε ώστε αυτές οι θεμελιώδεις επιθυμίες να μπορούν να υλοποιηθούν στην πράξη. Η πρόκληση είναι διπλή: αφενός, να εξασφαλίσουμε ότι όλο το πολιτικό φάσμα συνεργάζεται προς το σκοπό αυτό ακολουθώντας την ίδια κατεύθυνση – τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί και προσπάθεια για την μακροπρόθεσμη οικονομική και κοινωνική σταθερότητα υπέρ αυτών των νέων γενεών. Και αφετέρου εξασφάλιση της βιωσιμότητας των αλλαγών που έχουν ξεκινήσει.
Ένα χρόνο μετά την έναρξη του προγράμματος οικονομικής βοήθειας στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια κρίσιμη στιγμή: είναι καιρός να γυρίσει αυτή η σελίδα και να ξεπεράσουμε την φάση διαχείρισης της κρίσης.
Υπάρχουν επιτυχίες που πρέπει να χαιρετίσουμε. Κατ’ αρχάς έχουν εγκριθεί πολυάριθμες μεταρρυθμίσεις για να εκσυγχρονιστεί το κράτος και η οικονομία. Πιστεύω, όπως κι εσείς, ότι δύο πυλώνες – μια αποτελεσματική και αποδοτική διοίκηση, ικανή να παρέχει βασικές υπηρεσίες, καθώς και μια πιο εύρωστη οικονομία που προσελκύει επενδύσεις για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη – αποτελούν τα θεμέλια στα οποία μπορεί να στηριχτεί το μέλλον της Ελλάδος. Και οι προσπάθειες των τελευταίων μηνών πιστοποιούν την ικανότητα της Ελλάδος να λάβει δύσκολες αποφάσεις προς αυτή την κατεύθυνση.
Αρκεί να αναφέρουμε μερικά πρόσφατα παραδείγματα: η Ελλάδα θέσπισε σειρά μεταρρυθμίσεων για να υποστηρίξει το επιχειρηματικό περιβάλλον και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα. Αυτό βοήθησε τη χώρα να ενισχύσει σημαντικά τη θέση της όσον αφορά τον δείκτη της Παγκόσμιας Τράπεζας για την ευκολία του επιχειρείν (δείκτης “Doing Business”). Απλοποιήθηκαν διαδικασίες για να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος στις επιχειρήσεις και για να διευκολυνθεί το εμπόριο. Σημειώθηκε σημαντική εξυγίανση του τραπεζικού τομέα – αναδιοργανώθηκε και ανακεφαλαιοποιήθηκε πλήρως – παρόλο που θα πρέπει να ολοκληρωθούν οι εργασίες σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Άρχισαν επίσης οι αναδιαρθρώσεις ανά τομέα.
Η Ελλάδα ξεκίνησε επίσης μια σημαντική μεταρρύθμιση των φορολογικών και συνταξιοδοτικών συστημάτων και θέσπισε νομικό πλαίσιο για τη νέα Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων και Επενδύσεων. Συνεπώς, τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί μέχρι σήμερα αποτελούν ένα ουσιαστικό πακέτο.
Καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν έκανε τόσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όσες η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Οι θετικές οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδος είναι ενθαρρυντικές. Η ελληνική οικονομία επέδειξε αξιοσημείωτο επίπεδο ανθεκτικότητας το 2015, με τη διατήρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και τη θετική συμβολή των καθαρών εξαγωγών. Παρόλο που το ΑΕΠ ήταν αρνητικό στο τέλος του 2015, το αποτέλεσμα ήταν πάντως κατά 1% καλύτερο από τις προηγούμενες προβλέψεις. Ο δείκτης ανεργίας άρχισε να μειώνεται. Και το 2015 δημιουργήθηκαν 75.000 θέσεις εργασίας. Παρόλο που υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν, συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη θα επανέλθει το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και ότι θα ενισχυθεί το 2017.
Έτσι, στο σύνολό τους, οι πρόσφατες οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδος, θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως απόδειξη ότι οι προσπάθειες άρχισαν να καρποφορούν.
Ταυτόχρονα, τα αποτελέσματα αυτά δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως ευκαιρία επανάπαυσης ή οπισθοδρόμησης. Γιατί παραμένουν σημαντικοί κίνδυνοι. Όσοι υποστηρίζουν ότι οι προσπάθειες αυτές δεν αξίζουν, κινδυνεύουν να θέσουν σε κίνδυνο την ευκαιρία να σημειωθεί πρόοδος. Η περαιτέρω ενίσχυση αυτών των θετικών σημείων απαιτεί την προώθηση και υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, έτσι ώστε να έχουν θετικό αντίκτυπο μακροπρόθεσμα.
Η ολοκλήρωση αυτής της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος θα μας επιτρέψει να περάσουμε στην επόμενη φάση αυτής της διαδικασίας σταθεροποίησης – στη φάση της υλοποίησης. Αυτή είναι απόλυτα σημαντική ώστε να εδραιωθεί πλέον η ανάκτηση της εμπιστοσύνης και να παγιωθούν οι διαρθρωτικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για να στηριχτεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας. Αυτό θα αποτελέσει κριτήριο οικονομικής και πολιτικής αξιολόγησης για τα άλλα μέλη της ζώνης του ευρώ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Επιτροπή.
Διερχόμαστε τώρα μια μεταβατική περίοδο πριν από την δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος το προσεχές φθινόπωρο, στο πλαίσιο της οποίας η εφαρμογή της πρωτογενούς νομοθεσίας που έχει ήδη θεσπιστεί θα αποτελεί μέρος των σημαντικότερων πτυχών. Καλύπτονται η λειτουργία του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων και Επενδύσεων και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η συνέχιση των εργασιών για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η προώθηση των συμπερασμάτων της ανάλυσης της αγοράς εργασίας, που θα είναι δύσκολη και επί της οποίας ελπίζουμε να συνεργαστούμε.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη να καταρτίσει βραχυπρόθεσμα μια στρατηγική εύρωστης ανάπτυξης. Πρόκειται για μια από τις προκλήσεις αυτής της δεύτερης αξιολόγησης για την υποστήριξη της οικονομικής ανάκαμψης. Αυτό απαιτεί συντονισμένη προσέγγιση σε πολλά μέτωπα και συνεκτικό όραμα όσον αφορά την ακολουθητέα οδό. Η ικανότητα ανάπτυξης και προσέλκυσης επενδύσεων και κεφαλαίων κατέχει κεντρική θέση. Αυτό συνεπάγεται βελτίωση του επενδυτικού πλαισίου, πέραν των όσων έχουν επιτευχθεί ήδη, αλλά και του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας. Θα πρέπει επίσης να εξεταστούν λεπτομερώς οι πηγές χρηματοδότησης και η ανάπτυξη των στοιχείων ενεργητικού για την τόνωση των επενδύσεων και την προσέλκυση άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό.
Οφείλω να υπογραμμίσω επ’ αυτού, ότι η Ελλάδα επωφελείται κατά μεγάλο μέρος από τις χρηματοδοτήσεις της ΕΕ. Τα χρήματα αυτά υποστηρίζουν άμεσα την πραγματική οικονομία και την επίτευξη συγκεκριμένων προτεραιοτήτων. Από το 2014 έως το 2020, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επενδύσει στην Ελλάδα περισσότερα από 35 δισ. ευρώ, μέσω των διαρθρωτικών ταμείων και των κονδυλίων για τον αγροτικό τομέα της ΕΕ. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται η μείωση του ποσοστού της εθνικής συγχρηματοδότησης και η έγκριση για την επιτάχυνση της καταβολής των χρηματοδοτήσεων. Τα παραπάνω προστίθενται στα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το νέο ευρωπαϊκό ταμείο στρατηγικών επενδύσεων στο πλαίσιο του Επενδυτικού Σχεδίου για την Ευρώπη του Προέδρου Γιούνκερ. Σε συνδυασμό με την εκκαθάριση των χρωστούμενων από το κράτος που προβλέπονται στις νέες και τις μελλοντικές εκταμιεύσεις, τα παραπάνω αποτελούν ήδη ισχυρό παράγοντα υπέρ της ενίσχυσης της ελληνικής οικονομίας.
Πιστεύω επίσης ότι τα μέτρα στον τομέα της φορολογίας είναι ουσιώδους σημασία για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής, τον τερματισμό των ειδικών καθεστώτων και τη βελτίωση της συλλογής των φόρων (ώστε να αυξηθούν τα έσοδα τα οποία το κράτος να είναι σε θέση να δαπανήσει προς όφελος του πληθυσμού). Ως Ευρωπαίος Επίτροπος αγωνίζομαι για μια δικαιότερη φορολογία για τους πολίτες και τοις επιχειρήσεις. Η Ελλάδα πρέπει να φέρει την επανάσταση και σε αυτό τον τομέα ! Αποτελεί οικονομική και δημοκρατική πρόκληση.
Τέλος, οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ισότητα στην κοινωνία: να εξασφαλιστεί δηλαδή ότι όλοι καταβάλουν το μερίδιό τους ως αντιστάθμισμα των πλεονεκτημάτων που τους παρέχει ένα ισχυρότερο και σταθερότερο σύστημα κοινωνικής προστασίας – με ταυτόχρονη διασφάλιση της επαρκούς προστασίας των πλέον ευάλωτων.
Πρόκειται για μια συλλογική προσπάθεια, εκ μέρους όλων μας , που θα πρέπει να επιτρέψει την μετατροπή των νομοθετικών μεταρρυθμίσεων σε πραγματικές επιτόπιες αλλαγές, για τον ελληνικό λαό και τις επιχειρήσεις. Η έκκληση που κάνω σήμερα για την οικονομική σταθερότητα και τις μεταρρυθμίσεις δεν αφορά συνεπώς τις τεχνικές λεπτομέρειες. Αφορά, ίσως περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν, στα άτομα.
Σέβομαι πολύ τον ελληνικό λαό και τις θυσίες που κατέβαλε κατά τη διάρκεια αυτής της πολύ δύσκολης περιόδου. Και με εντυπωσιάζει η ανθεκτικότητά και η αξιοπρέπεια που επέδειξε.
Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου η στήριξή του προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, την ζώνη του ευρώ, και την κατεύθυνση του κοινού ευρωπαϊκού μας σχεδίου παρέμεινε σταθερή.
Πρέπει να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα σε μια στιγμή κατά την οποία ορισμένοι έχουν αρχίσει να αμφισβητούν το κοινό μας σχέδιο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζεται στην Ελλάδα για την συνέχιση της προώθησης προς περαιτέρω ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Το Eurogroup συνομολόγησε μια συμφωνία με την Ελλάδα. Και πιστεύω – όπως όλοι νομίζουμε – ότι και οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους με βάση την πρόοδο που έχει σημειώσει η Ελλάδα τους τελευταίους μήνες. Συνεπώς, η συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Eurogroup τον περασμένο Μάιο, θα πρέπει να χρησιμεύσει ως βάση για να μπορέσουμε να πετύχουμε ένα έξυπνο και αμοιβαία επωφελές αποτέλεσμα σχετικά με τα ζητήματα που συνδέονται με την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Κάτι τέτοιο μου φαίνεται επιθυμητό από οικονομικής σκοπιάς και δυνατό από πολιτικής.
Η Ελλάδα έχει τους αναγκαίους πόρους για να ευημερήσει – τους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις που θέλουν και μπορούν να καινοτομήσουν. Σε αυτές τις επιχειρήσεις θα πρέπει να δώσουμε ενθάρρυνση και στήριξη , και το ίδιο θα πρέπει να γίνει όσον αφορά την ικανότητά τους να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Ήλθε η στιγμή που πρέπει να γίνουν οι στρατηγικές επιλογές ώστε να καρποφορήσουν οι εν λόγω πολιτικές.
Σε όλα αυτά τα μέτωπα, η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρέχει την εμπειρογνωμοσύνη και την εμπειρία της για την εξεύρεση και την υποστήριξη αξιόπιστων και σταθερών λύσεων που θα βοηθήσουν την Ελλάδα να αποκτήσει ξανά την εμπιστοσύνη των αγορών με τελικό σκοπό να αποκτήσει ξανά πρόσβαση σε αυτές.
Όμως, η επίτευξη του εν λόγω στόχου απαιτεί ακόμη περισσότερο την υποστήριξη όλων των ελληνικών φορέων – των αρχών, της Βουλής και των βουλευτών, της επιχειρηματικής κοινότητας και των εμπειριών της, των κοινωνικών εταίρων. Και θα πρέπει όλοι να ενεργήσουν από κοινού προς όφελος της Ελλάδας.
Μην αυταπατάστε. Μια Ελλάδα ενωμένη στο εσωτερικό θα θεωρηθεί πιο δυνατή, πιο αξιόπιστη και θα αντιμετωπιστεί με περισσότερη εμπιστοσύνη στο εξωτερικό, έναντι των διεθνών της εταίρων και απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε.
Τέλος, η προοπτική επιστροφής της ανάπτυξης εντός του τρέχοντος έτους και των επενδύσεων είναι ρεαλιστική – ας προσπαθήσουμε να μην την αναστείλουμε εκ νέου.
Ας προσπαθήσουμε να συνεργαστούμε για να δημιουργήσουμε ένα σταθερό μέλλον για την Ελλάδα.
Σας ευχαριστώ”.