Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε παταγωδώς να ανταποκριθεί στο «βασικό λόγο» , που παραπλανώντας τον ελληνικό λαό , τον έφερε στην κυβέρνηση . Αυτός δεν ήταν άλλος από το να αντιμετωπίσει μετωπικά και να επιλύσει ριζικά τα οικονομικά προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας τα οποία οδήγησαν τους πολίτες σε αφόρητο αδιέξοδο και τη χώρα σε πρωτοφανή στα σύγχρονα χρονικά της οικονομική και κοινωνική κρίση. Μετά από μια άνευ προηγουμένου αδίστακτη δημαγωγική πλειοδοσία υποσχέσεων και μια κατεδαφιστική (στα όρια του αισχίστου λαϊκισμού) αντιπολίτευση, το κόμμα της αυτοκαλούμενης ριζοσπαστικής αριστεράς, σε συνεργασία με τους πρόθυμους ΑΝΕΛ, ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας και κατόπιν μιας σύντομης (αλλά οδυνηρής για τον τόπο) περιπλάνησης σε ανεδαφικούς προσανατολισμούς, αναδιπλώθηκε στην τραχιά πραγματικότητα. Χωρίς καμία ανάσχεση, χωρίς κανένα φραγμό, όχι μόνο υιοθέτησε πολιτικές που κατήγγειλε, όχι απλώς συμβιβάστηκε με συνταγές που μέχρι πρότινος βδελύσσονταν, αλλά προχώρησε και παραπέρα . Έφερε και επέβαλε στη χώρα το τρίτο δικό του μνημόνιο, και σήμερα το εφαρμόζει κατά τρόπο τόσο σκληρό και άστοχο, που απομυζά και την τελευταία ικμάδα της Ελληνικής κοινωνίας, η οποία πλέον γογγύζει από τα απανωτά πλήγματα σε βάρος της.
Μπροστά στην απερίγραπτη πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και ενώπιον του διαγραφόμενου κινδύνου για μια ανεξέλεγκτη κοινωνική έκρηξη, που θα οδηγήσει το συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στα (πολιτικά) αζήτητα, από όπου και ουσιαστικά προήλθαν, η κυβέρνηση, έχοντας ως αμετακίνητο στρατηγικό στόχο της την παραμονή στην εξουσία, μηχανεύθηκε ένα ακόμη πολιτικό στρατήγημα . Αποφάσισε, προκειμένου να ξεπεράσει το σκόπελο της λαϊκής οργής, που απειλεί να την πνίξει, να κάνει ένα άλμα στο κενό. Άνοιξε την «ατζέντα» των πολιτικών θεμάτων, προωθώντας διάφορα, «αβανταδόρικα» κατά την εκτίμησή της ζητήματα, μεταξύ των οποίων και εκείνο του εκλογικού νόμου. Έτσι, με μια πρόχειρη και από κάθε άποψη εξόφθαλμα ιδιοτελή πρωτοβουλία, έφερε προς συζήτηση στη Βουλή, την πρόταση για την αλλαγή του. Πρότεινε την κατάργηση του bonus των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, την αναλογικότερη κατανομή των εδρών και την παροχή δικαιώματος ψήφου στους 17/άρηδες .
Διττός, αλλά διάτρητος ο στόχος . Αφενός ο αποπροσανατολισμός της προσοχής της κοινής γνώμης από τη ζοφερή κατάσταση που η πολιτική των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει δημιουργήσει και αφετέρου η στέρηση του δικαιώματος της (επελαύνουσας προς την εξουσία) Νέας Δημοκρατίας, να σχηματίσει δική της κυβέρνηση. Μάταια, όμως ! Ο «πονηρός» εκλογικός νόμος, όχι μόνο δεν συγκέντρωσε στη Βουλή τον αριθμό των 200 ψήφων που θα επέτρεπε την εφαρμογή του από την προσεχή κιόλας αναμέτρηση (μετατιθέμενος έτσι για τη μεταπροσεχή), αλλά αντίθετα (πλην των γνωστών πρόθυμων «βαστάζων» του ΣΥΡΙΖΑ) δέχθηκε ομαδόν τα πυρά σύμπασας της (υπόλοιπης) αντιπολίτευσης, για τις ευδιάκριτες σκοπιμότητες που υπηρετούσε. Η ήττα της συγκυβέρνησης ήταν παταγώδης ! Έτσι, παρά τη «φιλότιμη» προσπάθειά της, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, απέτυχε στον αντικειμενικό της στόχο που δεν ήταν άλλος από το να βυθίσει τη χώρα στην ακυβερνησία και σε μια βαθειά θεσμική κρίση, για να παρεμποδίσει την άνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση. Απέτυχε, όμως, παράλληλα και στον άλλο στόχο της που ήταν να αποπροσανατολίσει την προσοχή της κοινής γνώμης. Οι πολίτες εγκλωβισμένοι στα αδιέξοδα που η πολιτική των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δημιουργεί, όχι απλώς δεν «τσίμπησαν» το δόλωμα που τους έριξε με την πρωτοβουλία της, αλλά στάθηκαν παγερά αδιάφοροι απέναντι σε αυτήν. Προσπέρασαν και εξακολουθούν αγωνιωδώς να πασχίζουν να απεγκλωβιστούν από την οικονομική θηριωδία, στην οποία τους καταδικάζουν οι συγκυβερνώντες, που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η συμμετοχή τους στην εξουσία και στη νομή της.
Η προσφυγή στην αλλαγή του εκλογικού νόμου (όπως και η πρόταση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση που ακολούθησε) αποδείχθηκαν για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, άλμα στο κενό. Πιστοποίησαν τα αδιέξοδα στα οποία έχουν περιαχθεί εξ αιτίας της αχαλίνωτης προεκλογικής υποσχεσιολογίας που τους έφερε στην εξουσία και αποτελούν ξεκάθαρη εκ μέρους τους ομολογία αποτυχίας για την πολιτική που εφαρμόζουν. Ό,τι και να κάνουν, ωστόσο, δεν θα αποφύγουν να πιούν το «πικρό ποτήρι» μέχρι τέλους. Θα υποστούν και θα πληρώσουν τα επίχειρα της πολλαπλής εξαπάτησης του Ελληνικού λαού, στις επικείμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές, τελικά, διεξαχθούν , με τη μόνη ποινή που τους αξίζει και αντιλαμβάνονται. Η ποινή αυτή είναι η εκλογική τους συρρίκνωση και αποτελεί την δίκαιη ανταμοιβή για τα ψέματα που γέμισαν όλα αυτά τα χρόνια τη χώρα . Απολογούμενοι επιχειρούν ακόμη και τώρα , στα πλαίσια άλλης μίας επικοινωνιακής τους παράστασης δήθεν κοινωνικής ευαισθησίας , με μεγαλόστομες διακηρύξεις να παραπλανήσουν τον ελληνικό λαό που όμως έχει σχηματίσει άποψη και πολύ σύντομα θα εκφράσει την ετυμηγορία του.
* Η Σόνια Ταντάρου – Κρίγγου είναι δικηγόρος – πολιτευτής της ΝΔ