Ο διόλκος και η διώρυγα του Ισθμού
Η διάνοιξη του Ισθμού όμως, είναι έργο αθάνατο, που δύσκολα αποδίδεται στην ανθρώπινη δύναμη, διότι νομίζω πως το άνοιγμα του Ισθμού θα χρειαζόταν τη βοήθεια του Ποσειδώνα και όχι κάποιου ανθρώπου.
Ἡ δὲ τοῦ Ἰσθμοῦ τομὴ ἔργον ἀθάνατον καὶ ἀπιστούμενον τῇ φύσει, δοκεῖ γὰρ μοι τὸ ῥῆξαι τὸν Ἰσθμὸν Ποσειδῶνος δεῖσθαι ἤ ἀνδρός.
(Φιλόστρατος Βίοι Σοφιστών, Β, VI, 552)
Η κατασκευή του ∆ιόλκου ήταν επιβεβλημένη εξαιτίας της αδυναμίας να διανοιχθεί η διώρυγα και λειτούργησε ως υποκατάστατο, ως ένα είδος προδρόμου της. Οι πρώτες απόπειρες χρονολογούνται επί εποχής του τυράννου της Κορίνθου, Περιάνδρου (625-575 π.Χ.). Ήταν ο πρώτος, που σχεδίασε την εκτέλεση τομής του Ισθμού. Την εποχή αυτή το εμπόριο και η ναυτιλία είχε αναπτυχθεί σε Ανατολή και ∆ύση και τα κορινθιακά προϊόντα έφταναν σ’ όλο το γνωστό τότε κόσμο. Οι αποικίες οι οποίες ιδρύθηκαν προσέφεραν ασφάλεια και σιγουριά στα ταξίδια και προσέδωσαν ισχύ στην πόλη. Έτσι η Κόρινθος της εποχής του Περιάνδρου ήταν το κέντρο του Ελληνισμού.
Οι δυο μεγάλοι λιμένες της Κορίνθου, το Λέχαιο στον Κορινθιακό κόλπο και οι Κεγχρεές στον Σαρωνικό, εξασφάλιζαν τη διακίνηση ανθρώπων, αγαθών και ιδεών σε ∆ύση και Ανατολή. Μικρότεροι λιμένες και εμπορικοί σταθμοί υπήρχαν κατά μήκος της ακτογραμμής και των δύο κόλπων.
Το Λέχαιο και οι Κεγχρεές συνδέονταν με τον ∆ίολκο, αποτελώντας έτσι μία ενότητα λειτουργική, οικονομική και στρατιωτική.
Ο Περίανδρος τελικά δεν πραγματοποίησε την ιδέα της τομής του Ισθμού. Η εκτέλεση του σχεδίου του προσέκρουσε, όχι μόνο σε τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες, αλλά και στις επικρατούσες θρησκευτικές αντιλήψεις. Σύμφωνα με αυτές οι θεοί και ιδιαιτέρως ο Ποσειδώνας, στον οποίο ήταν αφιερωμένη όλη η περιοχή του Ισθμού, θα εξοργίζονταν. Εξάλλου ο χρησμός της Πυθίας υπήρξε αρνητικός και απέτρεψε τη διάνοιξη.
Ἴσθμον δέ μή πυργοῦτε μηδ’ ὀρύσσετε Ζεῦς γὰρ ἔθηκε νῆσον ὡς καὶ ἐβούλετο.
Ανώνυμος – Παλατινή Ανθολογία XIV, 81
Πύργους να υψώνετε δεν πρέπει στον Ισθμό, ουδέ και τάφρους να ανοίγετε. Ο ∆ίας εάν ήθελε, νησί θα το είχε κάνει.
Μεσολάβησαν τρεις, σχεδόν, αιώνες, μέχρι την εμφάνιση στο προσκήνιο του ∆ημήτριου του Πολιορκητή (337-283 π.Χ.). Αυτός επιχείρησε τη διάνοιξη της διώρυγας, το 306 π.Χ., στον Ισθμό. Αποτράπηκε όμως και αυτός από τους μηχανικούς του έργου, οι οποίοι γνωμάτευσαν ότι η τομή του Ισθμού θα επέφερε την κατάκλυση τμήματος της νήσου Αίγινας και των άλλων παρακειμένων μικρών νήσων. Και τούτο διότι θεωρήθηκε ότι η στάθμη του Κορινθιακού κόλπου ήταν υψηλότερη από τη στάθμη του Σαρωνικού.
Ἀλλ’ ὑψηλοτέραν ἠγουμένους τὴν ἐκ τοῦ Λεχαίου περὶ τῇ Αἰγίνῃ δεδοικέναι, πελάγους γὰρ τοσούτου νήσῳ ἐπιχυθέντος κὰν ὑποβρύχιον ἀπενεχθῆναι τὴν Αἴγιναν.
Νέρων: περὶ Ὀρυχῆς τοῦ Ἰσθμοῦ §639
Επειδή η θάλασσα από την πλευρά του Λεχαίου ήταν ψηλότερη, υπήρχε φόβος να σκεπαστεί απ’ τα νερά του μεγάλου πελάγους η Αίγινα.
Το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας (102-44 π.Χ.), κατόπιν εισηγήσεως της ρωμαϊκής Συγκλήτου αποφάσισε να επανιδρύσει την Κόρινθο σαν αποικία της Ρώμης και με το όνομα Colonia Laus Julia Corinthiensis. Η Κόρινθος είχε μείνει για 102 χρόνια ακατοίκητη μετά την ολοσχερή καταστροφή της από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ. Ο Ιούλιος Καίσαρ (102-44 π.Χ.) μελέτησε την τομή του Ισθμού αλλά δεν προχώρησε στην έναρξη των εργασιών.
Μετά τον θάνατο του Ιουλίου Καίσαρα, ο Καλιγούλας, το 37 π.Χ., προσπάθησε να ξεκινήσει το έργο διανοίξεως και κατασκευής διώρυγας στον Ισθμό της Κορίνθου και άρχισε προκαταρκτικές μελέτες.
Οι εργασίες σταμάτησαν λόγω του βιαίου θανάτου του αυτοκράτορα. Έτσι λοιπόν βρήκε εφαρμογή το ρηθέν από τον Απολλώνιο τον Τυανέα, για τη διόρυξη του Ισθμού, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Κόρινθο.
ὁ αὐχήν τῆς γῆς τετμήσεται μᾶλλον δι’ οὐ.
Ο μεγάλος αριθμός των διωρύγων που διανοίχθησαν στον ρωμαϊκό κόσμο για να διευκολύνουν το εμπόριο, δείχνει και την κατανόηση της σπουδαιότητας του εμπορίου και την υποστήριξη της Ρώμης, μέσω τεχνικών έργων, μικρών και μεγάλων, σ’ αυτό.
Με την άνοδο του Νέρωνα στον αυτοκρατορικό θρόνο, το 67 μ.Χ., άρχισε η πιο σοβαρή προσπάθεια διατρήσεως του Ισθμού. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Ελλάδα, έλαβε μέρος στους μεγάλους Ισθμιακούς αγώνες. Εκεί συνέλαβε και την ιδέα της τομής του Ισθμού. Ο ίδιος εκήρυξε την έναρξη των εργασιών σε μεγάλη τελετή όπου ο ίδιος έψαλε ύμνο στη βασίλισσα των θαλασσών Αμφιτρίτη, στο “βασιλέα” Ποσειδώνα και στους τοπικούς ήρωες Μελικέρτη και Λευκοθέα, οι οποίοι λατρεύονταν με ιδιαίτερες τιμές στα Ίσθμια.
Πλήττοντας τη γη με χρυσή δικέλα ο αυτοκράτορας έδωσε το σύνθημα σε χιλιάδες εργάτες διαφόρων εθνικοτήτων (Έλληνες, Ρωμαίους, Ιουδαίους), οι οποίοι ήταν παρατεταγμένοι κατά μήκος της προς διάνοιξη διώρυγας.
Οι τελευταίοι ξεπερνούσαν τους 6.000 άνδρες και είχαν σταλεί από τον Βεσπασιανό μετά την καταστολή της επαναστάσεως στην Ιουδαία.
…καὶ πολὺ πλῆθος ἀνθρώπων ἐπὶ τοῦτο τὸ ἔργον καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ἐθνοτήτων μετεπέμψατο…»
∆ίων ο Κάσσιος, LXII, 16.2
…και πολύ πλήθος ανθρώπων για τούτο το έργο και από πολλές εθνότητες εστάλη…
Πολλοί απ’ αυτούς, πουλήθηκαν σα σκλάβοι μετά τη διακοπή των εργασιών στη διώρυγα. Είναι πιθανόν άλλοι να έγιναν απελεύθεροι και να τους δόθηκε γη σε περιοχές γύρω από τον Ισθμό και να εγκαταστάθηκαν στην Κόρινθο. Αρκετοί έγιναν ενοικιαστές της γης, ενώ άλλοι δούλεψαν στα λατομεία που υπήρχαν στην περιοχή του Ισθμού πριν απελευθερωθούν.
…Ἔσται οὖν τ’ ἄλλα καὶ ἒς ταῦτα χρημάτων πολλῶν δεόμενος…
∆ίων ο Κάσσιος, LXII, 17
…και υπήρχαν κι άλλα πολλά για τα οποία χρειάζονταν πολλά χρήματα…
Οι εργασίες άρχισαν με μεγάλη ένταση και υπό την επίβλεψη του ιδίου του Νέρωνα και των μηχανικών του.
∆ημιουργήθηκαν συγχρόνως δύο μέτωπα εργασίας, ένα στον Κορινθιακό κόλπο και ένα άλλο στο Σαρωνικό. Συνολικά ανοίχθηκαν περισσότερο από 2.000 μέτρα μήκους, πλάτους μέχρι 60 μέτρα και μεταβλητού βάθους μέχρι 20 μέτρα.
Από τα σχέδια των Βενετών, του έτους 1687 περίπου, φαίνεται ότι έχει ανοιχθεί και άλλη μία τάφρος πέραν των δύο κυρίων. Ήταν περίπου κάθετη στην κεντρική τάφρο του Ισθμού, και αποτελούσε την προέκταση της μεγάλης χαράδρας προς ανατολάς, ενώ σε μήκος ήταν μεγαλύτερη απ’ όλες.
Οι τομές δεν άρχισαν παράκτια, αλλά σε σχετική απόσταση από την ακτή.
Κατά την οριστική εκσκαφή της διώρυγας το 1882 βρέθηκαν 26 φρέατα διαφόρων διαστάσεων με βάθος περίπου 20 μέτρων, πολλές τάφροι και χωματισμοί εκατέρωθεν της τομής, οι οποίοι είχαν τοποθετηθεί από την εποχή του Νέρωνα. Αναφορά για την τομή και τα φρέατα του Νέρωνα, υπάρχει και στο βιβλίο του Curtius Πελοπόννησος (1852) σελίς 546. ∆εν αναφέρεται όμως τίποτε σχετικά για τον ∆ίολκο.
Οι εργασίες συνεχίζονταν απρόσκοπτα για δύο μήνες υπό την επίβλεψη του Νέρωνα, μέχρι την επείγουσα μετάβασή του στη Ρώμη, εξαιτίας στάσεως που εκδηλώθηκε και στην οποία έλαβαν μέρος οι περισσότερες επαρχίες της αυτοκρατορίας. Το έργο συνεχίστηκε, για κάποιο χρονικό διάστημα, με την επίβλεψη του Βεσπασιανού. Σταμάτησε όμως οριστικά, μετά τη δολοφονία του Νερωνα.
Είναι σίγουρο ότι η κατά μήκος χάραξη και κατασκευή του έργου θα κατέστρεφε το ∆ίολκο, εφόσον τον έτεμνε σε πολλά σημεία. Ο ∆ίολκος δεν καταστράφηκε αφού χρησιμοποιήθηκε για πολλούς αιώνες και μετά από την προσπάθεια διατρήσεως του Ισθμού από τον Νέρωνα. Θα έπρεπε λοιπόν να είχαν ληφθεί μέτρα προφύλαξης. Αυτό, πιθανόν, θα έγινε με έναν από τους εξής τρόπους:
1) Ο ∆ίολκος εγκιβωτίστηκε από τοίχους αντιστηρίξεως, ώστε η λειτουργία του να συνεχίζεται κατά την κατασκευή του έργου, και τούτο διότι και στις δύο πλευρές του ∆ιόλκου θα πρέπει να δημιουργήθηκε σκάμμα αρκετών μέτρων βάθους.
2) Το σκάμμα δεν θα είχε φθάσει κοντά στα πρανή του ∆ιόλκου, αλλά θα απείχε, έτσι ώστε να ήταν δυνατή η χρήση του. Είχαν αφεθεί τμήματα μέσα στη διώρυγα, όπου βρισκόταν ο ∆ίολκος, χωρίς να σκαφτούν.
3) Τα δύο τμήματα του ∆ιόλκου προς τον Κορινθιακό και το Σαρωνικό κόλπο θα είχαν καταστραφεί κατά την εργασία διάνοιξης. Ο ∆ίολκος, θα έμενε σ’ αυτό το διάστημα ανενεργός, ενώ όσα τμήματα κατεστράφηκαν, θα ανακατασκευάσθηκαν στη συνέχεια, αφού δε διανοίχθηκε πλήρως η διώρυγα.
4) Η εκσκαφή για τη διώρυγα μπορεί να έγινε εκτός των τμημάτων του ∆ιόλκου, χωρίς να πειραχθεί το επίπεδο της εδράσεώς του στην επιφάνεια του εδάφους. Οι εκχωματισμοί ήταν εντελώς επιφανειακοί και έγιναν σε περιοχές εκτός της διαδρομής του ∆ιόλκου.
Η τέταρτη η υπόθεση βρίσκει εφαρμογή στο πρώτο τμήμα του ∆ιόλκου το οποίο καταστράφηκε από την διώρυγα, κοντά στη βυθιζόμενη γέφυρα της Ποσειδωνίας. Τούτο πιστοποιείται και από τα σχέδια του 1850, όπου υπάρχει ειδική αναφορά στο βάθος εκσκαφής. Μέχρι απόσταση 174,0 μ. από την ακτή, δε σκάφτηκε καθόλου. Μετά από τον μικρό αγροτικό δρόμο και μέχρι 390,0 μ. απόσταση από την ακτή, σκάφτηκε μέχρι 1 μ. βάθους. Οι αποθέσεις των χωματισμών από τα σκάμματα του Νέρωνα, θα ’πρεπε να εναποτεθούν εκτός του ∆ιόλκου, χωρίς να ενοχλούν ή να σταματήσουν τη λειτουργία του. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής της διώρυγας όσα τμήματα του ∆ιόλκου ήταν εντός αυτής, θα καταστρέφονταν, γιατί δεν θα είχε νόημα η λειτουργία του, αφού τα πλοία θα έκαναν χρήση της περατωθείσας διώρυγας. Η λεγόμενη “εικόνα του Νέρωνα” σε απόσταση L = 1.400,0 μέτρα από την είσοδο της διώρυγας του Ισθμού, αποτελεί μια μαρτυρία για το πού είχε φθάσει τουλάχιστον η εκσκαφή των τάφρων για τη διάνοιξη της διώρυγας. Είναι, επίσης, μία μαρτυρία για το ύψος στο οποίο είχε φθάσει η εκσκαφή της διώρυγας. Η βάση της εικόνας του Νέρωνα αποτελεί την ελαχίστη καθ’ ύψος στάθμη, της εκσκαφής από την αρχική επιφάνεια του εδάφους.
Η παράσταση είναι ουσιαστικά ένα εγχάρακτο ανάγλυφο, το οποίο απεικονίζει τον Ηρακλή με ρόπαλο και λεοντή. Ο Ηρακλής, θεωρούταν γενικότερα προστάτης θεός των εργατών, επομένως και των εργαζομένων στη διώρυγα.
Μετά τον Νέρωνα, ο Ηρώδης ο Αττικός προσπάθησε να συνεχίσει το έργο, αλλά το εγκατέλειψε αμέσως. Στους επόμενους αιώνες, μέχρι και τη δεύτερη Ενετοκρατία, τίποτα δεν μεταβλήθηκε. Το 1687, οι Ενετοί σκέφθηκαν να διανοίξουν διώρυγα στον Ισθμό, από τη μεριά του Κορινθιακού κόλπου. Όμως η σκέψη αυτή δεν υλοποιήθηκε ποτέ λόγω των οικονομικών προβλημάτων, τεχνικών δυσχερειών και λόγω της μικρής παραμονής τους στην Πελοπόννησο. Μετά τους Βενετούς δεν υπάρχει άλλη αναφορά για προσπάθεια διατρήσεως του Ισθμού. Αμέσως μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, έγιναν από τον πρώτο Κυβερνήτη της χώρας Καποδίστρια σκέψεις για τη διάνοιξη διώρυγας, έργο το οποίο αποκλείστηκε τελείως λόγω του υψηλού προϋπολογισμού. Το έργο τελικώς άρχισε μετά από πολλές διαδικασίες νομικής μορφής στις 22 Απριλίου 1882 και τελείωσε το 1892. Από την αρχική μελέτη προβλεπόταν, εύρος διώρυγας 44 μ. στην επιφάνεια της θάλασσας, πρανή με κλίση 1:5 και βαθμιδωτή διάταξη αυτών. Αυτή η διάταξη θα εξασφάλιζε την μη κατάρρευση των πρανών μέσα στη διώρυγα.