Φταίει η δασκάλα που έκλεψε τις εντυπώσεις στη μαθητική παρέλαση του Ναυπλίου και «προκάλεσε» όλο αυτό το σούσουρο και «λύγισε» τα κοινωνικά δίκτυα ή το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας που έχει επιτρέψει να μετατρέπονται οι παρελάσεις σε πανηγύρια σε όλη την Ελλάδα, αφού δεν έχει επιβάλλει συγκεκριμένο κώδικα ντυσίματος, επιτρέποντας σε όλους να αυτοσχεδιάζουν, με αποτέλεσμα άλλοτε να έχουμε κιτς παρουσίες και άλλοτε «προκλητικές»;
Και τι νόημα έχει τελικά να συνεχίζουν να γίνονται ακόμα και σήμερα οι μαθητικές παρελάσεις με όλα τα παρατράγουδα που συμβαίνουν είτε με τα ντυσίματα μαθητών και μαθητριών, δασκάλων και …επισήμων ή με τη συμμετοχή συλλόγων κάθε είδους και μορφής, με διαφημιστικά ταμπελάκια ιδιωτικών σχολείων, που κάθε άλλο παρά εξυπηρετούν το θεσμό των παρελάσεων, αλλά και με εθνικιστικά πανηγύρια που στήνονται κατά καιρούς από διάφορους με αφορμή τις παρελάσεις;
Μήπως τελικά έχει δίκιο ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης που ζήτησε: «Να μείνουν μόνο τα στρατιωτικά τμήματα, αντιπροσωπευτικά, γιατί τα μεγάλα βρίσκονται στην Αθήνα, και αντί να έχουμε ένα συρφετό διαφόρων συλλόγων που δεν είναι και το πιο ωραίο θέαμα ο τρόπος που περπατάνε, να κάνουνε ένα πανηγύρι σε όλη την Νέα Παραλία, να στήσουν χορευτικά, να έχει μουσική, να έχει τραγούδια και να γιορτάζουμε πραγματικά την απελευθέρωση. Αυτό το πράγμα δεν είναι αξιοπρεπές».
Μήπως είναι καιρός να μην αφήνουμε να περνούν απαρατήρητες απόψεις όπως αυτή του καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας (Πάντειο Πανεπιστήμιο), Δημήτρη Χριστόπουλου;
-«Παρελάσεις στην Ευρώπη δεν υπάρχουν. Υπάρχουν στα κράτη που έχουν ένα δύσκολο παρελθόν ή ένα συμπλεγματικό «παρών», τονίζει ο Δημήτρης Χριστόπουλος, o οποίος προσθέτει: «Κατεξοχήν, παρελάσεις βλέπουμε στην Τουρκία, για παράδειγμα, όπου υπάρχει μια λατρεία της σημαίας, και όχι απλώς αυτό αλλά κι ένας μιλιταρισμός κυρίαρχος μέσα στην ίδια την πολιτική ζωή, δηλαδή το πολίτευμα το ίδιο είναι μιλιταριστικού χαρακτήρα. Αποτελεί ζητούμενο για την Ελλάδα σήμερα η αυτοπεποίθηση ότι εν πάσει περιπτώσει είναι μια πολιτική ενότητα ιδανικών και αξιών, και αυτό που ενώνει την πολιτική κοινότητα δεν είναι ο μιλιταρισμός της και ο στρατός της αλλά η στοχοπροσήλωση σε κάποιες αξίες. Και με αυτή την έννοια είναι κρίσιμος ο συμβολισμός. ‘Τι μας ενώνει’, δηλαδή».
Στο πλαίσιο της συζήτησης που έχει ανοίξει τα τελευταία χρόνια γύρω από τη «χρησιμότητα» ιδίως των σχολικών παρελάσεων, τίθεται συχνά ο παράγοντας της ετοιμότητας ή της ωρίμανσης από την πλευρά του κοινωνικού συνόλου να προχωρήσει στην κατάργηση ενός μακροχρόνιου θεσμού. Και σημειώνει στη συνέχεια της τοποθέτησής του ο κος Χριστόπουλος: «Το επιχείρημα περί ωρίμανσης της κοινωνίας είναι επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι κρατούντες κατά το δοκούν και όποτε τους συμφέρει. Η κοινωνία, για παράδειγμα, έχει ωριμάσει να δεχθεί περικοπές μισθών κλπ αλλά κατά τα άλλα η κοινωνία είναι αυτή που διατηρεί τις παρελάσεις. Εγώ πιστεύω ότι αυτά είναι πολιτική σπέκουλα. Χρησιμοποιούν την κάθε κοινωνία προκειμένου να αναπαραχθούν αντιλήψεις όπως αυτές, οι οποίες είναι βαθιά συντηρητικές και αναχρονιστικές. Ακόμη και αν ένα κομμάτι της κοινωνίας επιθυμεί και χαίρεται να βλέπει τα παλικάρια της να παρελαύνουν, έτσι ένα άλλο κομμάτι είτε είναι εναντίον, είτε έχει απαξιώσει εντελώς αυτή την ιδέα και απλώς αδιαφορεί, που νομίζω ότι είναι και το μεγαλύτερο κομμάτι».
Και όπως αναρωτιέται ο δημοσιογράφος Αργύρης Κωστάκης: «Πότε, επιτέλους, θα βρεθεί ένας σοβαρός πρωθυπουργός να βάλει τέλος στο αίσχος των μαθητικών παρελάσεων;
Πότε θα σταματήσει αυτός ο αναχρονιστικός «στρατιωτικός» θεσμός που προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητα και την ελευθερία των μαθητών»;
Παραθέτουμε το άρθρο του δημοσιογράφου που έχει γραφτεί βέβαια με αφορμή τις παρελάσεις για την επέτειο της 25ης Μαρτίου:
«Από την 25η Μαρτίου 1936 η μαθητική παρέλαση θεσπίζεται επίσημα από τον Μεταξά, ο οποίος σε λίγους μήνες κήρυξε δικτατορία. Τα ιστορικά αρχεία των εφημερίδων της εποχής αναφέρουν πως «πρώτα παρήλασαν τα σχολεία, αι οργανώσεις, οι τροχιοδρομικοί, αντιπροσωπεία χωρικών Μακεδόνων με τας εθνικάς των ενδυμασίας, οι παλαιοί πολεμισταί και ακολούθησε το στράτευμα».
Η δικτατορία έδωσε έμφαση στη ανάπτυξη της στρατιωτικής συνείδησης της νεολαίας και θα χρησιμοποιήσει γιορτές και παρελάσεις ως όργανα για την επίτευξη των σκοπών της. Το φασιστικό μοντέλο που θαύμαζε ο δικτάτορας πρόβλεπε στρατιωτική οργάνωση της νεολαίας και έδινε ιδιαίτερο βάρος στις «γυμναστικές επιδείξεις», στις «παρατάξεις», στις «παρελάσεις» και στις «λαμπαδηφορίες».
Η χούντα του Παπαδόπουλου, τριάντα χρόνια αργότερα, στην πρώτη παρέλαση της επταετίας δήλωνε διά στόματος του , «αντιπροέδρου» Σπαντιδάκη: «Είμαι απολύτως ικανοποιημένος από την εν γένει εμφάνισιν των παρελασάντων τμημάτων της μαθητιώσης νεολαίας Θεσσαλονίκης.
Κατεδείχθη, ότι οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί, ενστερνισθέντες τας αρχάς της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου, δίδουν ιδιαιτέραν προσοχήν εις την εκπαίδευσιν και μόρφωσιν της μαθητιώσης νεολαίας, της οποία το φρόνημα και το ήθος είναι λίαν υψηλά σήμερα.»
Καμία κυβέρνηση, όμως, και στη Μεταπολίτευση και την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας δεν διανοήθηκε να καταργήσει τις μαθητικές παρελάσεις.
Το τρομακτικότερο ήταν πως και η Αριστερά εκείνη την εποχή δεν ζήτησε ποτέ να καταργηθούν. Απαίτησε μόνο να συμπεριληφθούν στους παρελαύνοντες και τα σωματεία των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης!
Για μόνο μία φορά φαίνεται πως τέθηκε θέμα κατάργησης των μαθητικών παρελάσεων ως αναχρονιστικού θεσμού. Τον Φεβρουάριο του 1984 -επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ- διέρρευσε η είδηση ότι το υπουργείο Παιδείας εξετάζει το ενδεχόμενο κατάργησης αυτού του ολοκληρωτικής νοοτροπίας «εθίμου» της στρατιωτικοποίησης των παιδιών με τη «ζύγιση» και τη «στοίχιση», με την «κεφαλή δεξιά», με την απόδοση τιμών στον υπουργό, στο δήμαρχο, στον περιφερειάρχη, τον βουλευτή του χωριού ή στο δεσπότη.
Λίγη ώρα μετά τη διαρροή ο τότε υπουργός Παιδείας Απόστολος, διέψευσε την πληροφορία τονίζοντας κατηγορηματικά ότι ούτε απόφαση ούτε καν παρόμοια σκέψη υπήρξε.
Από τότε, κανένας από τους δεκάδες υπουργούς Παιδείας που πέρασαν- ούτε και ο πολύς Γιώργος Παπανδρέου– δεν διανοήθηκε να υπογράψει το τέλος αυτής της αθλιότητας που δεν συμβαίνει σε καμία κοινοβουλευτική Δημοκρατία της Ευρώπης και του σύγχρονου κόσμου.
Γιατί, φυσικά, και δεν αποδεικνύεις ως μαθητής την αγάπη σου στην πατρίδα και την προσήλωση και σεβασμό στη Δημοκρατία με το να παρελαύνεις ντυμένος ομοιόμορφα σαν στρατιώτης.
Κι επειδή το αδίκημα της σκανδαλιάς έχει παραγραφεί λόγω παρέλευσης σχεδόν 35ετίας, μπορώ να αποκαλύψω -χωρίς να κινδυνεύω να συλληφθώ- ότι εκτός του απίστευτου χαβαλέ με την παλιοπαρέα του σχολείου, εκείνο το πρωινό στην πλατεία Συντάγματος, στη μαθητική παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1981 του 24ου Λυκείου Αθηνών, πάτησα επίτηδες κι έβγαλα του παπούτσι του μπροστινού συμμαθητή μου την ώρα που έστριβε δεξιά την κεφαλή για να «τιμήσει» τους επισήμους της εξέδρας.
Η στοίχιση εννοείται πως χάλασε κι εγώ ο 16χρονος μπόμπιρας με ένα μειδίαμα ευτυχίας είχα κάνει την πρώτη «επαναστατική¨μου πράξη απέναντι στον παραλογισμό της εξουσίας.
Και, τελικά, πολύ φοβάμαι δυστυχώς πως δεν θα ζήσω ποτέ στην Ελλάδα τη μέρα που κάποιος υπουργός Παιδείας θα υπογράφει την κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων.
Ίσως κάποιο παιδί του μακρινού μέλλοντος, όταν θα έχει αλλάξει ο αιώνας, να είναι πιο τυχερό…