Παράπονο ενός παλιού “αναρχικού”
Σήμερα γίνεται η μεγάλη συγκέντρωση της Αθήνας για το Σκοπιανό. Διάφορες υποχρεώσεις δεν μου επέτρεψαν να είμαι κι εγώ εκεί.
Γράφει ο Πέτρος Λυγίζος, Φιλόλογος – συγγραφέας.
Όχι ότι θα υπήρχε καμία διαφορά αν παρευρισκόταν κι η ασημαντότητά μου, αλλά είναι θέμα συνείδησης. Κι ίσως να είναι αυτές οι ενοχές που με έκαναν να γράψω τούτες τις σημειώσεις, πιο ταπεινές -το ξέρω- κι από το τίποτα. Το να αναφερθώ στην ελληνικότητα της Μακεδονίας, το θεωρώ αστείο και περιττό. Θα αρκεστώ να πω ότι μόνον όσοι δεν έχουν -έστω- στοιχειώδη γνώση της Ιστορίας ή (στην ακόμη χειρότερη περίπτωση) όσοι είναι συνειδητοί παραχαράκτες της, έχουν το μνημειώδες θράσος να αμφισβητούν την ελληνικότητα αυτή. Θα πω ακόμη κι ότι βλέπω με λύπηση (και οίκτο) όλους όσους καλύπτονται πίσω από την εξαιρετική αναίδεια που τους προσφέρει η θολή (υπο)κουλτούρα της νέας εποχής και δεν διστάζουν να κατηγορούν τους απλούς ανθρώπους που εξακολουθούν (παρά τα μύρια όσα προβλήματα) να σκέπτονται, να αισθάνονται, να ονειρεύονται. Έτσι, τους (μας) κατηγορούν αποδίδοντας χαρακτηρισμούς όπως “εθνικιστές, συντηρητικοί, ακροδεξιοί” και άλλα πολλά. Όμως, είπα: δεν ασχολούμαι περαιτέρω. Στο κάτω της γραφής, ο καθένας λειτουργεί με όσο μυαλό διαθέτει και ζει σύμφωνα με τις πάγιες αρχές που διέπουν την λαμπρή καθημερινότητά του: facebook, τηλεόραση 10 ώρες την ημέρα, κουτσομπολιό, νωθρότητα πάνω στον πολυτελή καναπέ, άπειρες σέλφι στο ηλιοβασίλεμα, επικοινωνία στο βάϊμπερ, οδήγηση με τα ακουστικά στα αυτιά στον πεζόδρομο, ανελέητο κάπνισμα σε κλειστούς χώρους, ‘’αναρχικό’’ γράψιμο στους τοίχους (πόσο γενναία αντίδραση στο σύστημα να επιτίθεσαι σε τοίχους ανυπεράσπιστους που δεν είναι καν δικοί σου) και πολλά πολλά άλλα. Το πώς απέκτησαν άποψη για όλα, είναι πράγματι ανεξήγητο. Όμως, όποια κι αν είναι αυτή, είναι πράγματι σεβαστή. Εκείνο που δεν μπορώ να δεχθώ, είναι το να προσπαθούν να την επιβάλουν. Τη στιγμή που διατείνονται πως είναι δημοκράτες, συγχρόνως επιχειρούν να επιβάλουν αυτό που πιστεύουν. Ασφαλώς, με την τακτική αυτή, αναιρούν τον ίδιο τους τον εαυτό. Επίσης, η επιθετικότητα -λεκτική ή και σωματική- αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι αυτός που τη χρησιμοποιεί, δεν έχει άλλον τρόπο να πείσει. Κι αυτό, λέει πολλά. Το να είσαι αντιεξουσιαστής, σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζεις καμιά εξουσία. Μα όταν προσπαθείς να επιβληθείς, αυτόματα αναγορεύεις τον εαυτό σου σε αυταρχικό ηγέτη, καταργείς τον διάλογο, τον υποκαθιστάς με τη βία (είτε αυτή απευθύνεται σε ανθρώπους, είτε σε ζώα ή ακόμη και σε πράγματα άψυχα), προβάλλεις το αλαζονικό σου “εγώ” την στιγμή που –υποτίθεται- ότι το θυσιάζεις στο βωμό του συλλογικού συμφέροντος, αποκλείεις όλους όσους διαφωνούν με σένα τη στιγμή που -πάλι υποτίθεται- ότι έχεις αφιερωθεί στη μάχη κατά του ρατσισμού…
Έε φίλε, μήπως είσαι λιγάκι ρατσιστής και δεν έχεις μπει στον κόπο να το σκεφτείς; Δε σε αντιπαθώ. Βέβαια, για να σου πω και την αλήθεια, δεν σε συμπαθώ κιόλας. Ξέρεις γιατί; Επειδή βαριέσαι να σκεφτείς. Νιώθεις αγανακτισμένος, μα δε σου φταίει ο κόσμος. Σιχαίνεσαι το “σύστημα” μα -εάν, λέμε εάν, το σκεφτείς- είσαι κι εσύ ένα μέρος του. Λες πως συγκρούεσαι με τους θεσμούς και τα καθιερωμένα αλλά -πίστεψέ με- δεν υπάρχει πιο επικίνδυνος “θεσμός” από τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και τη βία. Συχνά βρίζεις εκείνους που σε μεγάλωσαν μα δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο που να σ΄αγαπάει πιο ανυπόκριτα. Άλλοτε, βλασφημάς τα Θεία μα πολλές φορές, το ξέρω, έχεις προσευχηθεί στην Παναγία να ήταν αλλιώς τα πράγματα. Μισείς -λες- το σχολείο, το Πανεπιστήμιο, μα πόσες φορές έχεις συμβάλει κι εσύ στη βρωμιά του; Λες -και με το δίκιο σου- ότι η Ελλάδα πληγώνει τα παιδιά της, μα πόσες φορές κι εσύ, με την αμάθεια ή τον επιπόλαιο αυθορμητισμό σου, δεν συντάχτηκες με το πνεύμα του απαίδευτου όχλου, στο όνομα ενός (υποτιθέμενου) ριζοσπαστισμού; Αντιπαθείς τους δασκάλους και σιχαίνεσαι τον τρόπο διδασκαλίας τους, μα πόσες φορές τους έχεις -εσκεμμένα- φέρει σε δύσκολη θέση με την προσβλητική συμπεριφορά σου; Φωνάζεις πως ζεις στην εποχή της μοναξιάς, αλλά χτές πόσες ώρες “μίλησες” στο facebook; Λες πως σε έχει πλήξει η ανεργία, μα όταν σου λένε να δουλέψεις σερβιτόρος, απαντάς πως δεν σπούδασες για να κάνεις κάτι τέτοιο, ακυρώνοντας στην πράξη όλους τους νέους που εργάζονται τίμια για να ζήσουν! Πόσο φιλάνθρωπο σου ακούγεται αυτό;
Μπορώ να πω πολλά. Δεν είχα σκοπό να γράψω (το έκανα συνέχεια κάποτε και ήταν καλή εκτόνωση) μα δεν αντέχω άλλο όλην αυτήν την “ψευτοκουλτούρα”, την αμφισβήτηση χωρίς επιχειρήματα. Έχω περάσει πλέον τα 50 και δεν υπάρχει η πολυτέλεια για πολλά “δήθεν”. Πρέπει, πού και πού, να λέμε και την αλήθεια. Ή έστω, τη δική μας αλήθεια. Σε όλους τους αυτοαποκαλούμενους “αντιφασίστες”, έχω να πω ότι ο Μ. Θεοδωράκης που μίλησε στη σημερινή συγκέντρωση, δεν είναι φασίστας. Σε όλους τους αυτοαποκαλούμενους “αναρχικούς” (είχα κι εγώ κάποτε την αυταπάτη ότι ήμουν τέτοιος), λέω πως, κι εγώ προσωπικά, η μόνη εξουσία που αναγνωρίζω, είναι η εξουσία του Θεού. Τους λέω επίσης, να μην κάνουν το λάθος που έκανα κι εγώ, όταν ήμουν 20 ετών: να γελούν ειρωνικά απέναντι στη βιωμένη εμπειρία και κυρίως (μια κι είναι και τόσο δημοκρατικοί) στη διαφορετική άποψη. Κι αν ακόμη συνεχίσουν και το κάνουν, τους εύχομαι πραγματικά να βρουν το θάρρος και να σκάψουν κάποτε μέσα τους. Είναι ο πιο ασφαλής -και νομίζω και ο μοναδικός- δρόμος να ανακαλύψουν τον σκοτεινό εαυτό τους. Το λέω εγώ, που όσο φως κι αν κλέβω από όπου μπορώ, συνεχίζω ακόμη και τώρα, να περπατάω στη ζοφερή σκιά που αφήνει το παρελθόν όταν, ενώ προσπαθείς να το αφορίσεις, εκείνο επιμένει να αντιστέκεται…
Με συμπάθεια,
ένας παλιός “αναρχικός”…