Έρευνα – σοκ: Τι βιώνουν οι μετανάστες εργάτες στα χωράφια
Επεισόδια βίας και ρατσισμού, κοινωνική εχθρότητα, περιθωριοποίηση, ελαστικές σχέσεις εργασίας. Με όλα αυτά είναι αντιμέτωποι οι μετανάστες που εργάζονται στον αγροτικό τομέα στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία.
Αυτό προκύπτει από έρευνα του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας, με την οικονομική υποστήριξη του Open Society Foundations στις Βρυξέλες.
Οι ερευνητές μελέτησαν την απασχόληση μεταναστών στον αγροτικό τομέα στη νότια Ιταλία, όπου η παρουσία τους είναι υψηλότερη αριθμητικά σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, και στη συνέχεια προχώρησαν σε σύγκριση των δεδομένων αυτών με την κατάσταση στην Ελλάδα και την Ισπανία. Το κοινό και στις τρεις χώρες είναι πως η κυριαρχία των μεσογειακών προϊόντων συνεπάγεται έντονη ζήτηση για εποχική εργασία. Επιπλέον, οι τρεις χώρες χαρακτηρίζονται από μια περισσότερο εδραιωμένη παράδοση μετανάστευσης.
Το 90% της εργασίας στην Ελληνική γεωργία
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, υπολογίζεται ότι οι μετανάστες αποτελούν το 90% της συνολικής μισθωτής εργασίας στη γεωργία.
Για το 2015 τα στοιχεία δείχνουν ότι στην Ιταλία περίπου το 48% του εργατικού δυναμικού στην αγροτική παραγωγή ήταν αλλοδαποί. Επίσης, υπολογίζεται ότι πάνω από το 50% των εργαζόμενων στον τομέα απασχολούνταν χωρίς επίσημη σύμβαση. Το 80% αυτών ήταν ξένοι υπήκοοι.
Οσο για την Ισπανία, οι μετανάστες εργαζόμενοι εκτιμάται ότι αποτελούν το 23,2% του συνόλου του αγροτικού εργατικού δυναμικού. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός είναι μικρότερος από την πραγματικότητα, καθώς δεν υπολογίζονται οι συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης.
Βία και ρατσισμός
Το κοινό στοιχείο που εντοπίζεται και στις τρεις χώρες είναι τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια βίας ή ρατσισμού από τοπικούς πληθυσμούς σε εποχικούς εργαζόμενους. Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, οι περιπτώσεις του Ελ Ετζίντο στην Ισπανία το 2001, του Ροζάρνο στην Ιταλία το 2010 και της Μανωλάδας στην Ελλάδα το 2013 υπογραμμίζουν «τη διφορούμενη συνύπαρξη της οικονομικής απαίτησης για μετανάστες εργαζόμενους στα χωράφια και της κοινωνικής εχθρότητας απέναντι στην παρουσία τους στους δρόμους». Επίσης, οι μισθολογικές διαφορές, η επισφάλεια και η περιθωριοποίηση εμφανίζονται και στις τρεις μεσογειακές χώρες.
Στην Ελλάδα οι μετανάστες έχουν καλύψει τα κενά στην τοπική απασχόληση και κρατούν τους μισθούς στη γεωργία σε χαμηλά επίπεδα, συμβάλλοντας στη μείωση του κόστους παραγωγής και στη διατήρηση και επέκταση της γεωργίας, επισημαίνει η έρευνα, σύμφωνα με το ΑΠΕ. Ορισμένες διμερείς συμφωνίες διευκόλυναν τη διαδικασία της εποχικής μετακίνησης από την Αλβανία, τη Βουλγαρία και την Αίγυπτο. Η καθιέρωση της τρίμηνης βίζας για τους Αλβανούς τους διευκόλυνε να αναλάβουν εποχιακές εργασίες σε περιόδους αιχμής. Διαδοχικοί νόμοι για τη μετανάστευση περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις για τους εποχικούς εργάτες. Κάθε δύο χρόνια κοινή υπουργική απόφαση καθορίζει το μέγιστο αριθμό θέσεων για εποχιακή απασχόληση ανά περιφέρεια και τομέα.
Οι πολίτες εκτός της ΕΕ μπορούν να εισέλθουν στη Ελλάδα για να εργαστούν για ένα μέγιστο διάστημα έξι μηνών μέσω πρόσκλησης ή μετάκλησης, η οποία όμως είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Τον Απρίλιο του 2016 ο νόμος τροποποιήθηκε ώστε οι εργοδότες στον αγροτικό τομέα στις περιοχές όπου υπάρχουν και έχουν εγκριθεί εποχικές θέσεις εργασίας να μπορούν να προσλαμβάνουν παράτυπους υπηκόους τρίτων χωρών ή αιτούντες άσυλο που ήδη ζουν στην Ελλάδα παρέχοντάς τους έτσι μια προσωρινή άδεια διαμονής έξι μηνών.
Από πού προέρχονται οι μετανάστες
Η γεωγραφική εγγύτητα καθορίζει την απασχόληση των μεταναστών στη γεωργία, σύμφωνα με την έρευνα που δημοσίευσε το ΑΠΕ.
Στην Ελλάδα οι μετανάστες εργάτες, κυρίως Αλβανοί, Βούλγαροι και Ρουμάνοι, ενώ αύξησαν τη γεωγραφική κινητικότητά τους μεταξύ των διαφόρων αγροτικών περιοχών για να αντιμετωπίσουν την εργασιακή ανασφάλεια και τη χαμηλή κοινωνικοοικονομική κατάστασή τους. Επιπλέον, οι μετανάστες από την Ασία μετακινούνται από τις αστικές στις αγροτικές περιοχές για βραχυπρόθεσμη απασχόληση.