Ο Εγωϊσμός είναι ένα κλειστό σύστημα και κάθε κλειστό σύστημα που δεν έχει (inputs-outputs) είναι καταδικασμένο να πεθάνει.
Ακόμα και σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, που ο ένας γνωρίζει τον άλλο, και η συλλογικότητα είναι πιο άμεση και αυθόρμητη, ο εγωισμός, η ιδιωτικότητα και ο ναρκισσισμός μοιάζει να ανέρχεται ενώ η ενσυναίσθηση δηλαδή το έμπρακτο ενδιαφέρον για τον άλλον είναι σε πτώση.
Στο Ναύπλιο ένα 11χρονο παιδί ξαφνικά, ενώ περπατά στο πεζοδρόμιο, χάνει τις αισθήσεις του και πέφτει στο έδαφος. Κείτεται στην άκρη του πεζοδρομίου, στην οδό Σιδηράς Μεραρχίας, σε πολυσύχναστο δρόμο. Θα περίμενε κανείς, ιδιαίτερα σε ένα Μεσογειακό περιβάλλον του Νότου, οι πάντες να σπεύσουν δίπλα του, να βοηθήσουν ή τουλάχιστον να καλέσουν για βοήθεια. Αντί γι’ αυτό οι εννέα μάρτυρες του συμβάντος το προσπερνούν και ενώ το παρατηρούν, κάνουν πως δεν το βλέπουν και τελικά ο δέκατος παριστάμενος, μια γυναίκα, μόλις το αντιλαμβάνεται αποφασίζει να προστρέξει σε βοήθειά του και το σώζει μαζί με δύο επαγγελματίες υγείας που έφτασαν στην σκηνή αμέσως μετά.
Δεν συνειδητοποιούμε ότι η ικανότητα να θέτουμε τους εαυτούς μας στην θέση των άλλων ανθρώπων είναι εξαιρετικά σημαντική για την συνύπαρξή μας ως κοινωνία.
Όταν τα συναισθήματά μας δεν λειτουργούν καλά δεν μπορούμε ούτε να αποφασίσουμε ούτε να δράσουμε γρήγορα και η ενσυναίσθησή μας περιορίζεται σημαντικά. Η ενσυναίσθηση (empathy) είναι η συναισθηματική κατάσταση που πυροδοτείται όταν ένα άτομο γίνεται αυτόπτης μάρτυρας φορτισμένης συγκινησιακής κατάστασης ενός άλλου ατόμου.
Παρατηρήσεις και μελέτες σε βρέφη και σε ζώα, δείχνουν ότι η ενσυναίσθηση είναι έμφυτη: τα μωρά κλαίνε όταν ακούν ένα άλλο μωρό να κλαίει και οι αρουραίοι θα βοηθήσουν να ελευθερωθεί ένας άλλος αρουραίος που είναι παγιδευμένος σε ένα κλουβί χωρίς να έχουν την ανάλογη εκπαίδευση ή την υπόσχεση για μια ανταμοιβή.
Φιλοκοινωνική Συμπεριφορά
Οι ψυχολόγοι συνδέουν την φιλοκοινωνική συμπεριφορά με τις αρχές της φυσικής επιλογής και παρατηρούν ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνθρωποι τείνουν να βοηθούν εκείνους με τους οποίους έχουν στενούς δεσμούς. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως μπορεί να βάλεις ακόμα και τον εαυτό σου σε κίνδυνο για να βοηθήσεις κάποιον που ενδέχεται να μην γνωρίζεις καν.
Εναλλαγή αλτρουισμού και απάθειας
Ο σημερινός αλτρουιστής όμως μπορεί να είναι ο αυριανός παθητικός θεατής. Όλα εξαρτώνται από την κοινωνική κατάσταση, το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο συμβαίνει ένα περιστατικό που χρειάζεται επείγουσα επέμβαση. Εάν οι πρώτοι μάρτυρες δεν επέμβουν, ενθαρρύνουν τις επιφυλάξεις και την παθητικότητα της πλειονότητας των υπόλοιπων παρισταμένων. Και έτσι όλοι γίνονται σιωπηλοί μάρτυρες των γεγονότων που συμβαίνουν μπροστά στα μάτια τους. Αντίθετα, εάν ένα άτομο-πρότυπο ενεργήσει αλτρουιστικά, υπάρχουν πολλές πιθανότητες και οι άλλοι παριστάμενοι να κάνουν το ίδιο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η καλή διάθεση γενικά μπορεί να προκαλέσει θετικές σκέψεις, οι οποίες περιλαμβάνουν δραστηριότητες θετικού χαρακτήρα όπως η φιλοκοινωνική συμπεριφορά.
Σε αντίθετη περίπτωση όπου ένα άτομο βρίσκεται σε μία κατάσταση υψηλής αυτοεστίασης ή εγωκεντρισμού, η κακή διάθεση υπονομεύει τις αλτρουιστικές του προθέσεις αυξάνοντας την αίσθηση του κόστους από την επέμβαση σε επείγουσες καταστάσεις. Δηλαδή (θα καθυστερήσω, θα μου στοιχίσει, μην μπλέξω, μην βρω τον μπελά μου, κλπ).
Εξαιρετικό παράδειγμα τέτοιας συμπεριφοράς μια παλιά ταινία του 1957, του Σίντνευ Λιούμετ : «Οι 12 ένορκοι», – όλοι άντρες – τυπικά παραδείγματα συνηθισμένων ανθρώπων. Οι περισσότεροι από αυτούς και συγκεκριμένα οι 11 από τους 12 είναι ήδη πεπεισμένοι για την ενοχή του κατηγορούμενου και ευελπιστούν ότι σε λίγη ώρα θα έχουν ξεμπερδέψει. Ο ένας βιαζόταν να πάει στην δουλειά του, ο άλλος είχε αισθηματικό ραντεβού και το ακύρωσε και για διάφορες τέτοιες συνηθισμένες αιτίες ήσαν όλοι έτοιμοι να καταδικάσουν σε θάνατο έναν νεαρό, όλοι και οι 11 εκτός από έναν ένορκο που έκανε και την διαφορά.
Εάν οι άνθρωποι έχουν εγωιστικά κίνητρα, προτιμούν την εναλλακτική επιλογή της φυγής επειδή τους επιτρέπει να μειώσουν κάθε αρνητική διέγερση που θα μπορούσε να τους προκαλέσει η παρουσία του πάσχοντος. Αντίθετα, οι άνθρωποι που παρακινούνται από την ενσυναίσθηση δεν εγκαταλείπουν την κατάσταση δεδομένου ότι η επιθυμία τους να ανακουφίσουν τον πόνο του πάσχοντος θα εξακολουθούσε να υπάρχει ακόμα και μετά το τέλος του συμβάντος.
Οι άνθρωποι συλλογικού προσανατολισμού (όπως φάνηκε μάλλον να είναι η γυναίκα του περιστατικού στο Ναύπλιο) είναι επιρρεπείς στην ανταπόκριση της θλίψης του άλλου (επειδή αυτοί είναι διατεθειμένοι να προσέξουν τις ανάγκες των άλλων) και κατά συνέπεια βιώνουν εντονότερα το συναίσθημα της ενσυναίσθησης. Για να υπάρξει το κίνητρο για βοήθεια, πρέπει το άτομο να αισθάνεται υπεύθυνο και να είναι ικανό να ορίσει το επεισόδιο ως μια κατάσταση που επιβάλλει άμεση βοήθεια.
Σε ομάδες παρισταμένων σε έκτακτες ανάγκες συμβαίνει το εσφαλμένο συμπέρασμα κάθε παρισταμένου ότι οι άλλοι παριστάμενοι ερμηνεύουν το γεγονός ως ακίνδυνο.
Η παρουσία των άλλων παρατηρητών προκαλεί αισθήματα δυσφορίας επειδή οι άλλοι είναι παρατηρητές μια ενδεχόμενης επέμβασης από αυτούς. Έτσι οι παρόντες έχουν αμφιβολίες σχετικά με το εάν θα είναι σε θέση να επέμβουν με επιτυχία και να αναλάβουν δράση σε δημόσιο χώρο. Αυτό λέγεται ανησυχία αξιολόγησης.
Η απουσία της κοινωνικής ευθύνης
Η Διάχυση της ευθύνης είναι η γνωστική διαδικασία που διαιρεί την ευθύνη μεταξύ διάφορων προσώπων, με αποτέλεσμα κάθε πρόσωπο να αισθάνεται λιγότερο υπεύθυνο. Κατά συνέπεια κάθε μεμονωμένο μέλος αλλά που είναι παρόν μέσα σε μια ομάδα αισθάνεται λιγότερο υπεύθυνο από όταν είναι μόνο του. Στις ομάδες πολλών παρισταμένων, όταν προκύπτουν έκτακτες ανάγκες, η κοινωνική παρεμπόδιση της βοήθειας μπορεί να προκληθεί από την αίσθηση μειωμένης ευθύνης μεταξύ των διάφορων παρισταμένων. Το παράδειγμα ταιριάζει και στην πολιτική ζωή (π.χ. όλοι κλέβουν- κλέβουμε, δεν υπάρχει έλεγχος, κλπ, κλπ). Ταιριάζει και σε μαζικές βίαιες συμπεριφορές όπου συνυπάρχει η ανωνυμία, η διάχυση της ευθύνης, όπου η ατομική λογική απουσιάζει και η βία ευνοείται και από μια σύντομη χρονική προοπτική (χουλιγκανισμός, βίαιες συμπλοκές/επεισόδια).
Ο κανόνας της κοινωνικής ευθύνης ορίζει ότι τα άτομα πρέπει να βοηθούν τους άλλους ανθρώπους που εξαρτώνται από την βοήθειά τους. Η φιλοκοινωνική συμπεριφορά είναι μια άμεση συνάρτηση της αίσθησης ευθύνης μέσα σε μια κοινωνική κατάσταση. Εάν μια κατάσταση λοιπόν ορίζεται ως κατάσταση που δεν απαιτεί βοήθεια, εάν μεταξύ των παρισταμένων εμφανίζεται η διάχυση της ευθύνης, εάν το κόστος της βοήθειας είναι υψηλό και εάν οι πιθανοί χορηγοί μιας κάποιας βοήθειας αισθάνονται ότι οι άλλοι θα περιγελάσουν την ανικανότητά τους να βοηθήσουν με έναν τρόπο επαρκή τότε η πιθανότητα παρέμβασης σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι περιορισμένη.
Πώς προωθείται η φιλοκοινωνική συμπεριφορά
Συμπεριφορές στις οποίες οι άνθρωποι βοηθούν άλλους (χωρίς να έχουν να περιμένουν ανταπόδοση ή ανταμοιβή) κανονικά ενθαρρύνονται από την παιδική ηλικία και την εφηβία καθώς οι ενήλικοι προτρέπουν τα παιδιά να μοιράζονται, να αντιδρούν ευγενικά και να βοηθούν άλλους.
Αφού όμως οι εμπειρίες και τα συναισθήματά μας στρεβλώνουν την ικανότητά μας να δείχνουμε «ενσυναίσθηση» στους άλλους, φαίνεται πως ακριβώς αυτό κάνουμε και στα παιδιά. Η παρέμβαση μας σε κοινωνικές καταστάσεις για να τιμωρήσουμε, να ντροπιάσουμε, να απορρίψουμε, ανθρώπους ή κοινωνικές ομάδες, έχει σαν αποτέλεσμα να οδηγούμε τα παιδιά να είναι τόσο επικεντρωμένα/συγκεντρωμένα στα δικά τους συναισθήματα και αντιδράσεις που πλέον δεν είναι ικανά να δείχνουν ενσυναίσθηση στους άλλους. Χειριζόμαστε ανθρώπους και καταστάσεις ή θέτουμε κανόνες, και δεν αφήνουμε τα παιδιά να μάθουν από την κοινωνική τους αλληλεπίδραση. Στερούμε την ευκαιρία στα παιδιά να νιώσουν λοιπόν ενσυναίσθηση, κάτι που με τη σειρά του μας οδηγεί να διαπιστώνουμε πόσο εγωιστικά έχουν γίνει, όταν είναι πια αργά.
Σε συνθήκες κοινωνικής ή πολιτικής κρίσης όπου οι άνθρωποι βρίσκονται σε ανταγωνιστικές συνθήκες, αντί να αισθάνονται θλίψη όταν βλέπουν ένα μέλος που δεν ανήκει στην ομάδα τους να υποφέρει, έχουν την τάση να αισθάνονται ευχαρίστηση με τον πόνο του άλλου ή ικανοποίηση από την κακοτυχία του και δεν θα αισθανθούν κινητοποιημένοι για να τον βοηθήσουν.
Άλλος τρόπος καλλιέργειας γονεϊκού μοντέλου είναι η καλλιέργεια της συμπόνιας, μιας πιο αποστασιοποιημένης μορφής φροντίδας και μέριμνας για την ευημερία των άλλων αλλά εξίσου αποτελεσματικής σε καταστάσεις κρίσεις. Αν λειτουργεί βέβαια σαν κινητοποίηση βοηθητικής συμπεριφοράς και όχι επιφανειακού Like στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η νευροψυχολόγος Τ.Singer έχει εργαστεί με τεχνικές κατάρτισης συμπόνιας, αντλώντας στοιχεία από τη βουδιστική πρακτική της στοργικής και καλοσυνάτης διαμεσολάβησης, η οποία περιλαμβάνει τη διακριτική εστίαση στην επέκταση των συναισθημάτων φροντίδας από τους αγαπημένους, σε ξένους και τελικά σε όλα τα έμβια όντα. Μελέτες αποκαλύπτουν ότι η συμπόνια, σε αντίθεση με την ενσυναίσθηση, δεν έχει το ίδιο είδος περιορισμών. Ενεργοποιεί επίσης ένα εντελώς διαφορετικό δίκτυο περιοχών του εγκεφάλου και αυξάνει την θετική κοινωνική συμπεριφορά, βελτιώνοντας ταυτόχρονα τη συναισθηματική ευημερία.
1 Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχολογία. M. Hewstone & W. Stroebe. 2007. Εκδ. Παπαζήση.
2 Singer, Tania. “ARE YOU EGOCENTRIC? CHECK YOUR RIGHT SUPRAMARGINAL GYRUS.” Degreed, 28 May 2014. Web. 3 July 2014. Τhe Max Planck Institute for Human Cognitive and Brain Sciences.
Η Γ. Σ. Τζαμαλούκα είναι Κοινωνική Ψυχολόγος