Διαχειριστής της εκπαιδευτικής μιζέριας ή προμαχώνας διεκδίκησης της παιδείας των λαϊκών αναγκών;
Η κυβέρνηση στο πλαίσιο της πολιτικής της «αποκέντρωσης» της εκπαίδευσης, παραχωρεί μια σειρά από συμπληρωματικά καθήκοντα του κράτους στην «τοπική κοινωνία» (δήμους, γονείς), με σκοπό την υπονόμευση του όποιου ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Οι προσκείμενες σε αυτή την πολιτική τοπικές αρχές από την άλλη, αναλαμβάνουν με ζήλο τη διεκπεραίωσή τους, συντείνοντας στη σταθερή μετατροπή της Τοπικής Διοίκησης σε θεραπαινίδα της πολιτικής της ιδιωτικοποίησης και της ταξικής διαφοροποίησης της εκπαίδευσης.
Οι τοπικοί εκπρόσωποι αυτής της πολιτικής, παρότι διατείνονται πως αφουγκράζονται τα προβλήματα και τις ανησυχίες του λαού, όχι μόνο δεν αντιδρούν, αλλά γλυκαμένοι από τον πακτωλό των ευρωπαϊκών προγραμμάτων που χρηματοδοτούν την πνευματική μας εξαθλίωση, συναγωνίζονται ποιος θα υπηρετήσει αποτελεσματικότερα τις επιδιώξεις της κεντρικής εξουσίας.
Η «ανταποδοτική» λειτουργία του σχολείου βαδίζει χέρι-χέρι με την υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης. Οι τοπικοί εκφραστές της ίδιας πολιτικής με τη σειρά τους, επικαλούμενοι την οικονομική δυσπραγία των δήμων – για την οποία δεν είναι καθόλου άμοιροι ευθυνών – εισάγουν στα σχολεία χορηγούς και καλλιεργούν τη νοοτροπία ότι το να βάζουν κάτι οι γονείς από την τσέπη τους δεν είναι «προς θάνατον», αφού με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζονται κάποιες νέες, πρόσθετες ανάγκες. Η φροντίδα τους για τις σχολικές υποδομές περιορίζεται σε αισθητικές παρεμβάσεις (π.χ βάψιμο) που το παρουσιάζουν μάλιστα και σαν έργο ολκής ή σε τεχνικές «βελτιώσεις» (π.χ χωρισμός αιθουσών στη μέση) ή εύρεσης χώρων (ισόγεια καταστημάτων χωρίς αύλειους χώρους, λυόμενα) για στέγαση Νηπιαγωγείων, Δημοτικών και Λυκείων.
Είναι όμως μόνο αυτές οι ανάγκες των μαθητών, των γονιών και των εκπαιδευτικών ή πολύ περισσότερες;
Η επιστροφή στην «κανονικότητα» -όπως λέει η κυβέρνηση- έφερε μαζί της χαμένες διδακτικές ώρες από έλλειψη εκπαιδευτικού προσωπικού, έφερε το αντιδραστικό νομοσχέδιο των απολύσεων και όχι προσλήψεων των αναπληρωτών, φέρνει το νέο εξετασιοκεντρικό Λύκειο που εντείνει το βαθμοθηρικό και ανταγωνιστικό πνεύμα με αποτέλεσμα οι μαθητές να παγιδεύονται σε μια άρνηση προς τη δημιουργική μελέτη και αποστροφή προς το σχολείο.
Στην αποστροφή τους αυτή συμβάλλει όχι μόνο η παλαιότητα των κτιρίων, η έλλειψη σύγχρονων εργαστηρίων, βιβλιοθηκών και συνολικά όλης εκείνης της υποδομής που θα μπορούσε να αναβαθμίσει την εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και η έλλειψη δομών διδακτικής στήριξης ιδιαίτερα στα Λύκεια.
Ποια πρέπει να είναι η στάση της Δημοτικής και Περιφερειακής Αρχής;
Η συμπόρευση με τη διαχείρηση του εκπαιδευτικού κατακερματισμού και της λεηλασίας των λιγοστών μορφωτικών δικαιωμάτων δεν είναι υποχρεωτική.
Υπάρχει και άλλη προοπτική, ενόψει μάλιστα της επικείμενης μάχης των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών. Αυτή της ανάδειξης τοπικών αρχών που δε θα κολακεύονται, ούτε θα επιδιώκουν τη μεταβίβαση περισσότερων αρμοδιοτήτων στην εκπαίδευση, για να αποκτήσουν μεγαλύτερη εξουσία, αλλά θα προασπίζονται καθημερινά τον ενιαίο χαρακτήρα της εκπαίδευσης και θα απαιτούν τη διεύρυνση του.
Είναι η προοπτική ανάδειξης τοπικών αρχών που θα διαθέσουν χώρους για την ανάπτυξη συλλογικών πρωτοβουλιών, την κοινωνική δραστηριότητα και τη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των μαθητών, θα στηρίξουν την ερασιτεχνική δημιουργία τους, θα διοργανώσουν εκδηλώσεις που θα βοηθούν στη διεύρυνση των οριζόντων τους.
Είναι η προοπτική ανάδειξης περιφερειακών αρχών που θα διεκδικήσουν τη δημιουργία ενιαίου κρατικού φορέα μεταφοράς μαθητών, ώστε κάθε χρονιά και για όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη, ασφαλής και δωρεάν μεταφορά όλων των μαθητών από και προς τα σχολεία τους. Το δικαίωμα κάθε παιδιού να πάει σχολείο δεν πρέπει να είναι εξαρτώμενο από το εάν το κέρδος ικανοποιεί τους ιδιοκτήτες των λεωφορείων.
Είναι η προοπτική ανάδειξης τοπικών αρχών που θα συμβάλλουν μαζί με τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές, ώστε οι Δημοτικές και Περιφερειακές επιτροπές Παιδείας να αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο δράσης πάνω στα ασφυκτικά προβλήματα της εκπαίδευσης, αντί να περιορίζονται στο ρόλο του διαχειριστή της εκπαιδευτικής μιζέριας.
Δράση όχι απλά για να αποτραπεί η χειροτέρευση της Παιδείας που γνωρίσαμε, αλλά για να απαιτηθεί μια Παιδεία στα μέτρα των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Η αξιολόγηση κάθε συνδιασμού από τους δημότες δεν μπορεί να στηρίζεται στα πρόσωπα που τον απαρτίζουν, γιατί αυτό που καθορίζει την ταυτότητα του καθενός είναι ποια πολιτική στηρίζει, η στάση του απέναντι στα προβλήματα της εκπαίδευσης, στις αιτίες που τα δημιουργούν και τη διέξοδο από την αντιλαϊκή πολιτική.
Κριτήριο ψήφου πρέπει να είναι ποιος από τους συνδιασμούς και τα κόμματα που τους υποστηρίζουν, θα αντιμετωπίσει την εκπαίδευση σαν προτεραιότητα και ανάγκη και όχι σαν κόστος.
Η Λαϊκή Συσπείρωση υποστηριζόμενη από το ΚΚΕ αντιπαλεύει την υπόθεση της ιδιωτικοποίησης, της διάσπασης του όποιου ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, της ταξικής «εξατομίκευσής» της και της συμμόρφωσής της τελικά στα αντικοινωνικά πρότυπα και αξίες της «οικονομίας της αγοράς».
Σ’ ένα τοπίο όπου… ξεθαρρεύουν οι φωνές που θέλουν την Παιδεία εμπόρευμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας έχει θέση ξεκάθαρη, για αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Εκπαίδευση με αποστολή την ολόπλευρη συγκρότηση της κοινωνικής προσωπικότητας των νέων ανθρώπων, με κρίση, συναίσθημα και βούληση, ώστε να συνειδητοποιούν τη θέση τους στην κοινωνία και να μπορούν να την αλλάξουν. Ούτε σχολείο – φροντιστήριο, ούτε σχολείο – προγυμναστήριο «απασχολήσιμων».
Θέση που έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική της Ε.Ε, της διαφοροποίησης, της «αποκέντρωσης», της σύνδεσης με τους επιχειρηματίες, της υποβάθμισης της μόρφωσης και της μετατροπής του σχολείου σε χώρο που παρέχει λιγότερη γνώση και περισσότερες δεξιότητες.
Η πρόταση για τοπική διοίκηση προμαχώνα της παιδείας των λαϊκών αναγκών είναι εφικτή γιατί έχει υλοποιηθεί σε δήμους (Πάτρα, Χαϊδάρι, Πετρούπολη, Καισαριανή κ.α) όπου οι εκλεγμένοι Δήμαρχοι και Δημοτικοί Σύμβουλοι της Λαϊκής Συσπείρωσης πρωτοστάτησαν, μαζί με μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικούς, σε πρωτοβουλίες μορφωτικών, πολιτιστικών, αθλητικών δραστηριοτήτων, που ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα της νεολαίας, στη σύνδεση του σχολείου με την κοινωνική ζωή, τα λαϊκά προβλήματα και τους αγώνες του λαϊκού κινήματος στον δήμο.
* Η Μαρία Αλημπέρτη είναι Εκπαιδευτικός-Καθηγήτρια Μαθηματικών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος Ναυπλιέων της ΛαΪκής Συσπείρωσης.