Οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών είναι γεγονός. Στο σύντομο αυτό κείμενο θα προσπαθήσω να καταλήξω στον, κατά την άποψή μου, ενδεδειγμένο τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος, εστιάζοντας πρώτα σε ορισμένες μη επαρκώς φωτισμένες αιτίες της μετακίνησης ανθρώπων από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη.
Αρχικά, όντως υπάρχει πρόβλημα συγκρούσεων οιονεί πολεμικού χαρακτήρα, ακόμα και σε χώρες που τυπικά δεν βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Ένοπλες ομάδες λυμαίνονται την ύπαιθρο, ασκώντας κάθε πιθανή μορφή βίας στους κατοίκους τους. Συνεπώς, το επιχείρημα κάποιων, ότι για παράδειγμα το Πακιστάν ή η Σομαλία δεν βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Είναι τυπικό και όχι ουσιαστικό.
Επίσης, οι συνθήκες υλικής διαβίωσης είναι κατά κανόνα άθλιες. Οι άνθρωποι δεν πένονται απλώς. Πεινούν και στερούνται τα βασικότερα αγαθά. Το επίπεδο υγειονομικής φροντίδας είναι χαμηλότατο. Η μόρφωση δυσεύρετη. Η ευθύνη βαρύνει σε μεγάλο βαθμό τις κυβερνήσεις τους. Βαρύνει όμως και τη διεθνή κοινότητα, που στηρίζει απολυταρχικά διεφθαρμένα καθεστώτα, επειδή κάνει επικερδείς δουλειές μαζί τους.
Η βασικότερη αιτία όμως είναι, κατά την άποψή μου, η πληροφόρηση. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι χώρες αυτές γέμισαν με δορυφορικές κεραίες και πομπούς κινητής τηλεφωνίας. Βλέπετε, στην Αφρική και την Ασία είναι ευκολότερο και φθηνότερο να στηθούν ασύρματα δίκτυα επικοινωνίας. Οι εταιρείες που τα ανέπτυξαν παρέχουν, σχεδόν δωρεάν, συσκευές στον πληθυσμό ώστε να κερδίζουν από την εμπορική εκμετάλλευση των δικτύων. Κατά συνέπεια, μεγάλες μάζες παρακολουθούν από το διαδίκτυο και τη διεθνή τηλεόραση τη ζωή στο δυτικό κόσμο. Η δύναμη των εικόνων είναι τεράστια και καθιστά τις συγκρίσεις με το δικό τους τρόπο ζωής δύσκολα διαχειρίσιμες. Αν ζεις σε ένα χωριό του Χορασάν και παρακολουθείς τις Καρντάσιαν είναι δύσκολο να μην θέλεις να μετακομίσεις στο Λος Άντζελες ή έστω στο Λονδίνο.
Η τάση φυγής παρουσιάζεται υπερτροφική σε νεαρούς άνδρες, οι οποίοι, στις μουσουλμανικές χώρες ιδίως, δεν μπορούν να αντέξουν τους περιορισμούς που θέτει το άκαμπτο θρησκευτικό πλαίσιο. Η Δύση είναι για αυτούς ένας χώρος εύκολου έρωτα, ηδονών και απολαύσεων κάθε είδους. Το βλέπουν στην τηλεόραση, τον κινηματογράφο και το διαδίκτυο. Η αντίληψη αυτή ενισχύεται από την επικοινωνία με γνωστούς τους που έχουν ήδη εγκατασταθεί στην Ευρώπη ή την Αμερική. Αυτοί τους περιγράφουν συνήθως μια εξιδανικευμένη εικόνα της ζωής τους στη Δύση. Σε έναν άνθρωπο που αμείβεται με 20 δολάρια την εβδομάδα, η προοπτική του να πληρώνεται 8 δολάρια την ώρα ή να παίρνει βοήθημα 400 ευρώ το μήνα, πλέον της δωρεάν σίτισής του, και να ζει σε ένα ελευθεριάζον περιβάλλον φαντάζει παράδεισος. Έτσι απαντάται το γιατί δεν κατευθύνονται σε πλούσιες μουσουλμανικές χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία. Εκεί δεν θα απολαύσουν την ελευθερία, τον έρωτα και τις διασκεδάσεις.
Συνεπώς, η μόνη αποτελεσματική λύση θεωρώ ότι είναι η πειστική μέριμνα της διεθνούς κοινότητας στις χώρες προέλευσης. Ειδικότερα, η οικονομική βοήθεια που δίνεται σε όσους φτάνουν στην Ευρώπη θα ήταν προτιμότερο να χορηγείται απευθείας στους ανθρώπους, στον τόπο κατοικίας τους. Αν η βοήθεια της Δύσης έφτανε στον άνθρωπο, χωρίς να λεηλατείται από ολιγάρχες, θα βελτιωνόταν δραστικά το επίπεδο ζωής. Πολλοί δεν θέλουν πραγματικά να φύγουν, γιατί αγαπούν τον τόπο τους και τους ανθρώπους τους. Αυτό βέβαια προϋποθέτει και πολιτική γενναιότητα ώστε να μην στηρίζονται διεφθαρμένες απολυταρχίες και κύκλοι φανατικών. Τέλος, το άνοιγμα των κοινωνιών και ο εκσυγχρονισμός των ηθών –πράγμα που επιθυμεί η μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας- θα δημιουργούσε άλλες συνθήκες καθημερινότητας.Οι νέες γυναίκες ομοίως δεν αντέχουν άλλο τη ζωή τους στην Αφρική και την Ασία, ειδικά που τώρα έχουν παραστάσεις για τη ζωή στον υπόλοιπο πλανήτη. Αν μάλιστα μπορούσαν και αυτές να ταξιδέψουν μόνες τους, ο αριθμός των αφίξεων στη Μεσόγειο θα ήταν διπλάσιος.
Η Ευρώπη και σύνολη η Δύση δεν μπορούν να συνεχίζουν την ομφαλοσκόπηση. Αν δεν αντιμετωπιστούν επί τόπου οι αιτίες της εξόδου πληθυσμών από την Ανατολή και το Νότο, κανένα αστυνομικό μέτρο δεν αρκεί και καμιά μέριμνα περίθαλψης συνιστά λύση. Γιατί οι άνθρωποι με επιθυμία να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες είναι εκατοντάδες εκατομμύρια.
*Ο Γιώργος Στείρης είναι Αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ