Σημεία της ομιλίας του Ανδρέα Πουλά, υπεύθυνου της Κ.Ο. του Κινήματος Αλλαγής για τον τομέα Υγείας, ως εισηγητή στο Νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας «Σύσταση Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), ρυθμίσεις για τα προϊόντα καπνού και άλλα ζητήματα του Υπουργείου Υγείας» στην Ολομέλεια της Βουλής:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή, που στην πρώτη μου ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής, εισηγούμαι για το Κίνημα Αλλαγής, το πρώτο σχέδιο νόμου που φέρνει προς ψήφιση το Υπουργείο Υγείας. Ως νεφρολόγος γιατρός του ΕΣΥ στο Γενικό Νοσοκομείο Άργους γνωρίζω τον καθημερινό αγώνα που δίνουν γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό. Από την οργάνωση των εφημεριών, μέχρι την αναζήτηση για το φάρμακο του χρονίως πάσχοντα ασθενή, η μάχη που δίνεται είναι διαρκής και ψυχοφθόρα.
Το πρώτο νομοσχέδιο του υπουργείου σας, δίνει το στίγμα των κυβερνητικών προτεραιοτήτων στον τομέα της υγείας. Δεν αισθάνομαι ικανοποιημένος που ξεκινάτε να νομοθετείτε για ζητήματα δευτερεύοντα σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες. Οργανωτικές μετατροπές, αλλαγές προσώπων και αποσπασματικές διευθετήσεις εκτιμήθηκαν από την κυβέρνηση σας ως επείγοντα ζητήματα προς ρύθμιση, την ώρα που ο χώρος της υγείας βράζει.
Θα ήμουν πιο αισιόδοξος εάν εξαγγέλλατε παράλληλα και εθνικό διάλογο συνολικά για την αναμόρφωση της δημόσιας υγείας. Οι πολίτες προσδοκούν από εσάς να κάνετε τομές για τον εκσυγχρονισμό και την ευθυγράμμισή της με τις σημερινές ανάγκες του πληθυσμού. Δυσαρεστώντας ίσως τους λίγους αλλά ευνοώντας τους πολλούς. Και όχι να κάνετε μπαλώματα χωρίς προοπτική, σε νομοσχέδια «σκούπα» χωρίς συνοχή και με συνοπτικές κοινοβουλευτικές συζητήσεις υπό την πίεση του χρόνου.
Όσον αφορά στον ΕΟΔΥ τοποθετηθήκαμε στην επιτροπή και δεν έχουμε αντίρρηση στην επαναφορά του σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Η κακοδιαχείριση, τα φαινόμενα διασπάθισης δημόσιου χρήματος και η χρησιμοποίηση των πόρων του σε κατευθύνσεις διαφορετικές από τους σκοπούς του, δεν συνιστούν –για εμάς- προβλήματα νομικά. Αποτελούν πρώτιστα πρόβλημα νοοτροπίας, πολιτικών επιλογών, τοποθέτησης αναποτελεσματικών προσώπων σε θέσεις ευθύνης και ατιμωρησίας.
Ως προς τη διοικητική διάρθρωση του ΕΟΔΥ δημιουργείται ένα ογκώδες και δυσκίνητο σχήμα που αυξάνει τις ετήσιες δαπάνες του κατά 288.000 ευρώ. Ο πολύπλοκος αυτός οργανισμός ακολουθεί το μοντέλο του Επιτελικού Κράτους, που πολύ αμφιβάλλουμε εάν μπορεί να αποδώσει. Για εμάς, η εύρυθμη λειτουργία του ΕΟΔΥ περνάει μέσα από την πολιτική βούληση για χρηστή διοίκηση και την αλλαγή νοοτροπίας.
Ως προς τις διατάξεις του αντικαπνιστικού νόμου και εδώ είμαστε σύμφωνοι. Άλλωστε η παράταξή μας ήταν εκείνη που ψήφισε για πρώτη φορά αυστηρή αντικαπνιστική νομοθεσία. Εντούτοις, δεν είμαστε ευχαριστημένοι από την εφαρμογή της. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να συνοδεύεται από μακρόχρονη και στοχευμένη αντικαπνιστική εκστρατεία ώστε να δημιουργηθεί αντικαπνιστική νοοτροπία στους πολίτες και κυρίως στους νέους.
Όσον αφορά την σύμπτυξη του ΕΚΕΠΥ με το ΕΚΑΒ κατά τη γνώμη μας είναι σε εντελώς λάθος κατεύθυνση. Δεν γίνεται το ΕΚΕΠΥ να υποβαθμίζεται και να γίνεται μία διεύθυνση του Υπουργείου χωρίς επιχειρησιακή ετοιμότητα και αδυναμία να ανταποκριθεί σε επείγουσες και έκτακτες καταστάσεις. Το ΕΚΑΒ μετατρέπεται σε έναν νέο φορέα με πάρα πολλές αρμοδιότητες και μεγάλη δυσκολία να παρακολουθήσει την υγειονομική κατάσταση της χώρας. Ο καλύτερος επιχειρησιακός συντονισμός που εσείς κάνετε μέσω του ΕΚΑΒ δύσκολα θα επιτευχθεί, χωρίς νέες προσλήψεις, χωρίς τη λειτουργία των 150 κλίνών που λείπουν από το σύστημα, χωρίς αυξημένο αριθμό ασθενοφόρων στην κυκλοφορία και χωρίς επιχειρησιακό κέντρο συντονισμού έκτακτων καταστάσεων.
Τέλος η απλοποίηση των διαδικασιών πρόσληψης επικουρικού βοηθητικού προσωπικού είναι μία προσωρινή λύση. Οι προσωρινές λύσεις όμως, όπως και οι προσλήψεις μέσω ΕΣΠΑ και ΟΑΕΔ, είναι ασπιρίνη στον βαριά άρρωστο. Χρειάζεται γενναία αιμοδοσία της δημόσιας υγείας με νέους επιστήμονες και παραϊατρικό προσωπικό στις υπάρχουσες κενές οργανικές θέσεις. Έτσι θα ανανεωθεί το ήδη γερασμένο ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί στο ΕΣΥ. Επιστήμονες που θα φέρουν την όρεξη για δουλειά και προσφορά, αλλά και χρήσιμες αλλαγές ώστε η δημόσια υγεία να ανασυνταχθεί.
Τελευταίο άφησα τον σύνθετο και πολύπλοκο τομέα του φαρμάκου. Επί δεκαετίες το σύστημα ήταν τελείως αθωράκιστο, χωρίς δικλείδες ασφαλείας. Από τα 1,278 δισεκατομμύρια ευρώ το 2000, την πενταετία 2004 – 2009 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη εκτοξεύθηκε. Μόνο το 2009 έφτασε τα 6,46 δισεκατομμύρια. Με τα μέτρα που έλαβε το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση από το 2010 (ηλεκτρονική συνταγογράφηση, τιμολόγηση των πρωτότυπων φαρμάκων βάσει των τριών χαμηλότερων τιμών της ΕΕ, συνταγογράφηση της δραστικής ουσίας, σταθερές μειώσεις τιμών, καθιέρωση κλειστού προϋπολογισμού φαρμακευτικής δαπάνης και θεσμοθέτηση του clawback και του rebate) το 2012 μειώθηκε στα 3,606 δισεκατομμύρια και το 2014 στα 2,562 δισεκατομμύρια. Από το 2016 έως σήμερα οι τάσεις είναι αυξητικές. Δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα για τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης δεν είναι αρκετά. Είναι αποσπασματικά και δεν εντάσσονται σε μία ενιαία και ολοκληρωμένη στρατηγική.
Ως προς τον συμψηφισμό του clawback με τις δαπάνες για έρευνα θεωρούμε αυτονόητο ότι αυτές πρέπει να αξιολογηθούν για το εάν όντως συμβάλλουν στην έρευνα και την ανάπτυξη επενδυτικών σχεδίων προϊόντων, υπηρεσιών και γραμμών παραγωγής.
Στο σημείο αυτό επαναφέρουμε την πρόταση μας για τη μείωση της εισφοράς στα φάρμακα των ασφαλισμένων, την οποία είχαμε διατυπώσει για πρώτη φορά το Νοέμβριο του 2018. Θα ήθελα να θυμίσω ότι το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση, στην πιο κρίσιμη περίοδο της κρίσης – από το 2010 έως το 2012 – πέτυχε να διατηρηθεί η συμμετοχή των ασφαλισμένων στα φάρμακα στο 0% , 10% και 25%. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια οι πολίτες πληρώνουν συνεχώς περισσότερα από την τσέπη τους για το φάρμακο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2018 οι πολίτες πλήρωσαν οι ίδιοι μόνο για φάρμακα 1,640 δις ευρώ.
Σήμερα έχουμε την ευκαιρία να βελτιώσουμε την κατάσταση με τρόπο δίκαιο, προς όφελος των χαμηλοσυνταξιούχων και χαμηλόμισθων. Σας καλούμε λοιπόν, να καταργήσετε την εισφορά 6% υγειονομικής περίθαλψης που επιβλήθηκε στις επικουρικές συντάξεις και να μειώσετε κατά 50% την συμμετοχή στα φάρμακα για τους εργαζομένους και για τους συνταξιούχους με μηνιαίο καθαρό εισόδημα μικρότερο ή ίσο των επτακοσίων ευρώ – όπως ακριβώς είχαμε προτείνει το Νοέμβριο του 2018. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο τομέας του φαρμάκου χρειάζεται μια πιο σοβαρή προσέγγιση. Το ερώτημα είναι εάν υπάρχει η πολιτική βούληση για να ρυθμίσουμε το φάρμακο οριστικά. Να δημιουργηθεί κάτι μακρόπνοο, τολμηρό, με εθνική συναίνεση και στα πρότυπα των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Ακόμα και εάν θιγούν συμφέροντα, η εθνική συναίνεση θα αποτελέσει ασπίδα της χώρας σε κάθε είδους πίεση. Αν πάρετε ως κυβέρνηση μία τέτοια γενναία απόφαση, είναι χρέος όλων να συνταχθούμε με το εθνικό συμφέρον».