Ποιά είναι η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου που προτείνει ο Μητσοτάκης για Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου είναι η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη για υποψήφια Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αν ψηφιστεί θα είναι η πρώτη Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ενώ ήταν και η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας από τον Οκτώβριο του 2018, στα 91 χρόνια της λειτουργίας του.
Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, είναι γεννημένη στη Θεσσαλονίκη το 1956 και είναι σήμερα 64 ετών. Κατάγεται από τη Σταυρούπολη Ξάνθης. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στο Δημόσιο Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο Paris II.
Έγινε Εισηγήτρια στο Συμβούλιο της Επικρατείας και προήχθη διαδοχικά σε Πάρεδρο το 1988 και σε Σύμβουλο το 2000. Τον Οκτώβριο του 2015 τοποθετήθηκε Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενώ τον Οκτώβριο του 2018 τοποθετήθηκε ομόφωνα στη θέση της Προέδρου του ΣτΕ.
Έχει ακόμα διατελέσει γενική γραμματέας, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ.
Πώς θα εκλεγεί μετά τη Συνταγματική Αναθεώρηση
Η διαδικασία της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, άλλαξε στη Συνταγματική Αναθεώρηση του περασμένου Νοεμβρίου. Την αλλαγή του άρθρου 32 του Συντάγματος, ψήφισαν μονάχα οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, ενώ έντονες ήταν οι αντιδράσεις των υπολοίπων κομμάτων, θεωρώντας πως ο θεσμός ευτελίζεται καθώς μπορεί ο Πρόεδρος να προκύψει ακόμα και με 75 ψήφους!
Με τη νέα διάταξη, ισχύει ότι και πριν σχετικά με τις τρεις πρώτες προσπάθειες εκλογής. Ο υποψήφιος Πρόεδρος δηλαδή, χρειάζεται αυξημένη πλειοψηφία 3/5 στη Βουλή ή τις 180 από τις 300 ψήφους του Σώματος. Αν αυτό δεν γίνει εφικτό στις τρεις ψηφοφορίες, η διαδικασία προχωρά ως εξής:
Η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από 5 ημέρες και ο υποψήφιος Πρόεδρος χρειάζεται την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, δηλαδή τουλάχιστον 151 βουλευτές. Σ’ αυτήν την τέταρτη δηλαδή ψηφοφορία αναμένεται να ψηφιστεί η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου καθώς η Νέα Δημοκρατία που την προτείνει αριθμεί 158 βουλευτές. Ακόμα όμως και αν 8 ή περισσότεροι «γαλάζιοι» βουλευτές διαφοροποιηθούν στην πέμπτη και τελευταία ψηφοφορία αρκεί η σχετική πλειοψηφία της Βουλής.