Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ ) που εδρεύει στο Στρασβούργο αναγκάστηκε να προσφύγει το 2017 για να δικαιωθεί τελικά το 2019, ένας απλός συμπολίτης από το Ναύπλιο, όταν το Ελληνικό Δικαστήριο απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημά του για αποζημίωσή από το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς περίμενε από το 2005 μέχρι και το 2017 – δηλαδή δέκα ολόκληρα χρόνια και τρείς μήνες – την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σε υπόθεσή του.
Μια σχετικά απλή αστική υπόθεση για αποζημίωση για ηθική βλάβη εξαιτίας βιαιοπραγίας και εξύβρισης και με τον αντίδικο να έχει καταδικαστεί αμετάκλητα από το ποινικό δικαστήριο, έφτασε στη συνέχεια να διαρκέσει στο αστικό δικαστήριο εκατόν είκοσι τρείς(123) μήνες, για να εκδοθεί απόφαση υπέρ του θύματος που του επιδίκασε το αιτηθέν χρηματικό ποσό.
Κι ενώ στην Ελλάδα ο Νόμος 4239/2014 ορίζει ότι οποιασδήποτε από τους διαδίκους που έλαβε μέρος σε δίκη ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, μπορεί να ζητήσει με αίτηση δίκαιη ικανοποίηση προβάλλοντας ότι η διαδικασία για την εκδίκαση της υπόθεσης καθυστέρησε αδικαιολόγητα και συγκεκριμένα ότι διήρκεσε πέραν του ευλόγου χρόνου που απαιτείται για τη διάγνωση των πραγματικών και νομικών και νομικών ζητημάτων που ανέκυψαν στη δίκη, όταν ο Ναυπλιώτης διάδικος προσέφυγε στα Ελληνικά Δικαστήρια, επικαλούμενος αυτό το νόμο και ισχυριζόμενος, ότι τα περίπου έντεκα χρόνια δεν είναι εύλογος χρόνος διάρκειας μιας δίκης πρώτο βαθμό, χώρια το Εφετείο που ακολούθησε, όχι μόνο απορρίφθηκε στην Ελλάδα η αίτησή του αυτή, καθώς κρίθηκε ως εύλογος ο χρόνος που η δίκη αυτή διήρκεσε, αλλά επιπλέον καταδικάστηκε και στη καταβολή της δικαστικής δαπάνης υπέρ του αντίδικου Ελληνικού Δημοσίου.
Με την απόφασή του αυτή όμως το Ελληνικό Δικαστήριο προσέκρουσε στην επιμονή του διαδίκου – πολίτη που αρνήθηκε να δεχθεί ως εύλογο, δηλαδή λογικό, το παραπάνω χρονικό διάστημα της πρωτοβάθμιας δίκης και ως δίκαιη τη φυσική και ψυχική ταλαιπωρία που υπέστη όλο αυτό το χρονικό διάστημα, αλλά και η καταδίκη του για την πληρωμή και των δικαστικών εξόδων υπέρ του αντίδικου Ελληνικού Δημοσίου, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Υπάρχουν δικαστές στο Στρασβούργο
Ο δικηγόρος Κωνσταντίνος Σταθογιαννόπουλος, που χειρίστηκε την υπόθεση αυτή στην Ελλάδα αλλά και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μας εξήγησε ότι αφενός ο παραπάνω Ν. 239/2014 ψηφίστηκε στην Ελλάδα έτσι ώστε να μην αναγκάζονται οι Έλληνες πολίτες να προσφεύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο όταν θεωρούν ότι το Ελληνικό Κράτος έχει παραβιάσει το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), που ορίζει ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσή του δικαστεί δικαίως, δημοσίως και εντός λογικής προθεσμίας από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο.
Αφετέρου ο κος Σταθογιαννόπουλος δήλωσε, ότι έμεινε κατάπληκτος όταν δημοσιεύθηκε στην Ελλάδα η αρχική απορριπτική απόφαση, δεδομένου ότι τα νομικά επιχειρήματα που ο δικαστής εξέλαβε ως παραδεκτά για να απορρίψει αυτή την αίτηση αποζημίωσης, έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τη διαμορφωμένη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η οποία ετέθη υπόψη του ελληνικού δικαστηρίου, και βάσει της οποίας όφειλε να κρίνει την υπόθεση αυτή και να την κάνει δεκτή.
Αν σκεφτεί κανείς ότι το 70% των προσφυγών στο ΕΔΔΑ απορρίπτονται στο αρχικό στάδιο, καθώς οι ιδιαίτερες αυστηρές προϋποθέσεις που ισχύουν σε συνδυασμό με το ασφυκτικό χρονικό περιθώριο των προθεσμιών, η ευδοκίμηση αυτής της προσφυγής, θεωρείται επιτυχία και αποκατάσταση του δίκαιου και της λογικής, εξηγεί ο πληρεξούσιος δικηγόρος.
Έτσι λοιπόν με την με αριθμό 73463/17 απόφασή του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υποχρέωσε την Ελλάδα να καταβάλει την αιτούμενη αποζημίωση στον επίμονο συμπολίτη, για να μας θυμίζει τη γνωστή ρήση του μυλωνά που αντέτεινε στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο το Μέγα, όταν αυτός ήθελε να του πάρει με το έτσι θέλω το χωράφι και τον ανεμόμυλο του, ότι υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο, και ότι υπάρχουν δικαστές και στο Στρασβούργο θα συμπληρώναμε εμείς σήμερα, αν και η συγκεκριμένη ρήση χρησιμοποιείται για να καταδειχθεί η υπεροχή της δικαστικής εξουσίας έναντι της εκτελεστικής σε μια Πολιτεία Δικαίου.