Απόγνωση, φόβος, οδύνη και θάνατος σε Χέλι, Ναύπλιο, Μέρμπακα, Λυγουριό, Άργος, από την επιδημία της πανώλης το 1828
Μέσα από τα έγγραφα των Γενικών Αρχείων του ΚράτουςΑθηνων [κυρίως φάκελλοι Επιτρόπων και Γεν. Γραμματείας περιόδου Καποδίστρια] υπάρχει πλούσια πληροφόρηση για την επιδημία της πανώλης που έπληξε την Αργολίδα, εκείνα τα δύσκολα χρόνια που οι συνθήκες διαβίωσης, επικοινωνίας, αλλα και ιατρικής αντιμετώπισης ήταν πρωτόγονες. Κάθε τόπος και εικόνες απόγνωσης, φόβου, οδύνης και θανάτου.
Σε μια λοιμική νόσο που εξαντλούσε και σκότωνε ταχύτατα και με αφόρητους πόνους τον ασθενή και μεταδίδετο εύκολα, τα κύρια ιατρικά μέσα αντιμετώπισης ήταν η χρήση από βδέλες στο ανθρώπινο σώμα, κάποια βότανα, ο καπνισμός με θειάφι των μολυσμένων σπιτιών και η απομόνωση.
ΧΕΛΙ
Τον Απρίλιο του 1828 ενας αγοραστής αλόγων από την Ερμιόνη πέρασε και από το Χέλι. Και ενώ σε όσους κατοίκους έδωσε χρήματα λίγες μέρες μετά, παρουσίασαν ύποπτα συμπτώματα και πέθαναν, ο έμπορος μετέβηκε υγειής σε ζωοπανύγηρι στα Λευκάκια.
Ο έκτακτος επιτροπος [Νομάρχης] Αργολίδος Νικόλαος Καλλέργης έστειλε στο Χέλι τον εκτακτο επιστάτη υγείας Γεράσιμο Κώπα και τον γιατρό Νικόλαο Φωτεινό, όπου βρήκαν τις οικογένειες – συνολικά 747 άτομα – διάσπαρτες και απομονωμένες στην υπαιθρο. Με την συμπαράσταση 30 στρατιωτών υπο τον καπετάνιο Λευκαδίτη δημιουργήθηκαν χώροι πρόχειροι νοσηλείας και απομόνωσης, ενώ διετάχθηκε ο καπνισμός και ο καθαρισμός των σπιτιών και η σίτιση των κατοίκων.
ΝΑΥΠΛΙΟΝ
Όταν ακούσθηκε πανώλη στο Χέλι ο Νικόλαος Καλλέργης έκλεισε τις πύλες του φρουρίου, αλλά και τις εκκλησίες ’’εις τας οποίας να ψάλλεται η προς τον ύψιστο οφειλομένη λατρεία,από μόνους τους ιερείς’’. Εκλεισε επίσης τα καταστήματα συνάθροισης κοινού, καφενεία, λουτρά, τελάλικα [σχολεία τότε δεν υπήρχαν]. Δημιούργησε στο Μπούρτζι λοιμοκαθαρηστήριο, κατεδάφησε τις καλύβες έξω από τον Αγιο Νικόλαο, ενώ προκύρηξε την επισκευή του εθνικού ανεμόμυλου στο Ιτζκαλέ, με ανάθεση. Εστειλε εκτακτους επιστάτες υγείας και γιατρούς σε όλα τα υποπτα χωριά, [εκτός του Λυγουριού] και ενημέρωνε καθημερινά δι’ αλληλογραφίας τον Καποδίστρια, αλλα και τους άλλους επιτρόπους της Πελοποννήσου.
Επίσης ο φρούραρχος Αργολίδος Κ. Ευδεκ: Εβαλε βάρκες με ‘’φυλακή’’ να απογορεύουν κάθε πρόσβαση από θάλασσα. Έστρεψε τα κανόνια του Παλαμηδιού ‘τους προμαχώνας της στερεάς και του αιγιαλού, έτοιμα να βυθίσουν όποια ψαράδικα καϊκια όπου ήθελαν πλησιάσουν περισσότερον από πενήντα βήματα εις την ξηράν’’ να όσους πλησιάζουν πλησιέστερα των πενηντα βημάτων.
Σε έγγραφα περιγράφεται η βίαιη δίωξη κάποιων που αποβιβάσθηκαν ‘’και βγήκαν έξω με τα βαρέλια έως την βρύσιν’’, αλλα και τον θάνατο δύο ’’παλαβών’’ από Μεθώνη που εκείνες τις μέρες ήρθαν έξω από το Ναύπλιο, εκ των οποίων ο ένας μπήκε το πρωϊ στο φρούριο και αγόρασε σιλάχι και το βράδυ πέθανε. Σε δρόμους επίσης της επαρχίας τοποθετήθηκε ’’σφοδρήν ασφάλειαν από υπεραπείρους καραντίνας’
Αποτέλεσμα η πόλη φρούριο του Ναυπλίου δεν παρουσίασε κανένα θύμα από πανώλη.
ΜΕΡΜΠΑΚΑ
Την ίδια περίοδο ενας ‘’ζήτουλας’’ στην Υδρα με καταγωγή από το Μέρμπακα, επέστρεψε την περίοδο του Πάσχα στο χωριό του, έφερε δώρο στην μεγαλύτερη αδελφή του ένα φουστάνι και έφυγε. Η γυναίκα την πρώτη μέρα πήγε για πλύσιμο στο ρέμα, την δεύτερη στον μύλο, την τρίτη για χόρτα και την τέταρτη πέθανε.
Σε λίγες μέρες πέθανε και η δεύτερη αδελφή. Οι κάτοικοι του Μερμπακα – συνολικά 232 άτομα -υποχρέωσαν την μολυσμένη οικογένεια να μεταφερθεί σε πρόχειρη καλύβα έξω στο χωριό. Η τρίτη αδελφή ‘’έγκυος ούσα και ελθούσα συν τοις άλλοις εις το διορισθέν μέρος αποθέσας το φορτίον της έπειτα από δύο ή τρείς ώρες εγέννησεν κοράσιον βρέφος’’.
Η γυναίκα χωρίς περιποιήσεις πέθανε μετα τρείς μέρες, όπως στην συνέχεια και ο φύλακας της οικογενειας, ενώ η μάνα των τριών κοριτσιών τρελάθηκε. Μια άλλη τετραμελή οικογένεια με υποπτα συμπτώματα έφυγε από το χωριό και ζήτησε φιλοξενεία σε χωριά του Άργους. Διωγμένη από όλους εγκαταστάθηκε σε μια καλύβα έξω από το χωριό Μάζι. Εκεί πέθαναν οι τρείς ενώ η τέταρτη γυναίκα παραλογισμένη πήρε τους δρόμους.
Στο Μέρμπακα εργάσθηκαν οι γιατροί Στ. Δασκαλόπουλος, ο Σπυράκης Δήμου, ο Γάλλος Δουμών και ορίσθηκε εκτακτος επιστάτης υγείας ο Ευάγγελος Ποταμιάνος.
ΛΥΓΟΥΡΙΟ
Στο Λυγουριό μια γυναίκα ηλικιωμένη ήρθε από την Αιγινα και φιλοξενήθηκε σε σπίτι, αλλα την επομένη το πρωϊ πέθανε. Οι κάτοικοι του χωριού συνόδεψαν την τελετή στην εκκλησία, ‘’όπου και την έψαλαν από φιλανθρωπία και κοινώνησαν σχεδόν όλοι. Μετά ταύτα απέθανεν η φιλόξενος γυνή και μερικοί άλλοι και πολλοί έβγαζον βουβωνικό οίδημα και επειδή δεν ηκούετο εις αυτά τα μέρη πανώλης δεν έβαλον υποψίαν αλλ’είναι πάθος φυσικόν ’’. Εκείνη την περίοδο άλλα κοινωνικά προβλήματα και πολιτικά πάθη ειχαν δηλητηριάσει και διαιρέσει τους κατοίκους του χωριού, με αποτέλεσμα και την υποβαθμηση της απειλής. Δεν διεκδικήθηκε, δεν ορίσθηκε επιστάτης υγείας και γιατρός στο Λυγουριό, όπως στα άλλα υποπτα χωριά από τον έκτακτο επίτροπο. Αλλά και όταν οι υποπτοι θάνατοι υποχρέωσαν τον Καλλέργη να στείλει για λίγες ώρες προς διερεύνηση τους Κώπα, Φωτεινό από το Χέλι και τον Γάλλο Δουμών, αυτοί απεφάνθηκαν ότι οι θάνατοι ήταν από φυσική αιτία,από ‘’φλογιστική θέρμη’’, και η εγκατάλειψη των ασθενών από τον φόβο της πανώλης. Ο Γεράσιμος Κώπας έλεγε στους δημογέροντες του Λυγουριού να μην φοβούνται διότι ‘’…θεοῦ βοήθεια στο τόπο σας δεν έχει πανόλη’ και διέταζε τον παπα Γιώργη Καυτάνη ‘’να καθαγιάζει τους κατοίκους’’.
Οι κάτοικοι του Λυγουριού τελικά υποχρεώθηκαν – μόνοι από όλην την Αργολίδα – να πληρώσουν την παρουσία του ιδιώτη γιατρού Δ. Γκλάβα ο οποίος και εντόπισε την πανώλη. Άλλά ακόμη και τότε, ο Καλλέργης έγραφε στον Γ.Κώπα: ΄΄..Η οικονομία όμως δεν με συγχωρεί να άποστείλω έντεύθεν ούτε ίατρόν, ούτε μόρτας, ένω μάλιστα δεν είναι παντελώς βεβαιότητας περί του αν ύπάρχει πανώλης έκεί..’’
Ο δε Κώπας θεωρούσε υπεύθυνους της εξάπλωσης της πανώλης στο Λυγουριό τους δημογέροντες και τους κάτοικους του χωριού και σημείωνε: ‘’καί έλπίζω σύν θεώ άγίω να μείνη έως αύτού το κακό‘.
ΚΑΛΥΒΕΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΝΑΥΠΛΙΟ
Εξω από την πύλη της ξηράς στο Ναύπλιο είχαν εγκατασταθεί σε πρόχειρες καλύβες 1852 άτομα από Αρκαδία, Πάτρα, Καλαμάτα, Χίο, Σμύρνη κλπ., σε 661 πρόχειρες καλύβες, όπου υπερίσχυαν κυρίως άπορες χήρες με ορφανά παιδιά.
Ο τόπος περιγράφεται οτι ήταν ‘’ενας λάκκος γεμάτος από χαμηλές καλύβες ενδεών ανθρώπων, τοποθετημένες άτακτα και πυκνά, όπου δεν κυκλοφορούσε καθαρός αέρας’’.
Σε αυτό το άθλιο περιβάλλον εκδηλώθηκε πανώλη σκοτώνοντας ανεξαρτήτου ηλικίας. Στον πίνακα των νεκρών παρατηρείται ότι οι ηλικίες 0-10, 10-20 και πλέον των 20 ετών είχαν περίπου ίδια αναλογία απώλειας.
Ο Καλλέργης διόρησε εκτακτο επιστάτη υγείας τον Π. Μαρκέζη με γιατρούς Ρανιέρη, Αλεξόπουλο, και εκτελεστική δύναμη 50 στρατιωτών, η οποία ‘ελεγχε ‘’μια γραμμή από το γιοφυράκι του γιαλού έως τα τζουρούμια’’, ενώ διένεμε λιγο ψωμί στις άπορες οικογένειας.
ΑΡΓΟΣ
Αρχες Ιουνίου ενεφανίσθη πανώλη και στην πόλη του Άργους. Εξη θάνατοι διαπιστώθηκαν την 5 Ιουνίου ενώ επτά ακόμη ασθενούσαν και άλλες οκτώ οικογένειες ήταν υποπτες πανώλης. Διορισθηκε η κατασκευή καραντίνας για τις υποπτες οικογενειες, και ετοιμάσθηκαν δυο νοσοκομεία.
Διορισμένη επιτροπή υγείας επισκέφθηκε τις καλύβες ‘’έξω από το φρούριο‘’ όπου υπήρχαν ασθενείς από πανώλη, ενώ πληροφορήθηκαν ότι νεκρός ετάφη από τους συγγενείς του ‘’χωρίς να δώσουν είδησιν’’.
Τρεις μολυσμένοι κατευθύνθηκαν προς το Σκαφιδάκι, οπου διώχθηκαν από τους κατοίκους και κατευθύνθηκαν προς την Τρίπολη. Ο ενας πέθανε εκεί οπου εκοιμήθηκε το βράδυ στον δρόμο και ο οι άλλοι δυο συνελήφθηκαν στον Αχλαδόκαμπο.
Την 6 Ιουνίου διορίσθηκε Γενικός έφορος υγείας ο Δ. Περρούκας, εκτελεστικη δύναμη από στρατιώτες και τοποθετήθηκαν υγειονόμοι στα χωριά Μύλοι και Κιβέρι.
Στην ΠΥΡΓΙΕΛΑ ο ξαφνικός θάνατος άνδρα από πανώλη, οδήγησε σε απόγνωση την γυναίκα του, η οποία χωρίς να γνωρίζει πώς να προφυλαχθεί από την μόλυνση έκανε επάληψη στο σώμα της με σκόνη μπαρούτης. Η επιτροπή την βρήκε μουτζουρωμένη, αλλά υγειή.
Τελικά θύματα της πανώλης ήταν 51 στο Αργος, 17 στο Μέρμπακα, 42 στην Πρόνοια και στις καλύβες εξω από το Ναύπλιο, 19 στο Χέλι. Το μεγαλύτερο όμως ποσοστό των νεκρών εν σχέσει με τον πληθυσμό είχε το Λυγουριό των 40 οικογενειών, όπου από τα μέσα Μαϊου έως 2 Ιουλίου πέθαναν 21, εκ των οποίων όπως φαίνεται στον σχετικό ονομαστικό και ηλικιακό κατάλογο, σχεδόν οι μισοί ΄΄ηταν παιδιά και βρέφη’’.
Και ενώ η πανούκλα γιατρέφτηκε, δυστυχώς τα πολιτικά πάθη συνέχισαν να διχογνωμούν την κοινωνία του Λυγουριού για ακόμη πολλά χρόνια με αρνητικές για τον τόπο και άλλες επιπτώσεις.
Αντώνης Ξυπολιάς