Την ίδια ώρα που αχνοφέγγει μια σπίθα ελπίδας με τη μείωση των νεκρών από τον κορωνοϊό στον ιταλικό βορρά, ο ιταλικός νότος μαστίζεται από τη φτώχεια. Στην Νάπολη και γύρω από αυτήν, οι μέρες και οι νύχτες είναι πλέον δύσκολες, αφού η επέλαση του κορωνοϊού στην γειτονική χώρα, διέλυσε τα πάντα.
Ο φτωχός Ιταλικός Νότος έγινε ακόμη φτωχότερος, πολλοί άνθρωποι σε πόλεις και χωριά υποφέρουν, κάποιοι δεν έχουν πλέον λεφτά για να ψωνίσουν ή να παραγγείλουν μια πίτσα.
Ο Αρμάντο Γκαλινάρι, ιδιοκτήτης ενός μικρού ανθοπωλείου στην Νάπολη και πατέρας πέντε παιδιών μιλώντας στους New York Times ήταν κάτι παραπάνω από ξεκάθαρος: «Η απόγνωση εισπράττει τον φόρο της εδώ στον Νότο». Από τότε που υποχρεώθηκε να κλείσει το μαγαζί του εδώ και ένα μήνα δεν έχει εισπράξει ούτε ένα ευρώ βοήθεια από το κράτος.
«Μέχρι τώρα δεν έχουμε λάβει καμία κυβερνητική βοήθεια. Ειλικρινά δεν ξέρω πλέον που να απευθυνθώ» συμπληρώνει βγάζοντας από μέσα του την απελπισία που τον έχει καταλάβει.
Δεν είναι ο μόνος. Χιλιάδες άλλοι άνθρωποι εκεί στον Νότο, αγγίζουν ή και ξεπερνούν πλέον τα όρια της ανέχειας, μένοντας κλειδωμένοι και πεινασμένοι στα σπίτια τους. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι εργάτες, τεχνίτες, εποχιακοί υπάλληλοι και μικροί τοπικοί επιχειρηματίες που εδώ και εβδομάδες υποφέρουν.
Μπορεί ο κορωνοϊός να έχει χτυπήσει την Λομβαρδία και την Εμίλια-Ρομάνα, όμως οι οικονομικές επιπτώσεις είναι πολύ πιο σοβαρές στον φτωχό Ιταλικό Νότο.
Στην επαρχία της Καμπανίας που έχει για πρωτεύουσα την Νάπολη, το 41% του πληθυσμού βρίσκεται ένα βήμα πριν από την ανέχεια. Κι όλα αυτά σε μια περιοχή όπου η ανεργία πέρυσι ανήλθε στο 20%, ενώ ίδιο περίπου ποσοστό ήταν αυτό που αφορούσε τους μερικώς απασχολούμενους. Ακόμη και οι τυχεροί που βρίσκουν δουλειά, εργάζονται χωρίς να υπογράψουν σύμβαση, είναι ανασφάλιστοι και οι πρώτοι που πλήττονται από την κρίση.
Ούτε ένα πιάτο φαΐ
Σε αυτούς ανήκει ο Μπρούνο Εσπόζιτο, υδραυλικός στο επάγγελμα και πατέρας τριών παιδιών που εργαζόταν επί σειρά ετών σε μια τοπική επιχείρηση. Περιλαμβάνεται στα 2,000,000 που δουλεύουν χωρίς σύμβαση στον Ιταλικό Νότο, με ότι συνεπάγεται αυτή η επιλογή, ειδικά τώρα.
«Δεν έχω καμία εργοδοτική εισφορά και το όνομα μου δεν υπάρχει σε καμία κρατική βάση δεδομένων, οπότε δεν μπορώ να προσμένω σε καμία κυβερνητική βοήθεια ή παροχή. Η κατάσταση που επικρατεί τώρα όμως άλλαξε τα πάντα και δεν γνωρίζουμε καν πότε θα επανέρθει η κανονικότητα στην ζωή μας» τόνισε με νόημα στους Times.
Καθαρίστριες, εργάτες σε οικοδομές, ταχυμεταφορείς, οδηγοί και αγρότες μεταξύ άλλων αποδείχτηκαν διπλά ευάλωτοι στις παρούσες πρωτόγνωρες συνθήκες.
Πρώτον η δουλειά από την οποία εξαρτώνται οικονομικά εξαφανίστηκε και δεύτερον όποια μέτρα και να έλαβε η Ιταλική κυβέρνηση για αυτούς που πλήττονται άμεσα από την κρίση, παραμένουν γι’ αυτούς ένα απατηλό όνειρο.
Η οικογένεια του κυρίου Εσπόζιτο όπως και χιλιάδες άλλες λαμβάνει κάθε μέρα όλη την εβδομάδα φαγητό από τα συσσίτια που ετοιμάζονται σε ένα κοινοτικό κέντρο. «Χωρίς αυτή την βοήθεια» είπε «δεν θα είχαμε τίποτε να φάμε».
Κάποιοι άλλοι πεινάνε πραγματικά και όπως είπε ο κύριος Γκαλινάρι η συμπεριφορά τους αρχίζει να αλλάζει. Ήδη στην περιοχή που κατοικεί με την οικογένεια του ξέσπασαν μικρές ταραχές, κάποιοι καταστηματάρχες «αναγκάστηκαν» να δώσουν φαγητό χωρίς να πληρωθούν, ενώ σημειώθηκαν και κάποιες κλοπές.
Ο ίδιος έπεσε πριν από λίγα βράδια πάνω σε κάτι παιδιά που προσπαθούσαν να διαρρήξουν το γκαράζ του σπιτιού του, για να κλέψουν ότι θα μπορούσαν πουλήσουν. Τελικά έφυγαν άπρακτα, όταν κατάλαβαν ότι ο Γκαλινάρι τους είχε αντιληφθεί, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να μειώσει την αναστάτωση του ανθοπώλη, ο οποίος μιλώντας για το συμβάν είπε: «Αυτό που έγινε ήταν κάτι πρωτόγνωρο για εμάς».
Το ίδιο πρωτόγνωρη είναι και η κρίση που ταλανίζει πλέον τους Ιταλούς εκεί στον Νότο, όπου οι μέρες αργούν να περάσουν, ενώ οι νύχτες κρύβουν μόνο για λίγες ώρες την απόγνωση και την απελπισία αυτών που δεν έχουν ούτε ένα πιάτο φαΐ στο τραπέζι τους.
Αυτών που κοιμούνται και ξυπνάνε νηστικοί, βλέποντας την καθημερινότητα τους να επαναλαμβάνεται σε ένα μαύρο φόντο, το οποίο έχει «τυλίξει» σφιχτά την απελπισία που έχει κυριεύσει την ζωή τους.