Ανατολικά από το λιμάνι της Κορίνθου, σε μια δροσερή όαση από λεύκες και γρασίδι υψώνεται το κτήριο του Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείο Κορίνθου. Το Ιστορικό – Λαογραφικό Μουσείο Κορίνθου, συστήθηκε το 1976 με πρωτοβουλία της κορίνθιας Αλκμήνης Πετροπούλου-Γαρταγάνη και λειτουργεί ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, τελώντας υπό την εποπτεία των Υπουργείων Πολιτισμού και Οικονομικών.
Oι εθνωφελείς και κοινωφελείς σκοποί του επικεντρώνονται στην ανεύρεση, διάσωση, διαφύλαξη, συντήρηση και προβολή σε μόνιμη έκθεση των τεκμηρίων της ιστορίας και κυρίως των έργων λαϊκής παράδοσης του νεότερου Ελληνισμού.
Η ίδρυσή του αποτελεί το επιστέγασμα της αδιάλειπτης και πολύχρονης κοινωνικής προσφοράς της ιδρύτριάς του, η οποία επέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την περισυλλογή έργων του νεοελληνικού λαϊκού πολιτισμού.
Η Αλκμήνη Γαρταγάνη- Πετροπούλου γνώρισε και αγάπησε βαθιά τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Οραματίστηκε τη δημιουργία Μουσείου του νεότερου Ελληνισμού στη γενέτειρά της, την Κόρινθο, η οποία δεν είχε αποκτήσει κάτι ανάλογο στα 160 χρόνια του ανεξάρτητου βίου της. Ενσυνείδητα, λοιπόν, χωρίς παρεκκλίσεις από τον αρχικό της προσανατολισμό, με εκπληκτικό ένστικτο, αφοσιώθηκε στην περισυλλογή έργων νεοελληνικής ζωής και τέχνης, με μόνο κριτήριο την εθνική, ιστορική και πολιτισμική αξία τους. Στόχος της ήταν να διαφωτίσει με το υλικό αυτό τον θρησκευτικό, ιστορικό, κοινωνικό και πολιτιστικό βίο των Ελλήνων, με αντικείμενα, πολλά από τα οποία δυσεύρετα σήμερα, που χρονολογούνται στον 18ο, 19ο και 20ο αιώνα.
Από την έναρξη της λειτουργίας του Μουσείου, αρκετοί είναι οι Κορίνθιοι που σπεύδουν να καταθέσουν σε αυτό αντικείμενα ιστορικού και λαογραφικού ενδιαφέροντος. Με τις κινήσεις αυτές των συμπολιτών μας, πραγματώνεται καθημερινά ο βασικός στόχος της ιδρύτριας, που είναι η αφύπνιση της ιστορικής συλλογικής μνήμης, η συναίσθηση του χρέους συμμετοχής στην κοινωνική προσφορά και κατά συνέπεια η ανάδειξη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων και η διαφύλαξη και προβολή στο ευρύ κοινό όλων αυτών των γνώσεων και μαρτυριών.
Το Μουσείο κτίσθηκε με βάση τα αρχιτεκτονικά σχέδια του Ακαδημαΐκού Σόλωνος Κυδωνιάτη και οι δαπάνες καλύφθηκαν κατεξοχήν από την ιδρύτρια, την οποία βοήθησε οικονομικά και ηθικά το Υπουργείο Πολιτισμού. Στον αγώνα της Αλκμήνης Πετροπούλου για την ανέγερση του κτιρίου και την τοποθέτηση συλλογών μέσα σε αυτό πλειάδα ειδικών καθώς και ομόλογα ιδρύματα, εκτιμώντας την μεγαλόπνοη προσπάθειά της, στήριξαν το έργο της. Τα Μουσεία Μπενάκη, Εθνικό Ιστορικό, Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και το Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, βοήθησαν ουσιαστικά στην τεκμηρίωση των μουσειακών αντικειμένων και στο σχεδιασμό και το στήσιμο της μόνιμης έκθεσης.
Οι συλλογές του
Σήμερα στο Μουσείο αναπτύσσονται συλλογές που συγκροτούνται από διάφορες επιμέρους ενότητες, με κυρίαρχη εκείνη των παραδοσιακών ενδυμασιών από πολλές περιοχές της Ελλάδας, της Βορείου Ηπείρου, της Μ. Ασίας και της Κύπρου.
Ενότητες από έργα υφαντικής, κεντητικής, αργυροχρυσοχοϊας, μεταλλοτεχνίας και ξυλογλυπτικής παρέχουν στο κοινό τη δυνατότητα ευρείας προσέγγισης των αναζητήσεων και των πρακτικών εφαρμογών του νεοέλληνα των τριών τελευταίων αιώνων.
Άλλη ενότητα αποτελούν αξιόλογα εργαλεία του αγροτικού και ποιμενικού βίου καθώς και ποικίλα αντικείμενα οικοσκευής, τα οποία έχουν αναπτυχθεί σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η ανασύσταση της ζωής στην ύπαιθρο.
Παράλληλα στους χώρους του Μουσείου φιλοξενούνται κατά καιρούς περιοδικές εκθέσεις μεγάλης λαογραφικής και εικαστικής αξίας, αλλά και εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Τέλος το Μουσείο έχει προβεί κατά καιρούς σε ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις σε συνεργασία με άλλους φορείς, αλλά και εκδόσεις βιβλίων λαογραφικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου.