Η επιδημία της πανώλης στην Αργολίδα το 1828 και οι ομοιότητες με το σήμερα
Σε έγγραφο της 10ης Μαϊου 1828 αναφέρεται ότι πέθαναν 6 άτομα στο Χέλι με εμφανή συμπτώματα πανώλης. Αμεσα η Διοίκηση Αργολίδος πήρε μέτρα αντιμετώπισης της θανατηφόρου επιδημίας. Ορίσθηκαν υπεύθυνοι επιστάτες υγείας και γιατροί σε Ναύπλιο, Σπέτσες, Υδρα, Μέρμπακα, Αργος, Χέλι κλπ, (εκτός από το Λυγουριό).
Στο Ναύπλιο ο έκτακτος επίτροπος (Νομάρχης) Αργολίδος Νικόλαος Καλλέργης διέταζε την 11 Μαϊου τους κατοίκους Ναυπλίου να κλείσουν καφενεία, λουτρά, κουρεία, τελάλικα (τότε σχολεία δεν υπήρχαν), αλλα και την προσωρινή παύση της θείας λειτουργία στις εκκλησίες.
Την ίδια ημέρα έγραφε στον Καποδίστρια: «Ενταύθα δια προκηρυξεώς μου έκλεισα όλα τα δημόσια μέρη εις τα οποία συναθροίζονται οι πολίτες, επαύθη του να συνάζεται ο λαός εις τας εκκλησίας ,εις τας οποίας να ψάλεται η προς τον Θεόν οφειλόμενη λατρεία από μόνους τους ιερείς εκάστης ενορίας, διέταξα έκαστον εφημέριον να επισκέπτεται καθημερινά τας οικίας των ενοριτών του και να με ειδοποιή περί της καταστάσεως της υγείας εκάστης οικίας, δια να πληροφορείται η υγιειονομική επιτροπή ακριβέστερον. έκλεισα διόλου την πύλην της ξηράς και με την πλέον αυστηράν προφύλαξιν γίνεται η είσοδος των αναγκαίων τροφίμων δια θαλάσσης και εν γένει έπραξα όσα ημπορούν να με βεβαιώσουν περί της υγείας αυτής της πόλεως και όσα ημπορούν να με φέρουν εις θέσιν του να γνωρίζω κάθε ημέραν την κατάστασιν της υγείας. Εις όλα ταύτα χρεωστώ να ομολογήσω ότι εύρον και την απαιτουμένην ευπήθειαν εις τον λαόν και όλην την προθυμίαν και συνέργειαν εκ μέρους των εγκριτωτέρων της πόλης».
Την ιδια ημέρα έγραφε και στον έκτακτο έφορο υγείας Υδρας Β.α. Καποδίστρια: «ενταύθα έκλεισα όλα τα δημόσια μέρη, εις τα οποία συναθροίζονται οι πολίται,έπαυσα το να συνάζεται ο λαός εις τας εκκλησίας, εις τας οποίας να ψάλλεται η προς τον ύψιστο οφειλομένη λατρεία,από μόνους τους ιερείς της εκκλησίας»
Ο φρούραρχος επίσης Κάρολος Εϋδεκ διέταζε την ίδια ημέρα το κλείσιμο της πύλης της ξηράς καθώς και το φρούριο, ενώ μια βάρκα με μίαν «φυλακήν» θα επόπτευε μεταξύ των προμαχώνων της ξηράς και του Αιγιαλού και εμπόδιζε κάθε ξένο πλεούμενο να πλησιάζει το φρούριο.
Επίσης τα κανόνια από το Παλαμήδι σημάδευαν «τους προμαχώνας της στερεάς και του αιγιαλού, έτοιμα να βυθίσουν όποια ψαράδικα καϊκια όπου ήθελαν πλησιάσουν περισσότερον από πενήντα βήματα εις την ξηράν».
Αλλες διαταγές όριζαν το Μπούρτζι να χρησιμεύση ως καθαρτήριον για ύποπτα κρούσματα, αλλα και την κατεδάφιση ολων των καλύβων που υπήρχαν στο λιμάνι και «περί τον ναόν του Αγίου Νικολάου».
Τελικά η πανώλη σκότωσε 51 πολίτες στο Αργος, 42 στην Πρόνοια και στις καλύβες εξω από το Ναύπλιο, 19 στο Χέλι, 17 στο Μέρμπακα, 21 στο Λυγουριό.
Ιδιαίτερα και μόνο στο Λυγουριό δεν τοποθετηθηκε από τις αρχές κανένας επιστάτης υγείας και υπεύθυνος γιατρός. Οταν εμφανίσθηκε η πανώλη στο Λυγουριό, άλλα προβλήματα και έντονα πολιτικά πάθη είχαν ήδη δηλητηριάσει και διαιρέσει την τοπική κοινωνία των 40 τότε οικογενειών, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της θανατηφόρου απειλής. Αλλα και όταν ο εκτακτος επιτροπος Ν. Καλλέργης πληροφορήθηκε ότι πέθαναν τέσσεροι κάτοικοι με συμπτώματα πανώλης έστειλε διερευνητικά στο Λυγουριό [για λίγες μόνο ώρες], τον έκτακτο επιστάτη υγείας Χελιού Γεράσιμο Κώπα και τον γιατρό Νικόλαο Φωτεινό την 18 Μαϊου, αλλά και τον Γάλλο γιατρό Δουμών την 22 Μαϊου, αυτοί αποφάνθηκαν ότι τα συμπτώματα δεν ήταν πανώλη,αλλα απλή «φλογιστική θέρμη» και διέταξαν τον παπα Γιώργη Καυτάνη «να καταγιάζη όλους τους χωρικούς».
Σε πολυσέλιδη επιστολή στον Νικόλαου Καλλέργη ο Κώπας ανέφερε αναλυτικά τις εικόνες του από τους ασθενείς του Λυγουριού και κατέληγε: «Δόθησαν είς τούς κατοίκους του χωρίου μερικάς ύγιειονομικάς πληροφοριακάς όδηγίας καί έπιστρέψαμεν είς τά ίδια,πεποισμένοι,ότι ή φύσις τής διαφημισθήσης νόσου ήτον μακράν άπό έκείνην τής όλέθριας πανώλης καί οί άποθανούσες πιθανότερον άπό στέρησιν περιποιήσεως άπέθανον».
Και ενώ οι κάτοικοι του χωριού δύσπιστοι και φοβισμενοι από τους συνεχούς θανάτους άφησαν τα σπίτια τους και σκόρπισαν στην ύπαιθρο, ο εκτακτος επίτροπος Καλλέργης σε έγγραφό του στον Καποδίστρια λοιδορούσε την παράλογη φοβική συμπεριφορά των Λυγουριατών: «Ή μεγάλη δηλία ήτις κατέβαλεν τους χωρικούς τους κάμνει να παρατηροῦν όποιονδήποτε συγγενή, άμα άσθενήση ύποπτεύοντες κάθε άσθένεια ως πανώλη…»,. Την Κυριακή 27 Μαϊου 1828 ο Καλλέργης επαναλάμβανε και στον Ιωάννη Κωλέτη: «είς το Λιγουρίον διεφημίσθη μέν ότι είσεχώρησε μίασμα πανώλης, με έπληροφόρησαν δε μετά βεβαιότητος οί έπιστάτες κύριος Γ.Κωπάς και ό ίατρός Φωτεινός ότι είναι όλος διόλου ψευδή τά διαφημισθέντα».
Οι κάτοικοι του Λυγουριού τελικά υποχρεώθηκαν -μόνοι από όλην την Αργολίδα- να πληρώσουν την παρουσία του ιδιώτη γιατρού Δ. Γκλάβα ο οποίος και εντόπισε την πανώλη, αλλά ακόμη και τότε ο Καλλέργης έγραφε στον Γ. Κώπα: «Η οικονομία όμως δεν με συγχωρεί να άποστείλω έντεύθεν ούτε ίατρόν, ούτε μόρτας, ένω μάλιστα δεν είναι παντελώς βεβαιότητας περί του αν ύπάρχει πανώλης έκεί».
Τελικά το διάστημα μέσα Μαϊου έως 2 Ιουλίου 1828 στο Λυγουριό πέθαναν 21 πολίτες από πανώλη, που αντιστοιχούσε στο 10% του πληθυσμού χωριού (το μεγαλύτερο ποσοστό στην Αργολίδα), χωρίς στο επίσημο αυτόν αριθμό να περιλαμβάνονται και οι υποπτοι θάνατοι που προηγήθηκαν του συγκεκριμένου διαστήματος, από τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου.
Η πανώλη γιατρέφθηκε, τα πολιτικά όμως πάθη συνέχισαν δυστυχώς για πολλά ακόμη χρόνια να διχοστατούν την κοινωνία του Λυγουριού.