ΠολιτισμόςΑρχείο

Μύθοι και πραγματικότητα για την περίφημη Αργείτικη ασπίδα

Ένα από τα σημαντικότερα όπλα των αρχαίων Ελλήνων υπήρξε η «Αργείτικη Ασπίδα», ο τύπος της οποίας έκρινε σημαντικές μάχες μέχρι που αντικαταστάθικε από τους Μακεδονικούς «θυρεούς» και μετέπειτα απ τους Ρωμαϊκούς. Ο τύπος της ασπίδας αυτής έκανε την εμφάνισή του με την νέα του τροποποιημένη μορφή τον 5ο π.Χ. αιώνα και αποτελούσε συνέχεια του τύπου που έφεραν οι Δωριείς στην Ελλάδα το 1050 π.Χ. Η ασπίδα αυτή αποτέλεσε τον πλέον χαρακτηριστικό τύπο ελληνικής ασπίδας δεδομένου ότι ήταν η ασπίδα που χρησιμοποιήθηκε κατά τους περσικούς πολέμους με το όνομα «όπλον».

Το σχήμα της ήταν στρογγυλό και η αποστολή της ήταν πέραν της προστασίας του κατόχου της οπλίτη να προστατεύει με την προέκτασή της αριστερά και το δεξιό ακάλυπτο πλευρό του συμπολεμιστή του κατά την διάρκεια του σχηματισμού της οπλιτικής φάλαγγας. Ήταν ολόκληρη από χαλκό, είχε σχήμα κοιλόκυρτο η διάμετρός της ήταν από 80 εκ. έως 1.00 μ. και έφερε περιμετρική στεφάνη που τελείωνε σε νεύρωση -άντυγα- για μεγαλύτερη αντοχή, και επενδυόταν εσωτερικά με τεμάχια λεπτού ξύλου γύρω από το κέντρο και χονδρύτερα προς την στεφάνη τα οποία με την σειρά τους επενδύονταν με βόειο δέρμα. Για την κράτησή της έφερε εσωτερικά και έκκεντρα κατακόρυφη μεταλλική ταινία το όχανο πάνω στην οποία στηριζόταν η κυλινδρική λαβή ο πόρπαξ για τον βραχίονα, κοντά δε στην περιφέρεια υπήρχε η αντιλαβή για την παλάμη, το όλο δε σύστημα αποδίδεται με επιφύλαξη στους Κάρες.

Ας μην ξεχνάμε πως οι Αργείοι εθεωρούνται από πολλούς συγγραφείς ως γηγενείς, οπότε δεν θα πρέπει να μας ξενίζει το γεγονός πως μπορεί να δανείστηκαν το σχήμα της ασπίδας από ένα προελληνικό φύλο.

Αργείτικη ασπίδα

 

Όμως τα μυστήρια της Αργείτικης ασπίδας συνεχίζονται. Σύμφωνα με έρευνα, η Ακρόπολη Ασπίδα, βρίσκεται στον λόφο της Ασπίδας ή του Φορονέα όπως την αποκαλούν, απέναντι από τον ναό της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης και πιθανόν να έμεναν εκεί οι βασιλείς του Άργους. Βορειοανατολικά του λόφου υπάρχει μια ανοιχτή υπόγεια οδός πού λέγεται πώς ήταν δεξαμενή πού ανάγεται στον Δαναό ή πώς εκεί βρισκόταν ο υπόγειος θάλαμος της Δανάης την οποία επισκέφθηκε ο Δίας με μορφή χρυσής βροχής και από τόν οποίο απέκτησε τόν Περσέα.

Ο Άβας ήταν ο πρώτος που έτρεξε στον πατέρα του και τον πληροφόρησε για τον θάνατο του Δαναού και ήταν τόση η χαρά του Λυγκέα στο άκουσμα αυτό που δώρισε στον γιό του την ασπίδα που όπως λέγεται πρώτος αυτός κατασκεύασε αφού θεωρείτε και ο εφευρέτης της. Ο Άβας την κρέμασε στο ιερό της Ήρας και καθιέρωσε αγώνες τα γνωστά Ηραία κατά τους οποίους ο νικητής την έπαιρνε και την περιέφερε στην πόλη συνοδευόμενος από πομπή.

Για την ασπίδα αυτή όμως, άλλος λένε ήταν αυτός που την είχε και συγκεκριμένα κάποιος έφηβος που έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της άσπίδος του, η οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, πού την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Άργους.

Ό Λυγκεύς ετόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον γιό του Άβαντα, ο οποίος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι η παρουσία της άσπίδος έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς. Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο σύμφωνα με το οποίο οι νικητές των αγώνων του Άργους ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα. Αυτή την παράδοση περί Αβαντείας άσπίδος χρησιμοποίησε εντέχνως ο Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, που νίκησε τον Αντώνιο στο Άκτιο (31 π.Χ.). Οι θεοί τάχθηκαν τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλάβει την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ο Αινείας φεύγοντας από την Τροία κρέμασε στην πύλη του ναού του Απόλλωνος στο Άκτιο.