Σε πείσμα των καιρών, τ΄ Ανάπλι γιορτάζει σήμερα την επέτειο της απελευθέρωσής του και τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στην ίδρυση και διαμόρφωση του νέου Ελληνικού Κράτους. Ας είνε η σημερινή μέρα το πρώτο άγγιγμα των εκδηλώσεων… ο προάγγελος των εορτασμών που θα ακολουθήσουν για τα 200 χρόνια της ελεύθερης πατρίδας.
Λιτές οι εκδηλώσεις γι αυτή την μεγάλη γιορτή, με σεβασμό σε ό,τι προέχει… στην ανθρώπινη υγεία και στους κανόνες που την διασφαλίζουν…
Ένα μικρό χρονικό του χρόνου της απελευθέρωσης και απλοί χαιρετισμοί… από τους συντελεστές που κάθε χρόνο – τέτοια μέρα – αποτίουν φόρο τιμής και μνήμης ως ηθικό χρέος στους ανθρώπους που ονειρεύτηκαν την ελευθερία και την ακεραιότητα της πατρίδας.
…από τον Δήμαρχο Ναυπλιέων Δημήτρη Κωστούρο,
…από τον Πρόεδρο του Συλλόγου των απανταχού Ναυπλιέων Κωνσταντίνο Κολόκα.
Δίχως άλλες εκδηλώσεις που είναι συνυφασμένες με την απελευθέρωση του Παλαμηδιού και της πόλης του Ναυπλίου, δίχως τον Παλαμήδειο Άθλο…
Όμως, ας είμαστε βέβαιοι πως οι πρωταγωνιστές των γεγονότων που έρχονται σήμερα στην μνήμη μας και τους τιμάμε… είνε παρόντες… και γιορτάζουν μαζί μας για ακόμα μιαν άλλη φορά…
Η κατάσταση στο Ναύπλιο το 1822 και το χρονικό της απελευθέρωσης
Έτος 1822…
… Μετά τα μέσα Σεπτεμβρίου, η κατάσταση στο Ναύπλιο ήταν τραγική. Οι Τούρκοι του Ναυπλίου τρεφόντουσαν με τις σάρκες παντός είδους ακάθαρτων ζώων… ΄΄δεν εφείδοντο ουδέ των πτωμάτων των συμπολιτών αυτών, ους θνήσκοντας εκ της πείνης και των νόσων κατεσπάρασσον εν τοις οδοίς…΄΄.
Περί τα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Δράμαλης που βρισκόταν άπραγος στον Κόρινθο και έτρεμε την οργή του Σουλτάνου για την οικτρά αποτυχία της εκστρατείας του και την επικείμενη παράδοση του Ναυπλίου στους Έλληνες, επιφόρτισε τον έμπιστό του Δελήμπαση Αχμέτ να μεταφέρει από τον Κόρινθο τροφές στο Ναύπλιο, επιχείρηση που στέφθηκε με επιτυχία. Με την ίδια επιτυχία στέφθηκε και η δεύτερη επιχείρηση μεταφοράς τροφών στο Ναύπλιο από τον Δελήμπαση Αχμέτ περί τα τέλη Οκτωβρίου. Ο Δράμαλης τίμησε τον Αχμέτ με δύο ιππουρίδες…
Όμως, η κατάσταση στο Ναύπλιο εξακολουθούσε να είνε ζοφερή για τους κατοίκους.
Ο Κολοκοτρώνης, αφού κατανόησε ότι η φρουρά του Ναυπλίου είχε περιπέσει στο τελευταίο στάδιο της εξασθένησης, μετέβη στα Δερβενάκια, προκειμένου να φυλάξει τα στενά από οποιαδήποτε προσπάθεια των Τούρκων να μεταφέρουν τρόφιμα στο Ναύπλιο.
Στις 27 Νοεμβρίου 1822, οι Τούρκοι του Ναυπλίου παρεκάλεσαν τον διευθύνοντα την πολιορκία του Ναυπλίου Στάικο Σταΐκόπουλο να ειδοποιήσει τον στρατηγό Θεόδωρο Κολοκοτρώνη να επανέλθει ταχέως στο Ναύπλιο για να κάνουν με αυτόν ΄΄τρατάτα΄΄ δηλαδή συνθήκη παράδοσης των φρουρίων.
Ο Κολοκοτρώνης παράγγειλε στον Στάικο να διαβιβάσει στους Τούρκους την επόμενη απάντησή του :
΄΄Σεις ζητείτε τρατάτο. Η δική μου θέλησις είναι να παραδώσητε όλα τα φρούρια και να αφίσητε και το βιό σας και να σας μπαρκάρω εις τα ελληνικά καράβια και σας στείλω όπου θέλετε, αφού μας δώσετε το ενέχυρον. Και αν δεν ακούσετε την θέλησίν μου θα σας πάρουμε με ρεσάλτο και θα σας περάσουμε όλους από το σπαθί΄΄.
Οι στρατιωτικοί του Ναυπλίου όταν άκουσαν την απάντηση του Κολοκοτρώνη έσπευσαν να καλέσουν τον Τσιδάραγα (φρούραρχο) του Παλαμηδίου και τους λοιπούς Αγάδες να κατέβουν στην πόλη και να αποφασίσουν περί του πρακτέου.
Οι κάτοικοι του Ναυπλίου, αφού εξάντλησαν κάθε ελπίδα και υπομονή, εξαγριώθηκαν κατά των διοικούντων τα φρούρια, και αξίωσαν την άμεση παράδοση της πόλης στους Έλληνες.
Ο νέος του Ναυπλίου Μουχαβούζης Αλή Πασάς και ο πρώην Σελήμ Πασάς, τρέμοντας και αυτοί την οργή του Σουλτάνου, προσπαθούσαν να αναβάλουν την παράδοση της πόλης. Συνέλαβαν το σχέδιο να συγκεντρώσουν όσες περισσότερες τροφές μπορούσαν και να αποσυρθούν στο Παλαμήδι όπου, περιμένοντας την βοήθεια του Σουλτάνου, θα μπορούσαν να αντέξουν για έναν περίπου μήνα.
Το σχέδιο αυτό αποφάσισαν να το ανακοινώσουν μόνο στους αρχηγούς της φρουράς του Παλαμηδιού και όχι στους Αγάδες του Ναυπλίου, οι οποίοι, βέβαια, δεν θα ήθελαν να διακινδυνεύσουν τη ζωή των οικογενειών τους.
Έτσι, το πρωί της 29ης Νοεμβρίου 1822 κάλεσαν τους αρχηγούς της Φρουράς στην πόλη του Ναυπλίου για να συσκεφθούν και να αποφασίσουν.
Όμως, ο Φρούραρχος και οι Αγάδες του Παλαμηδιού είχαν μάθει ότι εκείνο το πρωί είχε γίνει συμπλοκή μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων που είχαν ξεκινήσει από τον Κόρινθο και ότι οι Τούρκοι είχαν καταδιωχθεί από τους Έλληνες. Το νέο αυτό διέδωσαν στον Τούρκικο πληθυσμό της πόλης, του οποίου η απελπισία κορυφώθηκε…
Η ιδιαίτερη συνέλευση των αρχηγών των διαφόρων φρουρίων του Ναυπλίου που πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του Μουχαβούζη δεν έφτασε σε κανένα συμπέρασμα μέχρι το βράδυ της 29ης Νοεμβρίου, αφού ο Αλή Πασάς με ισχυρογνωμοσύνη επέμενε στις θέσεις του. Έτσι, κρίθηκε αναγκαίο να διανυκτερεύσουν οι Αγάδες του Παλαμηδιού, την νύχτα της 29ης προς 30η Νοεμβρίου, στην πόλη και να συνεχιστεί η συνέλευση το πρωί της επομένης.
Οι εναπομείναντες στο φρούριο του Παλαμηδιού Τούρκοι, μη βλέποντας τους Αγάδες τους και τον φρούραρχο να επιστρέφουν το βράδυ ανησύχησαν. Αποφάσισαν να κατέβουν στην πόλη, αφήνοντας περίπου εκατό άνδρες για την φρούρηση του Παλαμηδιού. Από αυτούς οι εβδομήντα κατείχαν την Μπαζιριάν-Τάμπια στην οποία μετέφεραν και τις οικογένειες των αξιωματικών του Παλαμηδιού για μεγαλύτερη ασφάλεια. Οι υπόλοιποι διανεμήθηκαν στους άλλους προμαχώνες ανά 5 με 10. Στην Γιουρούς-Τάμπια, που ήταν και η πλέον εκτεθειμένη και από την οποία έγινε η έφοδος των Ελλήνων, ετάχθησαν δώδεκα άνδρες (μεταξύ των οποίων ήσαν και δύο Αλβανοί).
Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 29ης προς την 30η Νοεμβρίου 1822, οι δύο Αλβανοί, συνοδεύοντας μια γυναίκα δήθεν για συλλογή χόρτων, βγήκαν κρυφά από το Παλαμήδι. Ήταν οι ίδιοι δύο Αλβανοί που πριν από 15 ημέρες είχαν έρθει σε συνεννόηση με τον Σταϊκόπουλο για την ελεύθερη αποχώρηση όλων των Αλβανών του Ναυπλίου. Τους συνέλαβε ο Κυδωνιεύς Δημήτριος Μοσχονησιώτης, ο οποίος εκείνη την ώρα έκανε την περιπολία του γύρω από το κάστρο.
Ο Μοσχονησιώτης οδήγησε τους δύο Αλβανούς στην Άρεια που στρατοπέδευε ο αρχηγός της πολιορκίας, Στάικος Σταϊκόπουλος.
Ο Στάικος, αφού πληροφορήθηκε από τους δύο Αλβανούς την κατάσταση που επικρατούσε και την αδυναμία της φρουράς του Παλαμηδιού, έκανε σύσκεψη με τους άλλους αξιωματικούς του και αποφάσισε, ενισχυόμενος από τον Δημήτριο Μοσχονησιώτη και επωφελούμενος από το σκοτάδι και την βροχή που επικρατούσαν εκείνη την νύχτα, να επιχειρήσει την ανάβαση με σκάλες στα τείχη του Παλαμηδιού και την κατάληψή του.
Ο Μοσχονησιώτης, για να διαλύσει κάθε υποψία για την αλήθεια των πληροφοριών που έδωσαν οι δύο Αλβανοί, προσφέρθηκε να είναι ο πρώτος που θα ανέβαινε στην Γιουρούς-Τάμπια.
Αφού έτσι συμφωνήθηκε ο τρόπος της ανάβασης, ο διευθύνων την πολιορκία Στάικος Σταϊκόπουλος πήρε μαζί του τον αδελφό του Αθανάσιο Σταΐκόπουλο, τον Γκουβερνάντη, τον Νικόλαο Μοσχονησιώτη και 350 επίλεκτους και ευσταλείς άνδρες και ξεκίνησε από το στρατόπεδο της Άρειας μέσα στην βροχερή και θυελλώδη νύχτα. Το στρατιωτικό σώμα της εφόδου ακολουθούσαν ο μοναχός από το Άγιο Όρος Παφνούτιος και ο Αργείος βιολιντζής Πορτοκάλης, που έφεραν μαζί τους ξύλινη σκάλα, μήκους περίπου πέντε μέτρων.
Ο Σταΐκόπουλος προσφώνησε με λίγα λόγια τους άντρες του : ΄΄Στρατιώτες του Χριστού και της Πατρίδος, η ημέρα του Αγίου Ανδρέου πρέπει να φωτίσει τους Έλληνας ελευθέρους… εάν το Παλαμήδι φημίζεται ως απόρθητον, η δόξα η οποία θα σας οφείλεται… θα είναι ακόμα λαμπροτέρα… οι γενναίοι, οι εμπνεόμενοι από το αίσθημα της δικαίας ελευθερίας μας, ας ανέβουν πρώτοι μετ΄ εμού το Παλαμήδι΄΄.
Αυτά αφού είπε ο Στάικος, άφησε στη θέση του τον αδελφό του Αθανάσιο Σταϊκόπουλο επικεφαλής 270 ανδρών ως οπισθοφυλακή. Αυτός, με τον Νικόλαο Μοσχονησιώτη και ογδόντα άνδρες, από τους οποίους οι τριάντα ήταν τακτικοί υπό τον Γκουβερνάντη, κατευθύνθηκε προς την ανατολική πλευρά του προμαχώνα Αχιλλέως (Γιουρούς-Τάμπια). Αντιλήφθηκε ότι η φρουρά δεν είχε καταλάβει τίποτα και αποφάσισε την άνοδο. Πρώτος στη σκάλα που τοποθετήθηκε ανέβηκε ο Δημήτριος Μοσχονησιώτης και, αφού σταυροκοπήθηκε, όρμησε στο μικρό φυλάκιο που νωχελής καθόταν Τούρκος φρουρός ασχολούμενος να τρώει φύλλο φραγκοσυκιάς. Ακινητοποιημένος ο Τούρκος ρίχνεται στα πόδια του Μοσχονησιώτη ζητώντας έλεος. Ο Μοσχονησιώτης βγήκε από το φυλάκιο και, φτάνοντας στην κορυφή της σκάλας, κάλεσε τους Έλληνες να ανέβουν το ταχύτερο στο τείχος.
Ο Σταϊκόπουλος με τους πενήντα άνδρες του ανέβηκε στο τείχος άφοβα, έχοντας μαζί του και τον γέροντα Μανώλη Σκρεπετό, κτίστη από το Κρανίδι, που γνώριζε καλά το Παλαμήδι αφού πολλές φορές είχε εργαστεί εκεί και γνώριζε το εσωτερικό του. Οι πενήντα άνδρες που ανέβηκαν με τον Σταϊκόπουλο την σκάλα, έσπευσαν να ανοίξουν την εξωτερική σιδερένια πύλη του προμαχώνα, από την οποία μπήκαν και οι λοιποί τριακόσιοι άνδρες του Γκουβερνάντη και του Αθανασίου Σταϊκόπουλου.
Έτσι κατελήφθη αναίμακτα η Γιουρούς-Τάμπια και οι Έλληνες προχώρησαν στην κατάληψη και των άλλων προμαχώνων, πλην του προμαχώνα Μιλτιάδου (Μπαζιριάν-Τάμπια), στην οποία είχαν εγκλειστεί οι οικογένειες των αξιωματικών του Παλαμηδιού. Μετά από συνεννοήσεις, ο Σταϊκόπουλος έπεισε αυτούς να κατέβουν ανενόχλητοι στην πόλη και να ενώσουν τις τύχες τους με τους λοιπούς Τούρκους της πόλης. Ακόμα, να τους πείσουν και αυτούς να παραδοθούν άνευ όρων στους Έλληνες και να είναι βέβαιοι για την ασφάλεια της ζωής και της τιμής αυτών και των οικογενειών τους.
Όταν οι Τούρκοι αντελήφθησαν ότι οι Έλληνες είχαν καταλάβει τους προμαχώνες του Παλαμηδιού, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και άρχισαν να κατεβαίνουν από τα δυτικά σκαλιά στην πόλη.
Οι Τούρκοι της πόλης ξύπνησαν από τον θόρυβο των κατερχομένων από το Παλαμήδι Τούρκων και βγήκαν στους δρόμους ΄΄θρηνούντες και κοπτόμενοι΄΄, αναλογιζόμενοι τις συνέπειες της εκδίκησης των Ελλήνων.
Ξημερώνοντας, οι Έλληνες έστρεψαν τα πυροβόλα και άρχισαν να κανονιοβολούν την πόλη και την Ακροναυπλία.
Όταν έγινε κύριος του Παλαμηδιού ο Σταϊκόπουλος, έσπευσε με έφιππους ταχυδρόμους να ανακοινώσει την κατάληψή του στην Κυβέρνηση που βρισκόταν στην Ερμιόνη και στον αρχηγό του, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, που βρισκόταν στα Δερβενάκια…
Ο Κολοκοτρώνης, όταν άκουσε από τα Δερβενάκια τους νυχτερινούς πυροβολισμούς, κατάλαβε ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε στο Ναύπλιο. Ανέβηκε στο άλογό του και συνοδευόμενος από τον Νικηταρά και άλλους οπλαρχηγούς ξεκίνησε για το Ναύπλιο. Στο δρόμο, συνάντησε τον έφιππο ταχυδρόμο του Σταϊκόπουλου, ο οποίος τον πληροφόρησε για τα γεγονότα.
Όταν ο Κολοκοτρώνης έφτασε νωρίς το πρωί στο Παλαμήδι, έγραψε την παρακάτω επιστολή προς τους κατοίκους του Ναυπλίου και την έστειλε με τον υπασπιστή του :
΄΄Από μέρους του Αρχιστρατήγου Θ. Κολοκοτρώνη και των λοιπών οπλαρχηγών της Πελοποννήσου.
Προς άπαντας τους Οθωμανούς, ευρισκομένους εντός του φρουρίου και της πόλεως Ναυπλίου.
Σας προσφέρομεν τον χαιρετισμόν μας. Ιδού ο Θεός του Παντός μας έδωσε το Παλαμήδιον υπό την κυριαρχίαν μας και σας προσκαλούμεν εις τρεις ώρας να μας παραδώσητε το φρούριον και τον Ίτς-καλέν. Τουναντίον θέλετε γίνει ανάλωμα του πυρός και των κανονιών και δεν το επιθυμούμεν.
1822 Νοεμβρίου 30, 2 ώρας της ημέρας.
Θ. Κολοκοτρώνης και λοιποί΄΄
Οι κάτοικοι του Ναυπλίου θορυβήθηκαν, επισκέφθηκαν το σπίτι που εκρατούντο τα μέλη της Ελληνικής Επιτροπής παραλαβής των φρουρίων και ενημέρωσαν τον Επίσκοπο Βρεσθένης.
Ο Φρούραρχος του Ναυπλίου, διάβασε την επιστολή και παράγγειλε στον Κολοκοτρώνη ΄΄να μιλήσουμε, να συνθηκάρουμε και τότε να συμφωνήσουμε να παραδώσουμε το κάστρο΄΄.
Ο Κολοκοτρώνης παράγγειλε στην Επιτροπή να ειδοποιήσει τον Αλή-Πασά ΄΄όπως αποστείλει άνευ αναβολής τους αντιπροσώπους του εις Παλαμήδιον προς συνεννόησιν περί του τρόπου και των όρων της παραδόσεως των φρουρίων΄΄.
Οι Έλληνες που μπήκαν στο Παλαμήδι, γνώριζαν ότι από την εποχή των Ενετών υπήρχε στο Παλαμήδι αρχαίος ναός στο όνομα του Αγίου Ανδρέα.
Αφού πήραν μαζί τους τον Μανώλη Σκρεπετό, ανακάλυψαν ενθουσιασμένοι ίχνη του ιερού ναού και αφού καθάρισαν τον ιερό τόπο, ετέλεσαν δοξολογία το μεσημέρι της 30της Νοεμβρίου, χοροστατούντος του ιερέως Γεωργίου Βελίνη.
Η ύπαρξις του ναού του Αγίου Ανδρέου στο Παλαμήδι από την εποχή των Ενετών μαρτυρείται από την Αθηναϊκή παράδοση περί του Λεονάρδου Ταρωνίτου. Από αυτήν προκύπτει ότι η σύζυγος του Ταρωνίτου φρουράρχου του Παλαμηδιού, κατά την τελευταία άλωσή του από τους Τούρκους το 1715 ΄΄με τα φλουριά και με τα παιδιά της κρύφτηκαν στην εκκλησιά του Αγίου Ανδρέα΄΄. Αυτό, άλλωστε, υπαινίσσεται και ο Μάνθος Ιωάννου που αφηγήθηκε αυτήν την άλωση με το εξής δίστιχο :
΄΄Μαντάμες έβγαλαν πολλές κι αυτόν τον Καστελάνο
΄πο μέσα από την Εκκλησιά, πούταν΄ στο Κάστρο απάνω΄΄
Πολλοί από τους κατοίκους της Άρειας, του Άργους και των γύρω περιοχών, όταν άκουσαν ότι το Παλαμήδι κατελήφθη από τους Έλληνες, έτρεξαν από προμαχώνα σε προμαχώνα πυροβολώντας και ψάλλοντας :
΄΄Όλα τα κάστρα κι αν χαθούν και όλα κι αν ριμάξουν
Το Παλαμήδι τώμορφον Θεός να το φυλάξη΄΄
Αφού ήρθαν σε συνεννόηση, με την παρέμβαση της Επιτροπής παραλαβής των κάστρων, οι Τούρκοι Πασάδες του Ναυπλίου έστειλαν στο Παλαμήδι αντιπροσωπεία από τους προύχουντες της πόλης για την διαπραγμάτευση των όρων παράδοσης.
Ο Κολοκοτρώνης υποδέχθηκε φιλοφρόνως τους απεσταλμένους και τους είπε λακωνικότατα ότι ΄΄τους χαρίζει την ζωήν, να παραδώσουν τα φρούρια και να μπαρκαρισθούν στα Πέντ΄ Αδέλφια με δύο αλλαξές ρούχα΄΄.
Οι απεσταλμένοι Μπέηδες του Ναυπλίου κατέβηκαν στην πόλη και διευθύνθηκαν στην οικία του Μουχαβούζη Αλή-Πασά, ο οποίος κάλεσε όλες τις αρχές και τους προκρίτους της πόλης και τους ανακοίνωσε τις προτάσεις του Κολοκοτρώνη. Όλοι τις απεδέχθησαν.
Όσοι από τους προκρίτους γνώριζαν γράμματα συνέταξαν σχέδιο της παραδόσεως του Ναυπλίου, το οποίο σώζεται και υπεγράφη από τον Κολοκοτρώνη και όλους τους Οθωμανούς, πλην του εν ενεργεία Φρουράρχου Αλή-Πασά και του πρώην Φρουράρχου Σελήμ-Πασά.
Από τα έντεκα άρθρα της Συνθήκης Παράδοσης, ο Κολοκοτρώνης διέγραψε το ένατο (θ΄), το οποίο προέβλεπε την αποχώρηση των Τούρκων με τα όπλα τους.
Αντίγραφο της Συνθήκης απέστειλε ο Κολοκοτρώνης την επομένη, 1η Δεκεμβρίου 1822, στην τότε Ελληνική Κυβέρνηση που βρισκόταν στην Ερμιόνη, με επιστολή του η οποία σώζεται.
Αυθημερόν ο Πρόεδρος του Εκτελεστικού ανακοίνωσε στο Πανελλήνιον την χαρμόσυνη είδηση της απελευθέρωσης του Παλαμηδιού και την επικείμενη παράδοση του Ναυπλίου, που κατά τον Γάλλο Ναύαρχο De la Graviere εθεωρείτο το Παλλάδιον της Ελληνικής ανεξαρτησίας… το
Γιβραλτάρ της Ελλάδος…
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης, ο Κολοκοτρώνης διέταξε τους Αγαμέμνονα Αυγερινόν, Ιατρόν, Ιωσήφ Δούκα Σάμιον, Ιατρόν και τον υπασπιστή του Φωτάκο Χρυσανθόπουλο να κατέβουν στην πόλη και να πάρουν τα κλειδιά των φρουρίων. Η Επιτροπή αυτή αφού κατέβηκε στο Ναύπλιο, οδηγήθηκε στον οικία του Αλή-Πασά (που αργότερα περιήλθε στον Εμμ. Ξένον και στην οποία κατοίκησε και ο Κυβερνήτης της Ελλάδος Ι. Καποδίστριας κατά την πρώτη άφιξή του στο Ναύπλιο).
Ο Αλή-Πασάς παρέδωσε τα κλειδιά των φρουρίων στους απεσταλμένους του Κολοκοτρώνη με αυτά τα λόγια : ΄΄πάρτε τα κλειδιά και δόστε τα του αρχηγού Σας και πέστε του να λυπηθή του Θεού τα πλάσματα΄΄.
Οι απεσταλμένοι, αφού παρέλαβαν τα κλειδιά και χαιρέτισαν τον Πασά επανήλθαν στο Παλαμήδι και τα έδωσαν στον Κολοκοτρώνη, ο οποίος έσκυψε και τα ασπάστηκε με δάκρυα…
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας 3ης Δεκεμβρίου, ο Κολοκοτρώνης ακολουθούμενος από τους οπλαρχηγούς και σώμα οπλοφόρων, κατέβηκε στην Ακροναυπλία, όπου τοποθέτησε φρουρά από 50 άνδρες. Στην συνέχεια, πέρασε από την πύλη του Σαγρέδου κι έφτασε στην πόλη καταλαμβάνοντας όλους τους προμαχώνες, τα δημόσια κτήρια και τις Πύλες του Ναυπλίου. Έδωσε διαταγή να μην επιτραπεί η είσοδος σε κανέναν, αφού με την είδηση της κατάληψης είχαν συρρεύσει από παντού άτακτοι στρατιώτες για λαφυραγώγηση. Ο Κολοκοτρώνης το βράδυ εκείνο κατέλυσε στην οικία του Νουμάν-Μπέη, κοντά στον μεγάλο στρατώνα.
Μετά από λίγες ημέρες, περίπου 3.250 Τούρκοι επιβιβάστηκαν σε ελληνικά πλοία και μεταφέρθηκαν στην Σκάλα Νόβα της Μικρασίας αντί ναύλου 110.000 γροσίων. Παράλληλα, περίπου τετρακοσίους από τους προκρίτους της πόλης παρέλαβε ο Άγγλος Μοίραρχος Άμιλτων επί του Αγγλικού πολεμικού πλοίου ΄΄Καμβρίας΄΄ και τους μετέφερε στην Σμύρνη.
Με διαταγή του Κολοκοτρώνη, τα έπιπλα και τα πολύτιμα αντικείμενα των Οθωμανών συγκεντρώθηκαν για ασφαλή φύλαξη στο Οθωμανικό Τέμενος (Τζαμί) απέναντι από τον Στρατώνα. Επιτηρητή όρισε ο Κολοκοτρώνης τον έμπιστό του πρώτο Γραμματέα Μιχαήλ Οικονόμου, ο οποίος και τα διένειμε δίκαια στους πολιορκητές.
Μετά την απελευθέρωση του Παλαμηδιού και της πόλης του Ναυπλίου. η Κυβέρνηση, που από την εισβολή του Δράμαλη είχε αποσυρθεί στην Ερμιόνη, αναγκάστηκε να διορίσει τον Πάνο Κολοκοτρώνη (γιό του Αρχιστράτηγου) Φρούραρχο του Ναυπλίου. Επίσης, απέστειλε στο Ναύπλιο τριμελή Επιτροπή που αποτελούσαν ο Ιωάννης Ν. Λαζάρου, ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος και ο Αναγνώστης Μοναρχίδης, οι οποίοι εξ ονόματος της Κυβερνήσεως, ανάθεσαν την διοίκηση των φρουρίων σε Υδραίους και Σπετσιώτες πλοιάρχους, ειδικούς στον χειρισμό των πυροβόλων.
Στις 8 Ιανουαρίου 1823 και αφού αποκαταστάθηκε η τάξη στην πόλη, το Βουλευτικό εξέδωσε το επόμενο Θέσπισμα :
΄΄Αριθ. 21
Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος
Ο Πρόεδρος του Εκτελεστικού
Διακηρύττει ότι
Επειδή κατά την παρ. ρβ΄ του Οργανικού Νόμου της Επιδαύρου έχει το δικαίωμα η Διοίκησις να μεταλλάσση τον τόπον διατριβής κατά την χρήσιν, και
Επειδή το Ναύπλιον είναι κατά πάντα αρμόδιος τόπος να ενδιατρίβη η Διοίκησις.
Το Βουλευτικόν εθεσπίσατο και το Εκτελεστικόν επικύρωσε τάδε.
Α. Η προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος προσδιορίζει την διατριβήν της εις Ναύπλιον.
Β. Δι΄ όλα τα μέλη της Διοικήσεως προσδιορίζει την διατριβήν των εις Ναύπλιον.
Γ. Οι μινίστροι εφ΄ όσον εκάστω ανήκει να ενεργήσωσι τον παρόντα Νόμον, όστις δημοσιευθείς καταχωρισθήσεται εις τον Κώδηκα των Νόμων.
Εν Ερμιόνη τη 18 Ιανουαρίου 1823 και γ΄ της ανεξαρτησίας
Εν απουσία του Προέδρου
Ο Αντιπρόεδρος Ο Αρχιγραμματεύς κλπ
Ιωάννης Ορλάνδος Θ. Νέγρης΄΄
Σελίδες 229 – 244 από την ΄΄ΝΑΥΠΛΙΑ΄΄ του Μιχαήλ Λαμπρυνίδου
Κάπως έτσι συνέβησαν τα γεγονότα της απελευθέρωσης του Παλαμηδιού και του Ναυπλίου…
Με την ιστορική ματιά του Λαμπρυνίδου και όσων έγραψαν την ιστορία της απελευθέρωσης του Ναυπλίου και της Ελλάδας.
Αρκετοί μελετητές της ιστορίας έχουν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους για λεπτομέρειες της αφήγησης των γεγονότων, επικαλούμενοι και άλλες πηγές…
Όμως, η ιστορική αλήθεια ας αναζητηθεί στα αποτελέσματα και την επίδραση που είχε η απελευθέρωση του Ναυπλίου στην πορεία ίδρυσης του νεοελληνικού Κράτους…
Στην επίδραση που είχε η Ελληνική Επανάσταση σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η ιστορική μνήμη και συνείδηση είνε εκείνες που γράφονται ανάλογα με τον τρόπο θέασής τους, προσδιορίζουν και ενώνουν τους προηγούμενους με τους σημερινούς και τους επόμενους… είνε εκείνες που καθώς πλανώνται στον αέρα χαράζουν τα κοινά στοιχεία που δένουν τους ανθρώπους με δεσμούς άρρηκτους… με ιδιαίτερες και κοινές αξίες…
Θ. Σ, Σπαντιδέας
Ναύπλιο 27 Νοεμβρίου 2020
(με τις ολόθερμες ευχαριστίες μου στον μαέστρο Θεοδόση Αντωνιάδη και στον τενόρο Ευάγγελο Ζερβόπουλο που πλαισίωσαν τον πανηγυρικό με την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού, την μουσική επένδυση του Γιάννη Μαρκόπουλου και τους στίχους και την σύνθεση του Θεοδόση Αντωνιάδη.
Το τέλος του πανηγυρικού για την απελευθέρωση της πόλης μας, μάς βρίσκει φέτος σε απόσταση αλλά ενωμένους και δυνατούς… για να φοβίσουμε τον φόβο…
Ευχαριστίες σε όλους εκείνους που βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή… στον Δήμαρχο Δημήτρη Κωστούρο που αγκαλιάζει τις προσπάθειές μας, στην Πρόεδρο του ΔΟΠΠΑΤ Μαρία Ράλλη που ΄΄ανάγκασε΄΄ τον Δημοτικό Οργανισμό να ΄΄πετάξει΄΄, στον Πρόεδρο Κώστα Κολόκα που συμπορεύεται μαζί μας… και στο Δ. Σ. του Προοδευτικού Συλλόγου Ναυπλίου΄΄Ο ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ΄΄)