Ο χώρος, που σήμερα βρίσκονται τα Άνω Δολιανά, στην αρχαιότητα υπαγόταν στην Τεγέα. Είναι γνωστά τα λατομεία του υπόλευκου μαρμάρου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή πολλών ονομαστών ναών της Πελοποννήσου (της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα, του Διός στην Ολυμπία, στην Επίδαυρο κ.άλ.) Σύμφωνα με τον κορυφαίο αρχαιολόγο Κ. Ρωμαίο τα λατομεία των Δολιανών είναι αρχαιότερα από αυτά της Πεντέλης. Κατάλοιπα των αρχαίων λατομείων στα Δολιανά είναι και οι χαρακιές από τις ρόδες των κάρων που τα μετέφεραν, που σώζονται μέχρι σήμερα.
Το χωριό Δολιανά έγινε οικισμός κατά τον μεσαίωνα άγνωστο πότε. Κατά την παράδοση οι πρώτοι κάτοικοι ήταν αρβανίτες χριστιανοί από την Ήπειρο. Σ΄ αυτό συνηγορεί η ύπαρξη δισύλλαβων επιθέτων και κοινών με τα Δολιανά των Ιωαννίνων, όμως τέτοια επίθετα υπάρχουν διάσπαρτα σε όλη την χώρα. Επίσης σ΄ αυτό συμβάλλει και η παράδοση, ότι στην ιστορική μάχη των Δολιανών ντόπιοι πολεμιστές γνώριζαν τα αλβανικά που μιλούσαν οι Αλβανοί μισθοφόροι του Κεχαγιάμπεη και ενημέρωναν για τις κινήσεις τους τον Νικηταρά. Στα Δολιανά κατέφυγαν άτομα που διώκονταν σε διάφορες περιόδους της τουρκοκρατίας , σύμφωνα με οικογενειακές παραδόσεις, πράγμα που επιβεβαιώνει ο Μ. Σακελλαρίου στο βιβλίο του «Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν τουρκοκρατίαν (1715-1821)»
Η παλαιότερη επίσημη αναφορά είναι η Ενετική απογραφή του 1700: «χορίον Δολιανά ευφημέριος παπά Γρηγόριος εκκλησίες δύο Παναγία και Άγιος Ιωάννης δεν έχουν τίποτα (από περιουσία)».
Στην δε απογραφή του 1828 αναφέρεται: «Κωμόπολις Δολιανών περιέχει η κωμόπολις αυτή οικογενείας έως 140, ιερέα ένα, ναόν ένα, της κοιμήσεως της Θεοτόκου μήκους πηχ. 18 και εύρους πηχ. 9 είναι οικοδομή 18 ετών στερεά και ωραία δια την εκ μαρμάρων κατασκευήν της καθότι οι λίθοι της κωμοπόλεως ταύτης και οι απέναντι αυτής όρους είναι ως επί το πλείστον μέταλλο μαρμάρου λευκότατον και καθαρού. (λέγεται να βρίσκεται αύτοθι και αλαβάστρινος λίθος). Και τούτο δε, του ναού η έσωθεν διακόσμησις επυρπολήθη υπό των εχθρών. Έχει δε και τρείς άλλους ναούς ευτελείς εν τω πεδίου άστρους, όπου παραχειμάζουν οι εγχώριοι…». Ο καθηγητής αρχιτεκτονικής του Α.Π.Θ. Κ. Αργύρης Πετρονιώτης αναφέρει ότι η ανέγερση, που έγινε στα 1810 επί Βελή πασά, γιου του Αλή πασά των Ιωαννίνων,που επέτρεπε το κτίσιμο των εκκλησιών, αν προϋπήρχε ναός. (γεγονός που επιβεβαιώνει η ενετική απογραφή).
Αναφορά, επίσης, υπάρχει στα 1779: Ο Καπουδάν πασάς (διοικητής του τουρκικού στόλου), με απόφαση του σουλτάνου Μόρα Βαλεσή (πασά της Πελοποννήσου), εκστράτευσε από κοινού με τους προεστούς και τους κλέφτες για να χτυπήσει τους τους Τουρκαλβανούς στην Τριπολιτσά, (τη μάστιγα του Μωριά, μετά το αποτυχημένο κίνημα του 1770), αποβιβάστηκε στους Μύλους, επήγε στα Δολιανά, στρατοπέδευσε, και από εκεί έκανε την επίθεση στη Τριπολιτσά.
Αρκετά χρόνια πριν την Επανάσταση, πιθανότατα πριν το 1800, ιδρύεται και λειτουργεί η Σχολή των Δολιανών. Σ΄αυτήν εδίδαξε ο, ύστερα Επίσκοπος Ανδρούσης, Ιωσήφ, όπως αναφέρει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του.
Πρώτος Δολιανίτης, που αναφέρεται στον κατάλογο των Φιλικών είναι ο Μητρομάρας ή Δημήτριος Αναγνωστόπουλος κατηχηθείς από τον Αναγνώστη Κοντάκη, προεστό του Αγίου Πέτρου, στις 21/5/1819.
Στα Δολιανά, η Επανάσταση κηρύχθηκε στις 24 Μαρτίου 1821 και διορίστηκε από τον Κοντάκη οπλαρχηγός των Δολιανιτών ο Μητρομάρας και άμεσα πήραν μέρος στη συγκρότηση του στρατοπέδου στα Βέρβενα .
Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΔΟΛΙΑΝΩΝ (18 ΜΑΪΟΥ 1821)
Λίγες μέρες μετά τη νίκη των επαναστατών στο Βαλτέτσι (12 και 13 Μαΐου 1821) οι Οθωμανοί εκστρατεύουν για να διαλύσουν το στρατόπεδο των Βερβένων. Η δύναμη, ισχυρή, χωρίζεται σε τρία τμήματα. Το πρώτο από το Μάνεσι (Ψηλή Βρύση ,σήμερα) προχωρεί να αποκλείσει το στρατόπεδο από δυτικά.
Το δεύτερο, η κύρια δύναμη, με επικεφαλής τον Μουσταφά-μπέη (Κεχαγιά, δηλαδή αναπληρωτή του Χουρσίτ πασά, γνωστό και ως Κεχαγιάμπεη) κατευθύνεται μέσω Δολιανών προς τα Βέρβενα. Το τρίτο προχωρά προς το Δραγούνι, διαλύει το, εκεί, φυλάκιο σκοτώνοντας τον επικεφαλής Γεωργάκη Διγενή και τους περισσότερους από΄την ολιγάριθμη φρουρά και συνεχίζει για να αποκλείσει τα Β,ερβενα από ανατολικά.
Τα Δολιανά αποτελούσαν τότε ένα απλό στρατιωτικό φυλάκιο. Καθώς βρίσκονταν στον ορεινό δρόμο που οδηγούσε από τα Βέρβενα στο Άργος.
Αυτό το δρόμο είχε επιλέξει ο Νικήτας Σταματόπουλος ή Νικηταράς με 120-150 παλικάρια με εντολή να ενισχύσει την πολιορκία του Ναυπλίου. Το πρωί της 18ης Μαΐου βλέποντας τους Τούρκους να ανηφορίζουν προς το χωριό γυρίζει πίσω από το ξωκλήσι του Αγιάννη και σε συνεννόηση με τον Δολιανίτη οπλαρχηγό Μητρομάρα, αποφάσισαν να οχυρωθούν σε δεκατρία σπίτια του χωριού μπροστά και εκατέρωθεν του ρέματος του Τσάκωνα. Στη δύναμη του Νικηταρά προστίθενται οι Δολιανίτες μικροκαπετανέοι Ηλίας Κωνσταντόπουλος ή Λιάπης και ο Κώστας Καρζής με οπλισμένους κατοίκους του χωριού και η φρουρά του φυλακίου στελεχωμένη από ντόπιους και Αγιοπετρίτες. Σύνολο περίπου 300 πολεμιστές. Ο Νικηταράς οχυρώνεται στο σπίτι του Χριστοφίλη (το σημερινό μουσείο « το ταμπούρι του Νικηταρά») και ο Μητρομάρας στο σπίτι του Καραμήτρου.
Ο Κεχαγιάμπεης εγκατέστησε το αρχηγείο του στην εκκλησία του Αγίου Γιώργη (παρ΄ ότι η συγκεκριμένη εκκλησία δεν αναφέρεται στις απογραφές του1700 και 1828, είναι επιβεβαιωμένο ότι υπήρχε το 1821 και αναφέρεται από τον Φωτάκο) από όπου έβλεπε όλη τη ρεματιά του Τσάκωνα. Εκεί τοποθέτησε τα δύο κανόνια που διέθετε και διέταξε να γκρεμίσουν τα οχυρωμένα σπίτια. Οι κλεισμένοι στα σπίτια αμύνονταν γενναία και άφοβα και όταν τα κανόνια τρύπησαν τις πόρτες, πίσω από τις οποίες είχαν χτίσει τοίχο από πέτρες, ένας Βαρβιτσιώτης από μία τρύπα μιας πόρτας του σπιτιού του Καραμήτρου σημάδευσε και σκότωσε τον αρχιπυροβολητή. Έφθασε το απόγευμα και η μάχη συνεχιζόταν σκληρή και αδυσώπητη με σοβαρές απώλειες για τους Οθωμανούς.
Το ίδιο χρονικό διάστημα η μάχη των Βερβένων με τα δύο άλλα σώματα και την ισχυρή δύναμη των επαναστατών του στρατοπέδου ήταν αμφίρροπη. Μάταια οι Οθωμανοί περίμεναν τον Κεχαγιάμπεη για να κάνουν την τελική επίθεση. Επηρεασμένοι μάλιστα από το γεγονός ότι οι Έλληνες κατόρθωσαν, να σκοτώσουν δύο Τούρκους σημαιοφόρους και να καταστρέψουν τις σημαίες τους, αποφάσισαν να συμπτυχθούν προς τα Δολιανά. Πλησίαζε, μάλιστα, η νύχτα και προμηνυόταν μπόρα. Οι επαναστάτες κατάλαβαν την κίνησή τους και τους κατεδίωκαν από πίσω και τα πλάγια. Όταν έφθασαν στα Δολιανά βγήκαν από τα σπίτια οι οχυρωμένοι και από κοινού τους κυνηγούσαν προς τον κάμπο. Ταυτόχρονα, δύναμη από Μπερζοβίτες, Αγιοργίτες και Αχλαδοκαμπίτες πλησίασε από βόρεια στη θέση «Κούβλη» και άρχισαν να πυροβολούν. Οι Οθωμανοί φοβήθηκαν την περικύκλωση και μετέτρεψαν την τακτική υποχώρηση σε άτακτη φυγή. Η μπόρα που ξέσπασε και το σκοτάδι δεν επέτρεψε να συνεχιστεί η καταδίωξη και ο μεγαλύτερος χαλασμός των Οθωμανών. Όμως, είχαν αρκετά θύματα, παρά το γεγονός ότι οι ιστορικές αναφορές αποκλίνουν σημαντικά. Κατά προσέγγιση υπολογίζονται 250 Οθωμανοί και πλούσια λάφυρα μεταξύ αυτών και τα δύο κανόνια. Από τους επαναστάτες αναφέρεται νεκρός ο Δολιανίτης Αναγνώστης Ρόρης και η φρουρά του Δραγουνιού.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι υψώθηκε το ηθικό των Ελλήνων Επαναστατών και όταν άκουγαν πλέον «Τούρκοι» δεν έφευγαν, αλλά απαντούσαν « που είναι» για να τους αντιμετωπίσουν. Αντίθετα οι Οθωμανοί κλείστηκαν στο κάστρο της Τριπολιτσάς και δεν τολμούσαν να κάνουν άλλη επίθεση, περιμένοντας μάταια τη βοήθεια του Σουλτάνου.
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΑΧΗ ΣΤΑ ΔΟΛΙΑΝΑ (9 ΙΟΥΛΙΟΥ 1825)
Μετά την κατάληψη της Τριπολιτσάς από το Ιμπραήμ πασά ( 16 Ιουνίου 1825)και την ήττα των Ελλήνων στα Τρίκορφα ( 23 Ιουνίου) στα Βέρβενα και στα Δολιανά βρίσκονταν ελληνικά τμήματα, που δεν είχαν διαλυθεί με αρχηγούς τους Θ. Κολοκοτρώνη, Δ. Υψηλάντη και άλλους καπεταναίους. Εναντίον αυτών εξεστράτευσε ο Ιμπραήμ πασάς στις αρχές Ιουλίου του 1825. Στην εφημερίδα της Ύδρας «Φίλος του Νόμου» αριθ. 136/20-7-1825 περιέχονται τα εξής:
«Στρατόπεδο Τριπολιτσάς
Μετά την μάχη της 8 (Ιουλίου) ο μεν κύριος Υψηλάντης παραλαβών 600, επήγε να καταλάβη τα Δολιανά ο δε Ζαχαρόπουλος και οι αδελφοί Χ΄Στεφανής και Χ΄Γεώργης με το επίλοιπον της Στρατιάς συμποσούμενον εις δισχιλίους, κατέλαβον τα Αράχωβα για να σκεπάσωσι τα Βέρβενα και την Σπάρτην. Την 9 μετά το μεσημέριον περί μίαν ώραν ένα σώμα πολεμίων έως χιλίων συμπεριλαμβανομένων και 160 ιππέων, ήλθε να χτυπήσει τον κύριον Υψηλάντην εις τας θέσεις του. Ο αγών έγινε σφοδρότατος και διήρκησε μόνο μίαν ώραν. Επειδή ο εχθρός, μη δυνάμενος να κυριεύσει την θέσην ταύτην, αφήσας εις της μάχης τον τόπον ως 60 σκοτωμένους, εκίνησε προς τα Αράχωβα…»
Αύγουστος 1826
Καταστροφή των Δολιανών
Κατά την επιδρομή του Ιμπραήμ πασά στην Κυνουρία τον Αύγουστο του 1826 πυρπολήθηκαν σπίτια και η εκκλησία της Παναγίας στα Δολιανά.
Στην απογραφή του 1828 αναφέρεται : «Και τούτου δε του ναού η έσωθεν διακόσμησις επυρπολήθη υπό των εχθρών… Αναθήματα διεσώθησαν: 1 ευαγγέλιον, 1 θυμιατήριον, 3 κανδήλια, τα πάντα αργυρά και τα βιβλία της ακολουθίας, αι δε εικόνες και τα λοιπά ηφανίσθηκαν».
1828 ΙΔΡΥΣΗ ΑΛΛΗΛΟΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Το 1828 ιδρύεται και λειτουργεί αλληλοδιδακτικό σχολείο με δάσκαλο τον Γεώργιο Τζιβελόπουλο. Το δε 1830 αναφέρεται ότι η κωμόπολις αποτελείται από σχεδόν 160 οικογένειες, 150 παιδιά και διδάσκονται περι τα 50. Χορηγείται δε ποσό 600 φοινίκων από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια για την οικοδόμησιν αλληλοδιδακτικού σχολείου και την υπόλοιπη δαπάνη και την εργασία αναλαμβάνουν οι ίδιοι κάτοικοι.
Τοπική αυτοδιοίκηση
Με το ΦΕΚ 16/12-5-1935 και το ΦΕΚ 80/ 28-12-1836 τα Δολιανά αποτελούν αυτοτελή Δήμο. Με το Β. Δ. 27-11(9-12) -1840 « περί συγχωνεύσεων δήμων» ( ΦΕΚ5/8-3-1841) Δ. Δολιανών: με έδρα τον οικισμόν Δολιανά μετασχηματίζεται από τον οικισμό του και από τους οικισμούς Βέρβενα Κούτρουφα και Πηγαδάκια. Με το Β.Δ. 4-11-1844 (ΦΕΚ 34/1-12-1844) οι συγχωνευθέντες δήμοι Βερβαίνων και Δολιανών σχηματίζονται εκ νέου ως εξής:
1. Δ. Βερβαίνων: Βέρβαινα, Πηγαδάκι, Κούτρουφα, Βερβαινιώτικα Καλύβια. 2. Δολιανά, Δολιανίτικα Καλύβια.
Με το νόμο ΚΕ/ 5-12-1845 καθορίζεται: Δολιανά (έδρα θερινή)
Δολιανίτικα Καλύβια (έδρα χειμερινή).
Έτσι ολοκληρώθηκε η τοπική αυτοδιοίκηση των Δολιανών.
Η Επανάσταση και η απελευθέρωση έδωσε ελπίδες και δυνατότητες για μια νέα πορεία. Κάποιες εκπληρώθηκαν, αλλά δεν είναι και λίγες αυτές που κατέληξαν ουτοπίες. Η σημερινή κατάσταση των ιστορικών χωριών και συνολικά της Αρκαδίας είναι δύσκολα, αφού περνούν περίοδο πληθυσμιακής συρρίκνωσης, που φθάνει στα όρια της ερήμωσης και της οικονομικής ανέχειας. Ας προβληματίσει πολίτες και πολιτεία αυτή η κατάσταση και με σύμπνοια και συλλογικότητα, όπως την ξεκίνησε η Επανάσταση, να αναζητήσουμε το δρόμο της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της προόδου του τόπου.
Δολιανά 2020
Έρευνα και επιμέλεια: Παν. Βέμμος