Ένα κράνος αρχαίου Έλληνα πολεμιστή που χρονολογείται από τον 7ο αιώνα π.Χ. ανακαλύφθηκε στην Κροατία. Το κράνος ήταν θαμμένο δίπλα σε έναν ελίτ πολεμιστή που ενταφιάστηκε πριν από 2.000 χρόνια.
Το ιλυρρικό κράνος, με τον χαρακτηριστικό σχεδιασμό που είχε αναπτυχθεί στην Πελοπόννησο, κατά τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ., και σχετίζεται με το Άργος, εντοπίστηκε σε πλαγιά βουνού στο Zakotarac της νότιας Δαλματίας, στην Κροατία. Οι αρχαιολόγοι έβγαλαν επίσης έναν μικρό θησαυρό από αρχαία όπλα, αλλά και μια δεύτερη σορό, που ανήκει σε μια γυναίκα που θάφτηκε με ένα χάλκινο βραχιόλι στο χέρι.
Η ανασκαφή έγινε από το Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ και, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, ο τάφος φέρεται να ανήκει σε Έλληνα στρατιώτη επίλεκτου σώματος. Το ιλλυρικό κράνος ήταν ένα κράνος που φόρεσαν πρώτοι οι αρχαίοι Έλληνες, οι Ετρούσκοι και οι Σκύθες κατόπιν, πριν καταλήξει στους Ιλλυριούς.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους που έκαναν την ανακάλυψη, αυτός ο τύπος κράνους σταμάτησε να χρησιμοποιείται στα περισσότερα μέρη του ελλαδικού χώρου από τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Στην Ιλλυρία ωστόσο ήταν σε χρήση ως και τον 4ο αιώνα π.Χ. Πέρα από το κράνος που χρησιμοποιήθηκε στους Περσικούς Πολέμους, οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως σπουδαία κειμήλια «πιθανότατα από αττικά και ιταλικά εργαστήρια», όπως σημείωσε ο Dr Domagoj Perkić, επιμελητής στο Μουσείο του Ντουμπρόβνι.
Ιλλυρικό κράνος
Ο όρος ιλυρρικό κράνος είναι ένας όρος αρχαιολογικός που περιγράφει έναν τύπο ορειχάλκινης περικεφαλαίας που χρησιμοποιείτο ευρύτατα κατά τον 8ο και 7ο π.Χ. αιώνα, ειδικά στην Πελοπόννησο, που ήταν και ο τόπος της πρωιμότερης εξέλιξής του. Το όνομα το έχει πάρει, εσφαλμένα, από την Ιλλυρία, για το λόγο ότι από εκεί προέρχονταν πολλά τέτοια ευρήματα την εποχή που άρχισαν να τα μελετούν οι αρχαιολόγοι.
Από αναπαραστάσεις κορινθιακών αγγείων γνωρίζουμε πως το «ιλλυρικό» κράνος προέκυψε από τον πρωιμότερο τύπο κράνους, το λεγόμενο κράνος Κέγκελ, που κατασκευαζόταν στο Άργος την αρχαϊκή εποχή. Τα παλαιότερα δείγματα «ιλυρρικού» κράνους δείχνουν ότι ο τύπος εξελίχθηκε σε κάποιο εργαστήριο της βορειοδυτικής Πελοποννήσου (πιθανώς την Ολυμπία). Πάντως τα πρώτα «ιλλυρικά» κράνη του Τύπου Β δημιουργήθηκαν σε εργαστήρια της Κορίνθου, ενώ τα πρώτα δείγματα Τύπου Γ σε εργαστήρια που βρίσκονταν κατά μήκος της ακτής της Αδριατικής, πιθανότατα σε κάποια κορινθιακή αποικία.
Το πλεονέκτημα του «ιλυρρικού» κράνους, που ήταν κατασκευασμένο από μπρούντζο, ήταν ότι προστάτευε ολόκληρο το κεφάλι και τον αυχένα του πολεμιστή, χωρίς όμως να εμποδίζει την όρασή του. Ωστόσο οι δύο πρώτες ποικιλίες εμπόδιζαν την ακοή. Από τους μελετητές αναγνωρίζονται τέσσερις τύποι «ιλλυρικού» κράνους, όλοι τους χωρίς προστατευτικό για τη μύτη (επιρρίνιο).
Ο Τύπος Α (περ. 700-640 π.Χ.) άφηνε απροστάτευτο τον αυχένα και εμπόδιζε την ακοή.
Ο Τύπος Β (περ. 600 π.Χ.) προστάτευε τον αυχένα αλλά εμπόδιζε την ακοή.
Ο Τύπος Γ (περ. 550 π.Χ.) προσέφερε βελτιωμένη προστασία στον αυχένα και επέτρεπε κάπως την ακοή.
Ο Τύπος Δ (περ. 500 π.Χ.) ήταν περίπου όπως ο Τύπος Γ, αλλά επέτρεπε ανεμπόδιστα την ακοή.
Πηγή φωτογραφιών: Dubrovnik Museums