«Πιστεύουμε ότι πολεμούμε για την πατρίδα ενώ πολεμούμε για τους βιομηχάνους….»
Αυτά έγραφε ο Ανατόλ Φρανς, ο Γάλλος συγγραφέας, το 1922, μόλις 4 χρόνια μετά το τέλος του σφαγείου του Ά Παγκόσμιου Πολέμου. Πόσο θυμόμαστε αυτόν τον πόλεμο πλέον και πόσο μας αγγίζει η αγριότητά του ; Λιγότερο από πιο πρόσφατα γεγονότα, ελάχιστα, ίσως καθόλου… Γιατί, φαίνεται πως, όταν πεθάνουν και οι τελευταίοι βετεράνοι ενός πολέμου, 50, 60, 70 χρόνια μετά, όλα ξεχνιούνται. Οι νεότερες γενιές, εμείς, ξεχνάμε γρήγορα κι εύκολα, τα βλέπουμε όλα σαν ένδοξες διηγήσεις και αναμνήσεις, σαν ιστορικές αναφορές και αριθμητικές ή στρατηγικές προσεγγίσεις…
Ένιωθαν όμως το ίδιο οι αγρότες της Γαλλίας, οι έμποροι της Γερμανίας, οι ψαράδες της Βαλτικής και οι γουνέμποροι του Καναδά όταν σκοτώνονταν κατά χιλιάδες στα πεδία μαχών; Αυτοί που πολέμησαν πολύ μακριά από την πατρίδα τους, προερχόμενοι από την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, το Βιετνάμ, τη Ινδία, τη Σενεγάλη, για κάτι που δεν κατανοούσαν…; Αυτοί που χάθηκαν σε χαρακώματα από αρρώστιες και σφαίρες…;
Πόσοι από εμάς αναζητήσαμε τα πραγματικά αίτια αυτού του ακατανόητο πολέμου; Τα βιβλία μας λέμε ότι «κάποτε, το 1914, δολοφονήθηκε ο αρχιδούκας και διάδοχος της Αυστρίας στο Σεράγεβο…» Και μετά, τελεσίγραφα, διπλωματικός πυρετός, προπαγάνδα, φανατισμός, εθνικισμός, προσδοκία ενός σύντομου και νικηφόρου πολέμου…. Έτσι έχουμε μάθει, δυστυχώς, να διαβάζουμε την Ιστορία… Απλοϊκά και αποστειρωμένα. Δεν ήταν όμως τόσο απλά τα πράγματα. Και αυτό γιατί, ο κάθε πόλεμος κρύβει και άλλες πτυχές, που η σύγχρονη ιστορία δεν αναδεικνύει.
Πριν τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε αρχίσει η κούρσα των εξοπλισμών και των στόλων. Ανταγωνισμοί, διπλωματικές συμμαχίες, καλλιέργεια εχθρικού κλίματος από τους λογής «αναλυτές» του Τύπου… Οι Μεγάλες Δυνάμεις έδιναν τα πάντα για να αποκτήσουν περισσότερα και καλύτερα όπλα. Και κάποια στιγμή, αυτά θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν. Να δοκιμαστούν, να ξοδευτούν, αλλά και να ανανεωθούν.
Στον πόλεμο λοιπόν, η οικονομία και τα νούμερα πολλών βιομηχανιών απογειώθηκαν! Όσο ο πόλεμος συνεχιζόταν, τόσα περισσότερα έβγαζαν οι μεγάλες βιομηχανίες, δηλαδή οι μέτοχοι τους.
Μοχλός: οι κυβερνήσεις, οι δημοσιογράφοι, οι θρησκευτικοί παράγοντες…
Τροφή για την κρεατομηχανή: οι ως επί το πλείστον αγρότες που έκαναν εφόδους με τις ξιφολόγχες τους απέναντι σε κανόνια…
Ένδοξοι ήρωες: οι «άκαπνοι» στρατηγοί και οι πολιτικοί που ποζάρουν για τις φωτογραφίες της εποχής.
Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Η γερμανική εταιρεία Κρουπ έφτιαχνε τα μεγάλα κανόνια και τηλεβόλα. Οι γαλλικές Σιτροέν και Πεζό ξεκίνησαν φτιάχνοντας οβίδες. Η βρετανική Ρολς Ροϊς και η γερμανική BMW κινητήρες για αεροπλάνα κυρίως. Η Μισελέν απογειώθηκε κατά τα χρόνια του πολέμου, όπως και η γερμανική εταιρεία όπλων Ράινμεταλ. Η εταιρεία Νομπέλ στη Βόρεια Γερμανία αύξησε κατά πολύ την παραγωγή εκρηκτικών υλών. Η ολλανδοβρετανική Shell γιγαντώθηκε. Η μεταλλευτική εταιρεία της Κατάνγκα του Βελγικού Κονγκό προμήθευε σε χαλκό. Στις όχθες του Ρήνου, εκατέρωθεν, οποιοδήποτε μεταλλουργικό και σιδηρουργικό εργοστάσιο βρισκόταν σε άνθιση. Η Μπάγιερ ασχολήθηκε και με τα δηλητηριώδη αέρια.. Η ουδέτερη Σουηδία προμήθευε και τις δύο πλευρές σε σιδηρομετάλλευμα, οι αποικίες έστελναν καουτσούκ, ξυλεία και πετρέλαιο… Και πολλές άλλες περιπτώσεις ευκαιριών… Όλες οι εμπλεκόμενες εταιρείες παρουσίασαν μεγάλα κέρδη εκείνη την περίοδο. Πέτυχαν πολλαπλασιασμό του κύκλου εργασιών με … τι άλλο; Με κρατικό χρήμα… Και σε αυτά να προσθέσουμε τον ιματισμό, τα τρόφιμα, τις κατασκευές, τις προμήθειες, τα οχήματα, τα τραίνα, την εργασία χωρίς όρια και σταματημό «για την πατρίδα», την εθελοντική θυσία εκατομμυρίων ανδρών, την στρατολόγηση, τον Τύπο που ζητούσε περισσότερο αίμα και εκδίκηση… Η επιστήμη, η ιατρική, η χημική βιομηχανία, η έρευνα, οι μεταφορές, όλα γνώρισαν ιλιγγιώδεις ρυθμούς προόδου. Μέχρι και συνθετικά καύσιμα κατάφεραν να παραγάγουν οι Γερμανοί, ελλείψει αποθεμάτων πετρελαίου…
Το κόστος του πολέμου καλύφθηκε από εξωτερικά δάνεια, εσωτερικό δανεισμό σε μορφή «πολεμικών ομολόγων», φορολογία και αύξηση τιμών. Μια τεράστια μηχανή προπαγάνδας καλούσε συνεχώς τους πολίτες να συνεισφέρουν στην πολεμική προσπάθεια… Το δημόσιο χρέος των Μεγάλων Δυνάμεων εκτινάχθηκε. Η Αγγλία και η Γαλλία καταχρεώθηκαν σε αμερικανικές τράπεζες, ενώ οι τράπεζες της ουδέτερης Ελβετίας αναπτύχθηκαν τάχιστα, κατά την ίδια περίοδο, προάγοντας τη σταθερότητα του νομίσματός τους και τη φερεγγυότητα. Η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία αλλά και η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπαψαν να ακολουθούν τη σταθερά του χρυσού και βυθίστηκαν στα χρέη και στον πληθωρισμό της εκτύπωσης χαρτονομισμάτων που έχαναν συνεχώς σε αξία.
Χρέος και δάνεια για να προετοιμαστεί ο πόλεμος, να δημιουργηθεί η «αποτρεπτική ισχύς».
Χρέος και δάνεια για να χρηματοδοτηθεί ο πόλεμος.
Ανθρώπινο δυναμικό, μίσος και προπαγάνδα για να διαρκέσει ο πόλεμος.
Χρέος, δάνεια και λιτότητα για να αποκατασταθούν οι ζημιές του πολέμου και να αντιμετωπιστεί η αναμενόμενη οικονομική κρίση.
Απορούμε λοιπόν τώρα, διαβάζοντας την Ιστορία, γιατί στο Βερντέν (Verdun) δύο στρατοί πολεμούσαν επί 9 μήνες για μερικά χιλιόμετρα εδάφους. Χάθηκαν, εκεί μόνο, 300 χιλιάδες άνδρες. Σε όλον τον πόλεμο χάθηκαν περίπου 10 εκατομμύρια σε όλα τα μέτωπα. Γιατί τόσο αίμα λοιπόν;
Γιατί ο πόλεμος, στη σύγχρονη μορφή του, είναι κοινωνική καταστροφή για τους πολλούς και τζίρος για τους λίγους. Βιομηχανίες και τράπεζες (όχι όλες) ανθίζουν, η κοινωνία οπισθοχωρεί, τα προϊόντα επιτάσσονται, το λαθρεμπόριο διογκώνεται, τα δικαιώματα καταστρατηγούνται, οι παραγωγικοί άνθρωποι χάνονται…
Στις 18 Δεκεμβρίου του 1916, λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, έληξε η περίφημη μάχη του Βερντέν με μια πύρρειο νίκη των Γάλλων… Κι όμως ο πόλεμο συνεχίστηκε για ακόμα δύο χρόνια. Καλό είναι να τα μαθαίνουμε και να τα θυμόμαστε όλα αυτά, τώρα που ενθουσιαζόμαστε με τις κούρσες εξοπλισμών και τους ανέξοδους εθνικιστικούς παροξυσμούς…
* Ο Δημήτρης Σαρρής είναι Ξεναγός – Ιστορικός