Τα Χριστούγεννα ήρθαν και κάθε περιοχή της Ελλάδας αυτές τις γιορτινές μέρες, αναβιώνει τα δικά της έθιμα και παραδόσεις, που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στον χρόνο, και παντρεύουν τις χριστιανικές παραδόσεις με τα αρχαιοελληνικά ήθη.
Η Πελοπόννησος έχει τα δικά της ξεχωριστά έθιμα που κρατούν ζωντανές τις παραδόσεις της στο χρόνο και μεταλαμπαδεύουν την παράδοση στις νεότερες γενιές. Κάποια από αυτά τα έθιμα είναι πολύ γνωστά, άλλα λιγότερο διαδεδομένα, ενώ μερικά, αντικατοπτρίζουν τις αγωνίες των ανθρώπων της υπαίθρου, των γεωργών και των κτηνοτρόφων.
Τα κάλαντα
Τα κάλαντα είναι έθιμο που διατηρείται αμείωτο ακόμα και σήμερα – εκτός από φέτος που ο κορωνοϊός απέτρεψε την εκδήλωσή του – με τα παιδιά να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι σε ζεύγη ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο η ακόμα και κιθάρες, ακορντεόν, λύρες, η φυσαρμόνικες.
Τα παιδιά χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη η την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά».
Παλαιότερα η κάθε παρέα που έλεγε τα κάλαντα χτυπούσε τις πόρτες των σπιτιών με ξύλα και μόλις η νοικοκυρά τους άνοιγε κατευθύνονταν στο τζάκι και ανακάτευαν την φωτιά με το ξύλο, λέγοντας ευχές για τη νέα χρονιά.
Ο νοικοκύρης τα ανταμείβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλιότερά τους πρόσφερε μελομακάρονα η κουραμπιέδες. Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.
Το Χριστόψωμο
Το «ψωμί του Χριστού» το έφτιαχνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά (από ξερό βασιλικό κ.λ.π.).Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. : Το ζύμωμα του χριστόψωμου απαιτεί τα πλέον ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λένε και την ευχή: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει».
Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Γύρω – γύρω διάφορα διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών
Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σʼ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι ευχόμενος «Χρόνια πολλά και του χρόνου».
Οι τηγανίδες
Σε όλα τα σπίτια, παραμονές Χριστουγέννων θα έπλαθαν και θα έψηναν τις τηγανίδες, τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία, η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες, και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα. Μετά το έριχναν στη μεγάλη τηγάνα που ήταν γεμάτη καυτό λάδι πάνω στη φωτιά, για να ψηθεί. Η πρώτη τηγανίδα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού, η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π. Τις ψημένες τηγανίδες τις έβαζαν μέσα σε μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες. Όταν στράγγιζαν καλά τις έβαζαν σε κοφίνια και τις κρεμούσαν ψηλά.
Η ποσότητα του ζυμαριού που θα γινόταν τηγανίδες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη με τον πληθυσμό της φαμελιάς. Η φωτιά για τις τηγανίδες έπρεπε να είναι δυνατή και να έχει διάρκεια. Γι αυτό ο πατέρας είχε σκίσει σκίζες τα χοντρά κούτσουρα. Ήταν η καλύτερη καύσιμη ύλη για την περίπτωση. Τα παιδιά παρακολουθούσαν και όλοι, αν δεν ήταν Τετάρτη ή Παρασκευή, δοκίμαζαν και έκαναν τις κρίσεις τους. Και κάθε χρόνο σχεδόν έβρισκαν τα ίδια ελαττώματα στο πλάσιμο και το ψήσιμο, όταν μάλιστα κάποιος ήθελε να πιει νερό του έλεγαν να γυρίσει την πλάτη προς το τηγάνι για να μην …τον βλέπουν οι τηγανίδες και ρουφάνε το λάδι. Οι «λυπημένοι», που είχαν πρόσφατο θάνατο, δεν έψηναν τηγανίδες, τους πήγαιναν όμως συγγενείς και φίλοι. Άλλα γλυκά που έφτιαχναν στο σπίτι την περίοδο αυτή ήταν οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.
Τα «καρκατζόλια»
Τα καρκατζόλια (καλλικαντζάροι), ήταν μαγαρισμένα δαιμονικά που όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε.
Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους.
Σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά. Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.ά.