Θα τα πούμε στην πλάστιγγα …
Του Βασίλη Καπετάνιου
Η τελευταία Δευτέρα του μήνα διακρίνεται για τον σαφή οικονομικό της χαρακτήρα, πρέπει να τακτοποιηθούν οι οικονομικές υποχρεώσεις του μήνα στα πιστωτικά ιδρύματα. Ποδηλατώντας κατεβαίνω στο κέντρο της πόλης, ένα ξαφνικό παραγορητικό αεράκι με απρόβλεπτη φορά με συνοδεύει μέχρι την Λαϊκή Αγορά. Η πλατεία αρχίζει να γεμίζει με αυτοκίνητα που σταθμεύουν. Από τον κάθετο δρόμο της εισόδου του Αργείτικου μουσείου φτάνω στην κεντρική πλατεία. Μια δυνατή φωνή με βγάζει εκτός προορισμού.
-Βασίλη έλα κερνάω καφέ….
Ο Θανάσης, παλιός μου γείτονας μαζί με μια χαλαρή παρέα απολάμβανε τον καφέ του με θέα το Αργείτικο κάστρο. Αν και ακόμα δεν είχε κάνει αισθητή την παρουσία του ο ήλιος, όλοι φορούσαν μαύρα γυαλιά. Παρατηρώντας τα διπλανά τραπέζια είδα ότι οι περισσότεροι φορούσαν μαύρα γυαλιά.
-Καλημέρα, ευχαριστώ μια άλλη φορά, δεν προλαβαίνω.
-Μια ζωή δεν προλαβαίνεις, τι τρέχεις να προλάβεις;
-Άμα κάτσω να σου εξηγήσω σίγουρα δεν θα προλάβω! Εσύ έχεις ακόμα άδεια;
-Μόνιμη πλέον. Το στερνοπούλι μου ήταν το γούρι μου. Βγήκα στην σύνταξη στα 54 λόγω ανηλίκου τέκνου. Και τώρα πια θα κάααθομαι ( είπε μιμούμενος την φωνή του Μίμη Φωτόπουλου, και οι διπλανοί του ξέσπασαν σε γέλια).
Χωρίς να κατέβω από το ποδήλατο καλημερίζω και φτάνω στις γυάλινες συμπληγάδες τις τράπεζας. Ο παππούς μας ο Ιάσονας ξεμπέρδεψε μια καλή από τις αρχαίες ανοιγοκλειόμενες πέτρες, εμείς οι νεοέλληνες φαίνεται ότι θα κάνουμε για πολλά χρόνια προπόνηση στις τροϊκανές γυάλινες. Απέναντι ακριβώς από την πόρτα, με περιμένει το χαμογελαστό βλέμμα ενός από την dream team των μακροχρόνια συμμαθητών μου. Ο Βαγγέλης από τα χρόνια του σχολείου πάντα διάλεγε μια επιτελική θέση, ας πούμε στο μέσον ενός ημικυκλίου. Όχι για να ελέγχει τον χώρο αλλά για να απολαμβάνουν όλοι τις ιστορίες που διηγούνταν. Μοναδικός στην περιγραφή, με τις κινήσεις των χεριών και το βλέμμα του οπτικοποιούσε με τον τρόπο που ήθελε τα λόγια του, κάτι σαν εκείνα τα κόλπα που κάνουν διάφοροι γκουρού στην Ινδία και εμφανίζουν πράγματα από το πουθενά. Την ίδια λέξη έτσι όπως την οπτικοποιούσε μπορούσε να σε κάνεις να τραντάζεσαι από το γέλιο ή να μένεις αποσβολωμένος περιμένοντας την συνέχεια. Ταλέντο το οποίο φαντάζομαι ότι εξελίχθηκε σε πολύτιμη ικανότητα στον εργασιακό του χώρο. Με καλημέρισε με την φωνή, αλλά η ημικυκλική κίνηση του βλέμματος με τελική κατεύθυνση την αριστερή άδεια καρέκλα μπροστά του εύκολα μεταφραζόταν : έλα μετά να τα πούμε.
Σε ελάχιστο χρόνο έλαβα θέση απέναντι του.
-Πως και δεν έχετε κόσμο σήμερα;
-Ο μήνας λήγει σε δυο μέρες, έλα μετά από δυο μέρες να δεις που θα είναι η ουρά. Ακόμα και αν έχει τα λεφτά ο νεοέλληνας θα τ αφήσει στην τσέπη του μέχρι την τελευταία στιγμή. Μετά θα έρθει εδώ και θα διαμαρτύρεται γιατί δεν βάζουμε περισσότερα ταμεία…
-Ξέρεις ποιον είδα σήμερα; Τον Θανάση τον παλιό μας γείτονα.
-Πέρασε πριν λίγες μέρες και μου είπε την ατάκα της ημέρας: ο γιος μου και η γενιά του δεν πρόκειται ποτέ να κάνουν επανάσταση όσο βρίσκουν τα 20 ευρώ πάνω στο τραπέζι…. ( Προφανώς εννοούσε τον μεγάλο σκέφτηκα.)
-Βγήκε στην σύνταξη, στο είπε;
-Ναι, τώρα είναι οριστικά όμηρος του κράτους. Το οποίο θα τον εκβιάζει αδίστακτα.
-Γιατί το λες αυτό;
-Ποιο κράτος και για ποιο λόγο να φοβηθεί την απεργία συνταξιούχων; Στην πλατεία τον είδες;
-Ναι που το κατάλαβες.
-Εκεί είναι όλη μέρα οι τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας . Φοράνε και τα μαύρα γυαλιά από το πρωί και με συννεφιά. Γιατί σου λέει αν εμφανιστεί ξαφνικά ο ήλιος που να τρέχω για γυαλιά, που να ψάχνω να βρω τα γυαλιά μου!!!
-Μήπως είσαι λίγο καυστικός σήμερα;
-Την ξέρω όλη την παρέα, είμαστε γείτονες στα χωράφια. Για το χάλι που φτάσαμε σήμερα έχουμε βάλει όλοι το λιθαράκι μας, άλλοι πολύ άλλοι λίγο.
-Πες μου και εσύ ότι μαζί τα φάγαμε.
-Όχι δεν τα φάγαμε μαζί αλλά όλοι μαζί τα γκρεμίσαμε. Ο φίλος μας και η παρέα του δεν έδειξαν κανένα σεβασμό στην γη. Έκαναν μεγάλο πάρτι με τις χαβούζες, εικοσάρηδες τότε παρέλαβαν την εύκολη λύση. Για θυμήσου την ένδοξη περίοδο των «σκυλάδικων» της παραλιακής τα οποία στηρίχθηκαν στην ευγενή χορηγία των χαβούζων. Αντί να μάθουν να καλλιεργούν ένα προϊόν τους έμαθαν να γίνουν φρουτοθάφτες. Γραφεία τελετών ήταν για χρόνια τα χωράφια μας…. Όσο μεγαλύτερο θάψιμο έκαναν στην γη τους τόσο πιο πολύ ανέβαινε η αξία τους. Έχεις χρόνο να σου δείξω μια σκέψη μου!
-Ναι σήμερα έχω.
-Να ξέρεις ότι τα κακομαθημένα παιδιά τους θα είναι η τελευταία γενιά τεμπέληδων. Μετά η πείνα θα κάνει την δουλειά της. (Πιάνει δυο λευκά τετράγωνα χαρτάκια και είχε σημειώσει με κόκκινα γράμματα κάποια νούμερα.) Και όταν έρθει η πείνα θα μας φταίει ο Αλβανός ο Πακιστανός και ο καθένας που αφήνει τον ιδρώτα στα χωράφια μας. Λοιπόν που λες υπολογίζω σε 300.000.000 κιλά τα πορτοκάλια της Αργολίδας. Το πρώτο πράγμα που χρειάζονται είναι συγκομιδή. ( Με τις ιδιαίτερα χαρακτηριστικές κινήσεις του μου δείχνει το φανταστικό μάζεμα των πορτοκαλιών. Νοερά μεταφερόμαστε και οι δυο στο πορτοκαλί χωράφι του). Λοιπόν 0,035 λεπτά το κιλό μιλάμε για 10.500.000 χιλιάδες ευρώ το μάζεμα. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 2.000 οικογένειες θα είχαν ένα εισόδημα 5.250 χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη γνώση, μόνο μυϊκή αντοχή και σεβασμός στο προϊόν. Ένα νέο παιδί θα μπορούσε να βγάλει 35 ευρώ μεροκάματο. Αλλά ποιο νέο παιδί να πάει να δουλέψει όταν έχει τα 20 ευρώ έτοιμα στο κομοδίνο; Πριν από αρκετά χρόνια, όταν βγήκαν τα πρώτα κινητά ο Θανάσης πήρε κινητό και στον Πακιστανό που είχε για τα χωράφια. Του έβαλε και φραγή εξερχομένων χρήσεων.
-Γιατί το έκανε αυτό;
-Ήταν το επαγγελματικό, για να μην τον χρεώνει ο Πακιστανός, έβγαινε στο μπαλκόνι του σπιτιού του και καλούσε τον Πακιστανό που έμενε σε μια καλύβα πιο κάτω μέσα στο χωράφι να πάει να ανοίξει την βάνα για να τρέξει νερό στο χωράφι. Εγώ το χωράφι το πονάω. Την άδεια μου την παίρνω την άνοιξη για να πάω να το περιποιηθώ. Είναι η ψυχοθεραπεία μου πες το και έτσι. Αλήθεια σου λέω γνωρίζω και τα χίλια δέντρα που έχω. Ξέρω που κλάδεψα το ένα που το άλλο. Μην με κοιτάς έτσι δεν τους έχω βγάλει ονόματα αλλά δεν αποκλείεται και αυτό! Δεν πάω στην χωράφι μόνο για να έχω ένα έξτρα εισόδημα. Έχω ιερή υποχρέωση απέναντι στις πορτοκαλιές γιατί εξ αιτία τους δεν μου έλειψε το καθημερινό φαγητό στα παιδικά μου χρόνια. ( Το βλέμμα του γίνεται μια τεράστια οθόνη, μάλλον στιγμιαία, εικονικά βαδίζει με τον πατέρα του ανάμεσα στα δέντρα και μαθαίνει βιωματικά τον σεβασμό στην γη. Σκύβει και βγάζει ένα βιβλιάριο από το συρτάρι του) Ξέρεις τι είναι αυτό;
-Ένα βιβλιάριο.
-Όχι αυτό είναι το βιβλιάριο των πορτοκαλιών. Μου δίνουν εισόδημα αλλά και εγώ πρέπει να ξοδέψω για να σεβαστώ τον καρπό τους. Για να κρατώ το χωράφι σε καλή κατάσταση έχω τους καλύτερους συνεργάτες. Ο καλύτερος και ο ακριβότερος θα με βοηθήσει στο ράντισμα και στο όργωμα. Ο καλός συνεργάτης πληρώνεται παραπάνω αλλά το χωράφι αποδίδει. Όταν έχω τελειώσει όλη την φροντίδα που πρέπει στις πορτοκαλιές στην τελευταία βόλτα κλείνοντας την πόρτα τις χαιρετάω και τους λέω θα τα πούμε στην πλάστιγγα.
-Εννοείς στην ζυγαριά.
-Ναι στην ζυγαριά, του έμπορου, του μανάβη, θέλω να δω το προϊόν μου στην αγορά κι ας μου δίνει τα διπλά η χαβούζα. Δεν μπορώ να βλέπω το πορτοκάλι θαμμένο. Δεν μου άφησε το χωράφι ο πατέρας μου για να γίνω φρουτοθάφτης, να τρώω τα κόλλυβα φορώντας μαύρα γυαλιά και πίνοντας την φραπεδιά μου με τους τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας.
-Μα όλοι οι αγρότες παραπονιόνται.
-Παραπονιόνται όσοι ετοιμάζουν κηδείες. Όταν μου δίνουν ένα χαρτί Α4 από την πλάστιγγα, δεν κοιτάζω το ποσόν, έτσι και αλλιώς το χωράφι είναι συμπληρωματικό εισόδημα, δουλειά μου είναι στην τράπεζα. Σηκώνω λοιπόν αυτό το χαρτί ψηλά με κατεύθυνση προς το χωράφι μου, χαιρετάω τις πορτοκαλιές μου: κορίτσια τα καταφέρατε και φέτος θα τα πούμε και του χρόνου στην πλάστιγγα. Αν σκάβεις το λάκκο για να βάλεις μέσα την παραγωγή σου στο τέλος θα πέσεις και εσύ μέσα. Οι ευρωπαϊκές χαβούζες μας έδωσαν προσωρινά κάποια χρήματα αλλά σκότωσαν μέσα μας το όνειρο του καλλιεργητή, του δημιουργού.
*Έφυγα κρατώντας στο μυαλό μου τα τελευταία του λόγια. Στην πλατεία η φαραποσύναξη συνεχιζόταν. Ο φίλος και συμμαθητής ήταν από τους ελάχιστους καλλιεργητές που ήταν ευχαριστημένοι από την γη τους. Δεν τον ενδιέφερε μόνο το χρηματικό μέρος της πορτοκαλλιέργειας. Δεν ήταν ένας απλός ιδιοκτήτης γης, μέσα από το χωράφι δημιουργούσε. Διατηρούσε ένα πετυχημένο πορτοκαλεώνα γιατί δεν αποξενώθηκε από το προϊόν του. Η αποτυχία της οικονομίας μας δεν είναι ποσοτική αλλά πρώτιστα ποιοτική. Αποξενωμένοι από την εργασία μας, δουλικοί μεταπράτες, υπερφίαλοι τηλεχειριστές καταναλωτικών προϊόντων, μόνοι προσφέρουμε τα χέρια μας στα σκουπίδια χειροπέδες του καπιταλισμού. Ο φετιχισμός των προϊόντων είναι μια φτηνιάρικη γάζα στην πληγή του δημιουργού που αρνηθήκαμε. Σε πλασματικές υπεραξίες πουλήσαμε την ταξική και κοινωνική μας συνείδηση. Χάσαμε την κοινοτική μας όραση και τα γυαλιά ηλίου είναι απαραίτητα ακόμα και με συννεφιά…..
**Η ιστορία είναι σχεδόν πραγματική και την έφτιαξαν τα λόγια μιας καλημέρας με τον Βαγγέλη στην τράπεζα….