Πολυτεχνείο (Ι)
Λόγω της ημέρας, είπα να σας πω δυο-τρεις κουβέντες για το Πολυτεχνείο. Την γνώμη μου θα πω, που, –πολύ φοβάμαι,– θα είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με τη δική σας, αλλά σε δημοκρατία ζούμε και καλό θα είναι να ακούγονται και οι αντίθετες απόψεις.
Θα ήθελα να πιάσουμε τα πράγματα με τη σειρά. Μήπως και βγάλουμε κάποια άκρη για τις αιτίες που οδήγησαν στο Πολυτεχνείο. Θα πούμε σταράτες κουβέντες και δεν θα ψειρίζουμε την μαϊμού. Θα αναφερθώ σε γεγονότα που οι έχοντες μια κάποια ηλικία σήμερα, –από 58 και πάνω,– μπορούν να επαναφέρουν στην μνήμη τους. Γνωστά πράγματα δηλαδή. Ξεκινάμε με την φοιτητική αναταραχή, που άρχισε τον Φεβρουάριο του 1973, αν θυμάμαι καλά, με τα γεγονότα της Νομικής Σχολής. Φοιτητές είχαν κάνει κατάληψη στη Σχολή και αυτή ήταν η αντίδραση των φοιτητών –η πρώτη μαζική αντίδραση του λαού στους συνταγματάρχες-επιβήτορες της εξουσίας – στις διώξεις και τις εξορίες της δικτατορικής κυβέρνησης. Από την Νομική άρχισε η εξέγερση των φοιτητών. Το πολυτεχνείο ακολούθησε μήνες αργότερα.
Μετά οι δικτάτορες έκαναν το λάθος να διακόψουν τις αναβολές στράτευσης που είχαν πάρει οι φοιτητές και να τους καλέσουν να στρατευτούν, όσους είχαν πάρει μέρος στα γεγονότα της Νομικής φυσικά. Οι άλλοι μπορούσαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους. Το καζάνι άρχισε να βράζει τότε. Κι έβραζε και κόχλαζε επικίνδυνα, χωρίς να ξέρει κανείς που θα κατέληγε.
Γύρω στα μέσα Οκτωβρίου, στις 14/10/1973, αν η μνήμη βοηθάει ακόμη, η επίθεση της αστυνομίας σε μια διαδήλωση 50.000 ανθρώπων στην Ταϊλάνδη πυροδότησε μια γενικευμένη εξέγερση του λαού κατά του καθεστώτος, στην οποία έλαβαν μέρος εκατοντάδες χιλιάδων κάτοικοι της πρωτεύουσας, έγιναν καταλήψεις και πυρπολήσεις δημοσίων κτιρίων και υπήρξαν 350 νεκροί. Το καθεστώς τα χρειάστηκε. Ο βασιλιάς απέλυσε την στρατιωτική κυβέρνηση και διόρισε μεταβατική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον πρύτανη του πανεπιστημίου.
Τότε ήταν που πήραν τα μυαλά μας αέρα. Αφού οι Ταϊλανδοί τα κατάφεραν, γιατί όχι κι εμείς; Στην Ταϊλάνδη όμως βγήκε ο λαός στους δρόμους που ήταν και η διαφορά των δύο εξεγέρσεων. (Θα επανέλθουμε σ’ αυτό παρακάτω). Και όταν άρχισε η εξέγερση στο Πολυτεχνείο, άρχισε να ακούγεται το σύνθημα: «Απόψε θα γίνει Ταϊλάνδη».
Μέχρι το καλοκαίρι του ’73 ο Παπαδόπουλος είχε εκπαραθυρώσει όλους τους στρατιωτικούς απ’ την κυβέρνηση και ως πρόεδρος της Δημοκρατίας (!) είχε διορίσει πολιτική κυβέρνηση, υπό τον Σπ. Μαρκεζίνη, που καημό το είχε να γίνει πρωθυπουργός, απ’ το 1955, όταν ο βασιλιάς Παύλος έδωσε το… δακτυλίδι στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, μετά τον θάνατο του Παπάγου. Σκοπός της κυβέρνησης εκείνης ήταν να προετοιμάσει την χώρα για εκλογές. (Το πόσο ελεύθερες θα ήταν δεν το γνωρίζω, υποθέτω όμως όσο ελεύθερα ήταν και τα δυο δημοψηφίσματα που οργανώθηκαν απ’ την δικτατορία: Έριχνες «όχι» κι έβγαινε «ναι», με… δημοκρατικές διαδικασίες). Πάντως ο στρατιωτικός νόμος είχε πάψει να ισχύει.
Κόσμος πολύς είχε συγκεντρωθεί μπροστά απ’ το Πολυτεχνείο, τόσος που νομίσαμε ότι ο λαός ήταν αποφασισμένος να αντιδράσει δυναμικά και ελπίσαμε. Άρχισε να λειτουργεί κι ο ραδιοφωνικός σταθμός του πολυτεχνείου, μικρής εμβέλειας μεν, αλλά οι ειδήσεις έφταναν εξογκωμένες σ’ όσους δεν τον έπιαναν και φούντωναν την ελπίδα.
Μέχρι το βράδυ εκείνο, που η κυβέρνηση κατέβασε τα τανκς. Τότε οι δρόμοι είχαν ερημώσει. Μόνο φοιτητές, προβοκάτορες και κάμποσοι αναρχικοί είχαν μείνει μέσα στο Πολυτεχνείο. Ο λαός, πουθενά. Κλεισμένοι στα σπίτια τους, φοβισμένοι, μαζεμένοι, δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένανε ίσως κάποιο θάμα, όπως είχε γράψει ο ποιητής Κώστα Βάρναλης χρόνια πριν.
Ας κάνουμε συγκρίσεις τώρα, να βρούμε γιατί δεν έγινε Ταϊλάνδη εκείνη την νύχτα. Γιατί στην Ταϊλάνδη κατέβηκαν στους δρόμους πάνω από μισό εκατομμύριο λαού, δεν άφησαν τους φοιτητές να βγάλουν μόνοι τους το φίδι απ’ την τρύπα. Και κάμποσοι πέθαναν! Ενώ εδώ κλειστήκαμε στην ασφάλεια του σπιτιού μας, για ν’ αποφύγουμε την Ασφάλεια της Μεσογείων. Τα τάνκς κατέβηκαν την Λεωφόρο Αλεξάνδρας, ερχόμενα απ’ το Γουδί. Αν στους γύρω δρόμους υπήρχαν μισό εκατομμύριο άνθρωποι, σε πυκνή παράταξη, από πού θα πέρναγαν; Ξέρω ότι δεν υπάρχει κανένας σίγουρος τρόπος να σταματήσει κανείς τα τεθωρακισμένα, προτάσσοντας τα στήθια του, αλλά είμαι περίεργος. Θα μας πάταγαν; Είμαι σίγουρος πώς όχι. Αν ο αδελφός μου δεν είχε απολυθεί 6 μήνες νωρίτερα, θα ήταν αρχηγός πληρώματος του πρώτου άρματος. Πού θα πήγαινε; Να πατήσει και να λιώσει τον αδελφό του; Το ήξερε ότι ήμουν εκεί, όπως ήξερε ότι ήμουν πολύ πεισματάρης για να κάνω πίσω. Ούτε στους χειρότερους εφιάλτες του δεν θα το ’κανε! Και οι υπόλοιποι, παιδιά μας κι αδέλφια μας ήταν, δεν είχαν φέρει μισθοφόρους από άλλους πλανήτες. Οι Ταϊλανδοί τόλμησαν και πέτυχαν. Εμείς κιοτέψαμε και η χούντα δεν έπεσε.
Εν ολίγοις πιστεύω ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν μια εξέγερση προκατασκευασμένη στις ΗΠΑ. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί πιστεύω ότι δύο ήταν η λόγοι που έγινε δικτατορία στην Ελλάδα το 1967: α) Να διώξουν τον βασιλιά, που οι υπερατλαντικοί μας… σύμμαχοι (;) θεωρούσαν άνθρωπο των Εγγλέζων και β) να πουλήσουν την Κύπρο. Ο Παπαδόπουλος έφερε σε πέρας τον πρώτο στόχο και, μια βδομάδα μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, μας κάθισαν άλλους στον σβέρκο, για να φέρουν σε πέρας και τον δεύτερο στόχο.
Θυμάμαι την νύχτα 24ης προς 25η Νοεμβρίου 1973, ήμουν κρατούμενος στο ΚΕΒΟΠ και με ανέκρινε κάποιος ταγματάρχης. Μου είπε λοιπόν ότι, αφού είχα δηλώσει ότι ήμουν ενάντιος στη στρατιωτική κυβέρνηση, ήμουν κομμουνιστής. Να πω την αλήθεια, θα έσπαγα πλάκα με την παράλογη λογική του, αν δεν δίψαγα τόσο πολύ. Με είχαν 4 ημέρες χωρίς σταγόνα νερό κι όταν έλεγα ότι διψούσα, με πήγαιναν στην τουαλέτα και μου έλεγαν να πιω απ’ τη λεκάνη. Δεν ήπια. Ίσως δεν δίψαγα πολύ…
«Δεν μου λες,» του λέω, «εσύ είσαι με το καθεστώς;» (Κάτι ταγματαρχάκους, που δεν ξέρουν να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα, τους έχω για πρωινό!) «Φυσικά!» μου απαντάει. «Καλά, το καθεστώς, καθεστώς είναι, αύριο πέφτει,» συνέχισα εγώ. «Εσύ με ποιους θα είσαι; Με τους παλιούς ή με τους καινούργιους;» «Με το καθεστώς!» μου απαντάει, αλλά η στάση του απέναντί μου άλλαξε. Διέταξε έναν λοχία να μου φέρει νερό, (παγωμένο νερό σε καράφα και γυάλινο ποτήρι παρακαλώ, όχι τσίγκινο κύπελλο) κι εξαφανίστηκε σε μια πόρτα εκεί στο βάθος. Επέστρεψε μετά από λίγο μ’ έναν συνταγματάρχη, που ούτε κι αυτός μου… συστήθηκε. «Τι κάνεις εσύ εδώ;» με ρώτησε. «Ε, επίσκεψη ήρθα, αλλά κάπου ξέχασα τα γλυκά και τα λουλούδια», απάντησα. Τι να του ’λεγα του βλακός; Δεν ήμουνα εκεί με την θέλησή μου. «Άντε να πας στο σπίτι σου, που σε περιμένει η γυναίκα σου και τα παιδιά σου», μου είπε και μ’ έδιωξαν. Όταν έφτασα, ποδαράτος, στην Ομόνοια, κατάλαβα γιατί μ’ έδιωξαν. Τα τμήματα των Ενόπλων Δυνάμεων είχαν ήδη πάρει θέσεις και ο δεύτερος γύρος της δικτατορίας άρχιζε. Μ’ εκείνα που είχα πει, τα περί καθεστώτος, πίστεψαν ότι είχαν πιάσει κάποιον προβοκάτορα του δεύτερου γύρου της δικτατορίας –ήξεραν τι ετοιμαζότανε, σιγά μήπως και δεν ήξεραν– και ότι το επόμενο πρωί θα τους τα ’κοβα στεγνά. Έτσι την γλίτωσα!
ο θείος Τάκης (Παναγιώτης Περράκης)
Το κείμενο που διαβάσατε ήταν μια προσφορά της
Αρτοποιίας-Ζαχαροπλαστικής «Αλεύρι & Ζάχαρη», Σιδηράς Μεραρχίας 26, Ναύπλιο, με πάντα φρέσκα προϊόντα και αγνά υλικά. Σας συστήνω να δοκιμάσετε τα νέα προϊόντα τους: Εξαιρετικά σάντουιτς και υπέροχες, φρεσκοφτιαγμένες σαλάτες.
Και
Του «Popeye bistro», Σταϊκοπούλου 32, Ναύπλιο, για ποιοτικό φαγητό, την νοστιμότερη πίτσα που έχετε ποτέ δοκιμάσει, τέλειες μακαρονάδες, εξαιρετικά και προσεκτικά διαλεγμένα κρασιά και μια αξιόλογη συλλογή από ελληνικές και ξένες μπἰρες.
Και στα δύο αυτά μαγαζιά προτείνω να δοκιμάσετε τον καφέ τους. Εξαιρετικός! Ο καλύτερος καφές στην πόλη!
Η επιλογή και ανάπτυξη του θέματος, όπως πάντα, δική μου!