ΆρθροΑρχείο

Ο πρίγκηπας της Κυψέλης δεν μένει πια εδώ

ΟΜΝΥΕΙ – Κ.Καβάφη

Ομνύει κάθε τόσο
ν’ αρχίσει πιο καλή ζωή.
Αλλ’ όταν έλθ’ η νύχτα,
με τες δικές της συμβουλές,
με τους συμβιβασμούς της
και με τες υποσχέσεις της
αλλ’ όταν έλθ’ η νύχτα,
με την δική της δύναμι
του σώματος που θέλει και ζητεί,
στην ίδια μοιραία χαρά,
χαμένος, ξαναπηαίνει.
 
Κηδεύθηκε χθες στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών ο τελευταίος της γενιάς των μεγάλων Ελλήνων συγγραφέων κι ένας σπουδαίος άνθρωπος.

Δολοφονήθηκε με τρόπο τραγικό. Τα ελληνικά γράμματα πενθούν. Ο Μένης υπηρέτησε με συνέπεια, όπως θα δείτε παρακάτω σε δικό του κείμενο, τα πάθη του. Αναζητούσε τον κίνδυνο σε στέκια σκοτεινά με εφήμερες γνωριμίες. Ήταν ένας προοδευτικός αστός που δεν δίσταζε, ενυπογράφως και με όποιο τρόπο μπορούσε, να αντισταθεί στη χούντα των συνταγματαρχών. Ποτέ δεν ξεχώρισε τους ανθρώπους από την ταξική ή την εθνική τους προέλευση και βοηθούσε με τις απέραντες γνώσεις του τους νέους συγγραφείς, ποιητές, μουσικούς.

Τον θυμάμαι στη γειτονιά μας να περπατάει ευθυτενής. Στην Ιωάννου Δροσοπούλου, στη Φωκίωνος Νέγρη, ανάμεσα από τα κουρασμένα πλατάνια να περιδιαβάζει στη λαϊκή αγορά της Κυψέλης, να απαντάει με ευγένεια σε όποιον τον σταματούσε.

Ο τόπος μας δύσκολα θα αντέξει κι αυτή τη μεγάλη απουσία, που προστίθεται στη στρατιά των αναντικατάστατων ανθρώπων του πνεύματος, της επιστήμης, του πολιτισμού που έφυγαν τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ας λένε κάποιοι, ότι «ουδείς αναντικατάστατος». Βάρναλης, Σεφέρης, Λουντέμης, Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος, Ελύτης, Ρίτσος, Λειβαδίτης, Βρεττάκος, Ροντήρης, Μινωτής, Παξινού, Τερζάκης, Κουν, Σολωμός, Ι. Καμπανέλλης, Θ. Αγγελόπουλος, Κατράκης, Λαμπέτη, Ν.Χ. Γκίκας, Τσαρούχης, Βασιλείου, Μόραλης, Σαχτούρης, Νανά Καλλιανέση, Βαφόπουλος, Μητρόπουλος, Κάλλας, Σινόπουλος, Μ. Κάσδαγλης, Μ. Αναγνωστάκης, Ασλάνογλου, Πεντζίκης και τόσοι άλλοι ενδιαφέροντες άνθρωποι που δεν γνωρίσαμε ποτέ.

Ωστόσο και σήμερα, παρά την οικονομική κρίση, νέοι άνθρωποι παλεύουν στο θέατρο, τη μουσική, τη ζωγραφική, την καινοτομία, την έρευνα προσπαθώντας να μην πάει χαμένη ετούτη η πατρίδα. Με αυτούς τους ανθρώπους είχε καθημερινή επαφή, ο μεγάλος απών, ο Μένης Κουμανταρέας.

Οφείλουμε μεγάλο σεβασμό στη μνήμη του, μεγάλο σεβασμό στις προσωπικές επιλογές του, στις οποίες ο ίδιος ασκούσε κριτική: «Όσο κι αν μετανοώ για τις νυχτερινές απερισκεψίες μου και κόπτομαι ότι δεν πρόκειται να τις επαναλάβω, άλλο τόσο με τρώει η κούτρα μου και ξαναγυρίζω σ’ αυτές». Και συνεχίζει: «Πότε γράφω και πότε παίζω μουσική καλύτερα; Μετά από τις ασωτίες, ντράβαλα και απιστίες. Λες κι αυτά να είναι προϋποθέσεις για ανάταση ψυχής και δημιουργία. Κακούργα τέχνη!».

Καλό ταξίδι, Μένη. Ακόμα και με σπασμένα φτερά από τον βίαιο θάνατό σου, η ψυχή σου ελεύθερη θα ταξιδεύει στην αιωνιότητα. Σαν φυλακτό θα κρατήσουμε τις στιγμές, που εύνοια της τύχης μας επιφύλαξε να ζήσουμε κοντά σου.

Του Μανόλη Τσακίρη