Το μεγαλείο του Λαϊκισμού και τα Μνημόνια
Του Δημήτρη Μάρδα *
Αφού πήραμε μια νέα δόση αηδίας από το πολιτικό μας σύστημα, με την υπόθεση Χαϊκάλη, πορευόμαστε το 2015 στις εθνικές εκλογές με φόντο έναν πολυποίκιλο λαϊκισμό, που πασχίζει να δείξει πόσο χρήσιμος είναι στον τόπο.
Οι πάντες θέλουν να ρίξουν στην πυρά το Μνημόνιο, βιώνοντας την αυταπάτη της απαλλαγής από τους μηχανισμούς εποπτείας των πιστωτών στα επόμενα τριάντα χρόνια! Έτσι, οι λαϊκιστές της Δεξιάς (που σχίζουν φύλλο-φύλλο το Μνημόνιο) και της Αριστεράς (που θα το σχίσουν μια και έξω), προσπαθούν να δείξουν στους Έλληνες ψηφοφόρους πόσο κακοί είναι ή θα είναι απέναντι στην τρόικα…
Με ακατανόητη τακτική, με αντιφατικές στρατηγικές και με πλήθος ανδρών και γυναικών ενός μετρίου πολιτικού αναστήματος και ήθους, προσπαθούν να πείσουν οι εραστές της εξουσίας τους πολίτες, ότι η σωτηρία της χώρας εξαρτάται από τη σύγκρουσή τους με την τρόικα και μόνο.
Δεν είμαστε υποστηριχτές τέτοιων Μνημονίων, που με τις πολλές λανθασμένες επιλογές τους ή τα κενά που παρουσιάζουν δεν προσέφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Καλό θα ήταν, ωστόσο, να μη θεωρούμε ως άλλοθι των κακοτεχνιών των οικονομικών μας πολιτικών και των… πεφωτισμένων ηγετών μας, τα λάθη των Μνημονίων.
Πράγματι, η αποσάθρωση του βιομηχανικού ιστού της χώρας δεν είναι προϊόν του Μνημονίου ή του ευρώ. Οφείλεται στις ακατάλληλες επιλογές των δικών μας πολιτικών ηγεσιών από το 1987 και μετά, οι οποίοι ουδέποτε κατανόησαν τις επιπτώσεις της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς και της παγκοσμιοποίησης, στη διεθνοποιημένη παραγωγή και στο εμπόριο.
Το γεγονός ότι είμαστε η πρώτη προς χρεοκοπία χώρα του πλανήτη, δεν είναι πάλι συνέπεια ενός Μνημονίου, αλλά το αποτέλεσμα μιας εγχώριας πολιτικής ευδαιμονισμού που γνώρισε το απόγειο της δόξας της μετά το 2004.
Το ότι δεν αγγίζουμε τους γνωστούς λαθρεμπόρους καυσίμων, δεν είναι υπόθεση της τρόικας (αν και απορεί βέβαια κανείς γι’ αυτό), αλλά έκφραση της δυσοσμίας ενός συστήματος πολιτικής διαπλοκής και διαφθοράς. Γιατί άραγε η τρόικα δεν ασχολήθηκε με αυτόν τον χρυσοφόρο χώρο, που οδηγεί σε απώλειες δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως από τον κρατικό προϋπολογισμό; Ερώτημα αναπάντητο έως σήμερα.
Το ότι είμαστε η 80η πιο διεφθαρμένη χώρα του πλανήτη, δεν είναι το επακόλουθο μνημονιακών διεργασιών, αλλά δικών μας επιλογών. Έπρεπε βέβαια να έρθει η τρόικα για να βάλει κάποια τάξη στο θέμα της διαφθοράς των πολιτικών μας, μέσα από τον νόμο περί μαύρου χρήματος, που αισίως άρχισε να στέλνει στα δικαστήρια κάποιους πρώην υπουργούς, στερώντας τον ύπνο από κάποιους εν ενεργεία.
Η κατάντια τέλος της ελληνικής δικαιοσύνης και το φαύλο πολιτικό σύστημα, που αναδείχθηκε με τη λίστα Λαγκάρντ και με τόσα άλλα γεγονότα που ζούμε, δεν συνδέονται με μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, αλλά είναι το αποτέλεσμα πάλι δικών μας… βαθυστόχαστων επιλογών.
Η σύγκρουση με έναν πολιτικά ισχυρό αντίπαλο, όπως είναι οι πιστωτές μας, είναι μια άσκηση στρατηγικής πολέμου. Η επιτυχία της διεξαγωγής νικηφόρων μαχών δεν εξαρτάται μόνο από τις δικές μας δυνάμεις, που συχνά τις υπερτιμούμε. Η ισχύς και η δυναμική του αντιπάλου είναι το δεύτερο στοιχείο που οφείλουμε να λάβουμε εξίσου σοβαρά υπόψη. Όταν ο εχθρός είναι πανίσχυρος, τότε απαιτείται μια άλλη στρατηγική, διαφορετική από εκείνη της κατά μέτωπον επίθεσης.
Όποια, όμως, και αν είναι η επιλογή μας, οι ιαχές, οι άναρθρες κραυγές και η πολιτική των εντυπώσεων δεν λύνουν το πρόβλημα. Αντίθετα, μια συγκροτημένη στρατηγική, που κινείται με συνέπεια και χωρίς αποκλίσεις, αναδεικνύοντας έντεχνα τα πλεονεκτήματα μας και εκμεταλλευόμενη από την άλλη τις αδυναμίες του αντιπάλου, θα δώσει εύλογα καλύτερα αποτελέσματα από ό,τι λεκτικές φοβέρες και πομπώδεις εκφράσεις περί σχισιμάτων των Μνημονίων.
*Ο Δημήτρης Μάρδας είναι καθηγητή τμήματος οικονομικών επιστημών του ΑΠΘ.