Αν δεν σέβεσαι το λιθαράκι τι το θέλεις το ψηλό τακούνι;
Ο παππούς απολάμβανε για άλλη μια φορά την ανάγνωση των κυριακάτικων εφημερίδων. Παρέα του ο συνονόματος εγγονός ο Πετράν, δυο κούπες ελληνικού καφέ έστελναν τα σιωπηλά μυρωδάτα μηνύματά τους. Το μπαλκόνι λουσμένο στο κυριακάτικο φως και μόνο το χαρακτηριστικό χρατς – χρατς των φύλλων των εφημερίδων που γύριζαν φυλλομετρούσε τον χρόνο. Αφού τέλειωσαν το πρώτο ξεφύλλισμα για να πάρουν μια ανάσα, να πουν μια κουβέντα παππούς και εγγονός στράφηκαν στους καφέδες τους. Ακολούθησαν την ίδια ιεροτελεστία, δυο σταγόνες κρύου νερού στον αχνιστό καφέ για να κάτσει. Πήραν και οι δυο από μια γερή γουλιά παγωμένου νερού για να καθαρίσουν στόμα και λαιμό. Σήκωσαν με αργό ρυθμό την κούπα με τον καφέ, φύσηξαν το καϊμάκι και τράβηξαν μια γερή γουλιά καφέ. Οι κινήσεις των χειλιών τους επιβεβαίωσαν την ικανοποίηση τους. Έτσι όπως κάθονταν αντικριστά ήταν σαν να έβλεπες παντομίμα ίδιες και απαράλλαχτες οι κινήσεις τους σαν να υπήρχε ένας καθρέπτης ανάμεσα τους , μόνο που ο άνθρωπος και το είδωλό του είχαν μεγάλη διαφορά ηλικίας.
-Παππού πως τα είδες τα πράγματα με τις διαπραγματεύσεις;
-Με προβλημάτισαν πολύ οι δηλώσεις του Μανώλη Γλέζου και του Μίκη Θεοδωράκη. Μπορεί όσο μεγαλώνουμε να χάνουμε κάποιες ικανότητες αλλά εκείνο το ένστικτο, για το που πάει το καράβι, δεν το χάνουμε, εμείς που χρόνια αγωνιστήκαμε να του αλλάξουμε ρότα.
-Ναι αλλά διαπραγματεύσεις γίνονται, αυτό δεν μπορείς να το αρνηθείς και ίσως αν ήμασταν λιγότερο ενδοτικοί τα προηγούμενα χρόνια να ήταν καλύτερα τα πράγματα.
-Σε παρασέρνουν και σένα τα μηνύματα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης , στο έχω πει και άλλη φορά η διαφορά είναι στην ποιότητα, στον προσανατολισμό, στην ρότα που κρατά το πλοίο. Για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να λειτουργήσει υπέρ των λαών. Για άλλη μια φορά η Γερμανία της Ευρώπης Ένωσης συσσωρεύει πλούτο σε βάρος άλλων λαών. Μην ξεχνάς τι έκαναν στους Εβραίους. Μέσα στο μαντρί η μοίρα σου είναι γραμμένη στο μαχαίρι του σφαγέα.
-Δηλαδή επιμένεις να βγούμε εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης;
-Δυστυχώς αυτό το μόρφωμα δεν αλλάζει από μέσα, αν αρχίσουν να τραβιόνται ένας – ένας οι λαοί που υποφέρουν τότε θα πέσει από μόνο του. Όπως κάτι κάθετα παιγνίδια που φτιάχνουμε κομμάτι και όταν τραβήξεις το κατάλληλο κομμάτι καταρρέει με την μία.
-Μα κάτι τέτοια θα ήταν ιδιαίτερα επώδυνο.
-Καλύτερα ένα φρικτό τέλος παρά μια φρίκη χωρίς τέλος όπως έλεγε και ένα παλιό σύνθημα. Τι το θέλεις το ψηλό τακούνι όταν δεν σέβεσαι το λιθαράκι;
-Παππού άσε τους κωδικούς και λέγε τις ιστορίες . ( Ο εγγονός είχε μάθει ότι πίσω από κάθε γρίφο ο παππούς έκρυβε παλιές ιστορίες στην ακμαία ακόμα μνήμη του.)
-Λοιπόν και οι δύο είναι ιστορίες του Άκη του δημοσιογράφου. Στην εφημερίδα του «Αναγνώστης» έγραφα τις ιστορίες μου. Μια Κυριακή πρωί στο περίπτερο του Χάρη βρεθήκαμε για εφημερίδες και μου τις είπε. Στο δυτικό μέρος της Λαϊκής Αγοράς εκεί που είναι τώρα μια μεγάλη πολυκατοικία και μαγαζιά από κάτω ήταν ένα παλιό ωραίο σπίτι. Εκεί μέσα έμενε ο Μιχάλας ένας ωραίος γραφικός τύπος. Δεν ξέρω αν ήταν δικό του το σπίτι , όσα χρόνια όμως εγώ τον θυμάμαι εκεί έμενε. Ούτε και τι δουλειά έκανε ήξερα ακριβώς ήταν όμως σίγουρο ότι έμενε για πολλά χρόνια σε εκείνο το σπίτι. Περνούσαν τα χρόνια, γερνούσε ο Μιχάλας γερνούσε και το σπίτι μαζί του. Κάτοικος του σπιτιού και κτήριο βίωναν μαζί την φθορά του χρόνου. Άρχισαν να φαίνονται οι βαθιές ρυτίδες στο πρόσωπο του Μιχάλα εκείνες οι βαθιές χαρακιές που είτε γελάς είτε κλαίς μένουν εκεί δερμάτινες ρεματιές του χρόνου. Άρχισαν και οι πρώτες ρωγμές στους σοβάδες του σπιτιού, κάποια στιγμή «οι ρυτίδες» του σπιτιού έγιναν περισσότερες και πιο βαθιές από του Μιχάλα. Με μια ξαφνική νεροποντή κάποιες χωμάτινες αυλακιές δεν άντεχαν και παράσερναν κανένα πετράδι προς τα κάτω μεγαλώνοντας την αυλακιά. Όταν έβγαινε μετά την βροχή ο Μιχάλας κοίταζε δεξιά και αριστερά στις δυο οδούς. Δεν μπορώ να ξέρω με πιο τρόπο αλλά αναγνώριζε ποια λιθαράκια ήταν από το δικό του κτίσμα ακόμα και αν τα έβρισκε σε απόσταση ή σε διπλανά κτήρια με παρόμοια κατασκευή. Το έπιανε με προσοχή και αφού ήταν σίγουρος ότι το «έσωσε» μέσα στη χούφτα του το εκσφενδόνιζε πάνω από την μεγάλη ξύλινη δίφυλλη πόρτα.
-Του σπιτιού μου είναι ρε, δικό μου είναι , ( έλεγε πάντα είτε υπήρχε άνθρωπος να το δει, είτε όχι) , χώμα δικό μου ρε, περιουσία μου.
-Ο σβώλος εκσφενδονιζόταν και πήγαινε μέσα στην μεγάλη αυλή γινόταν κομμάτια βέβαια αλλά ποτέ δεν απομακρυνόταν από την φυσική του πηγή. Ποιος ξέρει μέσα στο μυαλό του Μιχάλα μπορεί μαζεύοντας όλους αυτούς τους σβόλους να πίστευε ότι θα ήταν το «γιατρικό» για να μπαλώσει τις ζημιές. Αφού ήταν μόσχευμα από τον ίδιο οργανισμό δεν θα το απέρριπτε ο τοίχος.
-Νομίζω ότι αυτή την ιστορία και την ατάκα την κατάλαβα παππού η άλλη ατάκα με το τακούνι που κολλάει.
-Πάλι και σε αυτή την ιστορία πρωταγωνιστεί ο Μιχάλας. Εκείνη την εποχή αρχές τις δεκαετίας του εβδομήντα λίγο πριν λίγο μετά την χούντα ο Έλληνας άρχισε να ψηλώνει με τεχνικό τρόπο.
-Τι εννοείς παππού τεχνικό τρόπο;
-Ότι λέει η ίδια η λέξη, τα παπούτσια έγιναν ένα μέσο για να σηκωθούμε λίγο! Στην αρχή ήταν τα δίπατα παπούτσια, με διπλό πάτο ανέβαινες λίγους πόντους. Μετά όμως οι κατασκευαστές παπουτσιών σκέφτηκαν να μεγαλώσουν τα τακούνια.
-Παππού νομίζω ότι έχω δει ταινίες της εποχής από την συλλογή στο υπόγειο.
-Με τις ταινίες της εποχής εκείνης κοινωνιολογική μελέτη μπορείς να κάνεις. Αφού λοιπόν έχεις και εικόνα για τι λέω ακόμα καλύτερα. Κάθε μάνα που λες το παιδί το έχει γίγαντα. Έτσι τεράστιος θα ήταν στην αγάπη της μάνας του και ο Άκης . Αλλά εκείνη θέλησε να τον κάνει ακόμα ψηλότερο και να είναι και μέσα στην μόδα.
-Του αγόρασε τέτοια παπούτσια;
-Ακριβώς. Βέβαια μπορεί και να μην είχε άλλη επιλογή η γυναίκα αν πλημμύρισαν τα μαγαζιά με ψηλοτάκουνα αντρικά παπούτσια.
-Τι είναι αυτά μάνα; ( Την ρώτησε ο Άκης με κάποια καχυποψία στο βλέμμα.)
-Τα καινούργια σου παπούτσια .
-Ήταν δύσκολο να της αρνηθεί. Εκείνη την εποχή ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια ήταν σημαντικό δώρο. Οι τσαγκάρηδες εκείνη την εποχή έκαναν χρυσές δουλειές, ο κόσμος δύσκολα αγόραζε νέο ζευγάρι παπούτσια. Τα φόρεσε λοιπόν ο έφηβος Άκης. Αφού ισορρόπησε , γιατί όσο και να το κάνουμε η διαφορά δυο τριών πόντων προκαλεί και μια νέα αίσθηση ισορροπίας, τα αποδέχτηκε. Το απόγευμα βγήκε να πάει να βρει τους φίλους του. Την εποχή εκείνη η λαϊκή αγορά του Άργους ήταν χωμάτινη και εκεί κοντά ήταν ένα κομμάτι δρόμου καλντερίμι.
Ο πιο ψηλός Άκης ξεκίνησε την βόλτα του. Δεν είχε κανένα πρόβλημα με τα καινούργια του παπούτσια, ούτε μάλλον και με την καινούργια θέαση των πραγμάτων μερικούς πόντους ψηλότερα. Η κακιά στιγμή ήρθε όταν έπρεπε να διασχίσει το καλντερίμι, οι πέτρες απαιτούν έμπειρο χειρισμό ψηλοτάκουνων παπουτσιών. Τόσες γυναίκες περνούσαν από εκείνο το σημείο αλλά καμία δεν είχε πέσει. Ο Άκης μόλις κάνει τα πρώτα βήματα γλίστρησε αλλά κατόρθωσε λίγο πριν την τελική πτώση και το έσωσε σε μια κεκλιμένη στάση σώματος του. Βρισκόταν μεταξύ πτώσης και όρθιας θέσης. Συμπτωματικά πίσω του ήταν ο Μιχάλας. Ο ευρύτερος χώρος της Λαϊκής Αγοράς ήταν ο ζωτικός του χώρος. Πιθανόν να είχε πιει και τα ποτηράκια του με το βλέμμα χαμηλό και θολό είδε δυο τακούνια να μην μπορούν να στηρίξουν τα πόδια που έφεραν.
-Παρακαλώ έπαθε τίποτα η δεσποινίς; ( Ρώτησε με υποστηριχτική παθιάρικη απορία, έτοιμος να πάει να βοηθήσει.)
-Αυτό ήταν, ο Άκης αφού ισορρόπησε φεύγει με μιας για το σπίτι του χωρίς να κοιτάξει πίσω. Μπαίνει στο σπίτι του μάλλον με θυμωμένη έκφραση.
-Μάνα πάρε τα παπούτσια και δώσε μου τα παλιά
-Γιατί σε «χτύπησαν» παιδάκι μου; Που πονάνε τα πόδια σου; ( Ο Άκης ήδη τα είχε πετάξει, μπροστά στην έκπληκτη μητέρα του.)
-Μάνα δώσε μου τα παλιά !
-Μα γιατί τι έγινε;
-Καλύτερα πέντε πόντους πιο κοντός παρά τοιούτος ! (Της είπε βάζοντας τα παλιά του παπούτσια, αφήνοντας την με απορία να κοιτά τα τακούνια.)
-Κατάλαβες Πετράν, με δανεικά λεφτά πήγαμε και αγοράσαμε ψηλοτάκουνα παπούτσια για να βαδίσουμε τους Ευρωπαϊκούς δρόμους άλλα εμείς είμαστε αμάθητοι σε τέτοια παπούτσια και σε τέτοια καλντερίμια. Το πιθανότερο είναι να γίνουμε γραφικοί και να μας παρεξηγήσουμε. Γιατί από ότι φαίνεται δεν θα έχουμε την οργισμένη αντίδραση του έφηβου που γύρισε σπίτι του να βάλει τα παλιά του παπούτσια και να βαδίσει με σιγουριά στους δρόμους. Το δικό μας σπίτι είναι οι κοινότητες και η αυτοοργάνωση τους μέσα από την λειτουργία των Προσώπων. Μέχρι την πόρτα του Πολυτεχνείου ήταν ακόμα ζωντανές. Άρχισαν να χάνουν την ανάσα τους μετά την μεταπολίτευση και τις αποτελείωσε ο «Καλλικράτης». Όπως βαριανασαίνει και η γλώσσα μας. Αν θέλαμε να δώσουμε κάτι διαφορετικό στις Ευρώπες ήταν ο Λόγος και η Πράξη των κοινοτήτων μας. Μόνο αν βρούμε το μονοπάτι για την επιστροφή στην αυτονομία , την κοινότητα και την αυτοοργάνωση θα έχουμε την ποιότητα να αντισταθούμε στα γλιστερά Ευρωπαϊκά καλντερίμια . Αν δεν σέβεσαι το λιθαράκι από το δικό σου σπίτι τι το θες το ευρωπαϊκό τακούνι ;
Το ερώτημα παρέμεινε αναπάντητο , στην πλακόστρωτη αυλή ακούστηκαν τα επιδέξια ρυθμικά τακουνοχτυπήματα της γιαγιάς. Σήκωσε το βλέμμα της στο μπαλκόνι , σήκωσαν τις κούπες τους και την χαιρέτησαν ….. με ένα παράξενο στα όρια του γέλιου χαμόγελο, για το οποίο σίγουρα θα ζητούσε εξηγήσεις…
*Πέρα από το φανταστικά στοιχεία , η τυχαία συνάντηση με τον Άκη στο περίπτερο των Κυριακάτικων Εφημερίδων, σε μια παρατεταμένη χρονικά καλημέρα μου έδωσε τις παλιές αργείτικες ιστορίες …
Βασίλης Καπετάνιος