1816-2016: Διακόσια χρόνια από τη λεηλασία του Παρθενώνα
Ο Τόμας Μπρους είναι ο γνωστός σε όλους μας Ελγίνος, ο εξολοθρευτής των μαρμάρων του Παρθενώνα. Ήταν ο έβδομος κόμης της κομητείας του Έλγιν και Κινκαρντάιν της Σκοτίας. Γεννήθηκε στη βόρεια Σκοτία όπου ήταν η κομητεία του μεγαλοκτήμονα πατέρα του. Σπούδασε στο Λονδίνο, Παρίσι και Γερμανία και από νεαρή ηλικία έγινε πρεσβευτής της Βρετανίας στις Βυξέλλες, Βερολίνο και Κωνσταντινούπολη. Η γυναίκα του ήταν μία πλούσια Εγγλέζα, ελληνολάτρισσα, άνθρωπος της μόδας που εκείνο τον καιρό επέβαλε την αρχαιοελληνική λατρεία. Για να την ευχαριστήσει, της υποσχέθηκε ότι για χάρη της θα κτίσει οίκημα με αρχαιοελληνική μορφή και με αυθεντικά υλικά από την Ακρόπολη.
Όταν ήταν πρεσβευτής της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη κατόρθωσε να αποσπάσει ένα φιρμάνι από τον τούρκο Μεγάλο Βεζύρη που του έδινε το δικαίωμα να πάρει από την Ακρόπολη μερικά κομμάτια πέτρας με επιγραφές και σχήματα και μία Καρυάτιδα. Το πρωτότυπο φιρμάνι χάθηκε. Υπήρχε και ένα αντίγραφο στην ιταλική γλώσσα. Η επίμαχη φράση του φιρμανιού έλεγε ότι ο Ελγίνος μπορούσε να πάρει ΜΕΡΙΚΑ κομμάτια, αλλά ο Ναπολιτάνος μεταφραστής Τζιοβάνι Ρουσιέρι, ζωγράφος στην υπηρεσία του Ελγίνου, μετέφραζε ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ και όχι μερικά.
Έτσι ο Ελγίνος, από το 1801, άρχισε το καταστροφικό του έργο. Πλήρωνε τον τούρκο φρούραρχο της Ακρόπολης 5 λίρες κάθε μέρα, προσέλαβε 350 εργάτες και επί ένα χρόνο και στη συνέχεια όποτε ήθελε, λεηλατούσε την Ακρόπολη. Διακόσια κιβώτια αρχαιολογικών θησαυρών συσκευάστηκαν για να μεταφερθούν στο Λονδίνο.
Το 1801, υπό την επίβλεψη του Ελγίνου, από το λιμάνι του Πειραιά, απέπλευσε το ιδιόκτητο πλοίο του «Μέντορας» φορτωμένο με τα 65 πρώτα κιβώτια των θησαυρών. Ο ίδιος ο Ελγίνος έφυγε με άλλο μέσο για την Κωνσταντινούπολη. Όμως, το πλοίο του βυθίστηκε στο ακρωτήρι Μαλέα, οι ναύτες σώθηκαν και το πολύτιμο φορτίο στο βυθό ανάμεσα στα Κύθηρα και την Πελοπόννησο. Ο Ελγίνος ανέσυρε τα κιβώτια από τον βυθό, πληρώνοντας 6.000 λίρες. Στη συνέχεια, λόγω του ότι ξέσπασε ο Γαλλοαγγλικός πόλεμος, ανακλήθηκε από την Κωνσταντινούπολη στο Λονδίνο. Φόρτωσε τα 65 κιβώτια σε πολεμικό πλοίο της Αγγλίας που τα μετέφερε στο Λονδίνο και τοποθετήθηκαν σε αποθήκη που είχε νοικιάσει. Ο ίδιος προτίμησε να επιστρέψει οδικώς ως την Μάγχη και από εκεί να περάσει στο Λονδίνο. Στο δρόμο όμως προς την Μάγχη τον συνέλαβαν οι στρατιώτες του Ναπολέοντα και τον έκλεισαν φυλακή. Κατόρθωσε, μετά από δύο χρόνια, το 1806, να αποφυλακιστεί και επέστρεψε στο Λονδίνο. Έχασε όμως την έδρα του στη Βουλή των λόρδων, γιατί δόθηκε σε άλλον. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για κάποιον άλλον άνδρα.
Όμως, συνέχισε το κακουργηματικό του έργο, βανδαλίζοντας και λεηλατώντας τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη, συλλέγοντας ακόμη και αγγεία, 253 τεμάχια και μεταφέροντας τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στο Λονδίνο και επιδεικνύοντάς τους σε φίλους και γνωστούς. Ένας από αυτούς ο ζωγράφος Χένρι Φουζέλι, όταν είδε τα εκθέματα άρχισε να φωνάζει από θαυμασμό και να λέει: «ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΤΑΝ ΘΕΟΙ». Ο ζωγράφος Λουσιέρι, στην υπηρεσία του Ελγίνου, το 1812, έστειλε στο Λονδίνο τα τελευταία κιβώτια ολοκληρώνοντας την καταστροφή.
Ο Ελγίνος το 1816, διακόσια χρόνια πριν, αποφάσισε να πουλήσει τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στη Βρετανία και ζήτησε 74.240 λίρες. Η κυβέρνηση της Βρετανίας έλυσε το ηθικό ζήτημα με το παιδαριώδες αιτιολογικό ότι τα μάρμαρα σαπίζουν στην Ακρόπολη και ότι οι Άγγλοι θα τα συντηρούσαν. Ως προς το ποσό, επιδόθηκε στον Ελγίνο: «μείον η μεταφορά με αγγλικό πολεμικό πλοίο, μείον το γεγονός ότι η απόκτησή τους οφείλεται στο ότι ο κόμης ενεργούσε ως κυβερνητικός υπάλληλος, μείον ότι θα κτιστεί ειδική αίθουσα στο Βρετανικό μουσείο, κάνει να παίρνει 35.000 λίρες», επιβραβεύοντας τον μεγαλύτερο αρχαιοκάπηλο του κόσμου.
Ο Τόμας Μπρους, ο έβδομος κόμης του Έλγιν και του Κινκαρντάιν, ο γνωστός σε όλους μας ως Ελγίνος, πέθανε στα 1841, σε ηλικία 70 ετών, στερημένος από αξιώματα και καταφρονεμένος ακόμα και στην ίδια του πατρίδα. Ο μεγάλος αρχαιολόγος της εποχής του Νάιτ τον κατηγορούσε «για άθλιο βάνδαλο και καταστροφέα του Παρθενώνα και αρχαιοκάπηλο». Ο Τζορτζ Γκόρντον Νόελ, λόρδος του Μπάιρον, ο για μας τους Έλληνες λόρδος Βύρων είχε σκαλίσει σε μαρμάρινη πέτρα τα εξής: «Ό,τι δεν κατάφεραν οι Γότθοι, το έκαναν οι Σκότοι (Σκοτσέζοι)»
Φέτος, συμπληρώνονται 200 χρόνια από το έτος που η Μεγάλη Βρετανία αγόρασε από τον Σκώτο αρχαιοκάπηλο Ελγίνο τους αμύθητης αξίας αρχαιοελληνικούς θησαυρούς μας. Η Βρετανία όχι μόνο δεν τους επέστρεψε ακόμη στον φυσικό τους χώρο, όχι μόνο δεν ζήτησε συγνώμη για την καταστροφή που προξένησε ένας υπήκοός της, αλλά 200 χρόνια κερδίζει κάθε χρόνο αμύθητα ποσά από τους θεατές που τρέχουν να δουν τα απαράμιλλης αξίας δημιουργήματα του ελληνικού πνεύματος, πληρώνοντας ακριβό εισιτήριο.
Όλα τα μουσεία της Ευρώπης είναι γεμάτα από ελληνικά αριστουργήματα που αποφέρουν τεράστια ποσά στις χώρες τους. Μας χρωστάνε οι φίλοι μας Ευρωπαίοι, δεν χρωστάμε, λέω εγώ σε ένα τραγούδι μου που παραθέτω το ρεφρέν του.
Δεν χρωστάμε, μας χρωστάτε, σας προσφέραμε πολλά, και η γλώσσα που μιλάτε, έχει και ελληνικά, δεν χρωστάμε, μας χρωστάτε, μας το λένε τα γραπτά, στα μουσεία σας αν πάτε, θα μας βλέπετε μπροστά, κι όποιον θέλεις, φίλε, ρώτα, σας ανοίξαμε την πόρτα και σας δώσαμε τα φώτα, τα επιστημονικά.
* Ο Δημήτρης Ρήτας είναι Φιλόλογος-συγγραφέας-στιχουργός, Δ/ντής Περιφερειακού Θεάτρου Καρδίτσας