ΠολιτισμόςΑρχείο

Το χτύπημα στο Φυλάκιο

Στη Κατοχή την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς
το «Σαράντα Τέσσερα» του τρόμου και της συμφοράς
κάποιοι αντάρτες του ΕΑΜ που πέρασαν από το Ιερό
χτύπησαν με λίγες σφαίρες το φυλάκιο το Γερμανικό.
 
Οι κατακτητές δι΄ασυρμάτου πήραν μέτρα σοβαρά
και στείλαν οπλισμένα υδροπλάνα από τον Πειραιά.
Από τ Άνάπλι ήρθανε καμιόνια γεμάτα με στρατό
και σχέδιο να κυκλώσουνε ολόκληρο το Λυγουριό.
 
Ψηλά από το νεκροταφείο και λίγο πριν απ΄τους «σταυρούς»
άρχισαν τ΄αεροπλάνα τους πολυβολισμούς και τους σκοτωμούς.
Πρώτη έπεσε νεκρή η Χριστίνα του Περίαντρου Σκοτώρη
που άφησε ορφανό τον Κώστα, ένα εξάχρονο αγόρι.
 
Πιο τυχερή στάθηκε η Μαριγώ του Γιώργη του Καψάλη
που όταν τ΄αεροπλάνα έριχναν πυρακτωμένο ατσάλι
πρόλαβε να πηδήξει από το γαϊδούρι με το μικρό της γιό
δεν σώθηκε όμως το ζώο, που πίσω τους, έπεσε νεκρό.
 
Κάποιοι μέσα σ΄αυτό το χαλασμό είπαν κάτι τρομερό:
– Ότι δόθηκε, λέει, η διαταγή «να καεί το Λυγουριό»
Όταν μάθανε οι χωριανοί πως θα βάλουνε φωτιά
τρέξαν όλοι να κρυφτούνε στα ξωκλήσια μακριά.
 
Φόρτωσαν στα ζωντανά κουρελούδες και κουβέρτες,
όλα τα μικρά παιδιά, τις γριές και τις γυναίκες.
Φόρτωσαν ταγάρια και καλάθια με φαγώσιμα αγαθά,
ψωμί, ελιές, κρεμμύδια, χυλοπίτες, τραχανά…
 
Τάισαν τα πουλερικά, ρίξανε στα παχνιά μπόλικο σανό,
βύζαξαν κατσίκια και αρνιά, γέμισαν τις γούρνες με νερό.
Σε μια πετσέτα τύλιξαν τα στέφανα και την εικόνα του Χριστού
για να μην γίνουνε προσάναμμα του αναμενόμενου εμπρησμού.
 
Κάποιοι γέροι που βάλανε στην άκρη τη ντροπή
γέμισαν κρυφά κάτι παγούρια με λαχταριστό κρασί.
Θα ήταν κρίμα να καούν τόσα βαρέλια γιοματάρια
που για δαύτα είχαν κουραστεί τόσες νιές και παλικάρια.
 
Όταν όλοι, αναβάτες, πεζοπόροι φτάσανε στις ερημιές,
για προστασία τους αδύναμους τους έμπασαν στις εκκλησιές.
Οι πιο θαρρετοί σκαρφάλωναν στους βράχους τους ψηλούς
για να δούνε πρώτοι το χωριό με τις φωτιές και τους καπνούς.
 
Ο εμπρησμός του Λυγουριού ποτέ δεν έγινε ευτυχώς
γιατί μεσολάβησε, όπως είπαν, ο Ρίχελ ο Αυστριακός.
Τους έπεισε πως το «χτύπημα» δεν το κάναν Λυγουριάτες
αλλά κάποιοι άγνωστοι και περαστικοί αντάρτες.
 
– Ευχαριστούμε τον ψηλό ξανθό στρατιώτη αναδρομικώς
ανεξάρτητα εάν ο Ρίχελ ήταν Πολωνός ή Αυστριακός.
(Δεν ήταν πάντως ούτε μοχθηρός, ούτε και Γερμανός…)
Είχε καλές σχέσεις με τους χωριάτες και απόφευγε τη βία
στο σπίτι του δε γύρισε ποτέ γιατί χάθηκε κάπου στη Σερβία…
 
-Αυτά μάθαμε, αυτά γράψαμε…
 
Λυγουριό, Μάρτιος 2017