Κούνεβα: Να σταματήσει η ομηρία των συμβασιούχων ορισμένου χρόνου
Την ώρα που ο… ταλαντούχος Ντάισελμπλουμ ανακάλυπτε ως αιτία της κρίσης στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου τη νοοτροπία των πολιτών που «σπαταλούν χρήματα σε γυναίκες και ποτά», πολίτες από την Πορτογαλία και την Ιταλία ετοιμάζονταν να έλθουν στις Βρυξέλλες, στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Χθες στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποκάλυψαν ότι στις χώρες τους υπάρχουν «βασίλεια» εργασιακής επισφάλειας για χιλιάδες εργαζόμενους, καταστρατηγώντας την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, με ευθύνη μάλιστα των κρατικών αρχών.
Στη χθεσινή συνεδρίαση της Επιτροπής συζητήθηκαν δεκάδες αναφορές καθηγητών, νοσηλευτών, υπαλλήλων της αυτοδιοίκησης και άλλων υπαλλήλων του Δημοσίου από την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία οι οποίοι καταγγέλλουν κατάφωρη παραβίαση της κοινοτικής Οδηγίας 70/1999 για την απαγόρευση κατάχρησης των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου από κρατικές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα χιλιάδες εργαζόμενοι να απασχολούνται σε καθεστώς επισφάλειας και εργασιακής ομηρίας για χρόνια, αν και στην πραγματικότητα καλύπτουν πάγιες ανάγκες. «Δεν είναι δυνατό να λειτουργεί το κράτος ως ο χειρότερος εργοδότης, η Κομισιόν προφανώς ελέγχει πλημμελώς το πώς προσαρμόζονται και εφαρμόζονται οι εθνικές νομοθεσίες στην ευρωπαϊκή νομοθεσία», τόνισε στην παρέμβασή της στην Επιτροπή Αναφορών η ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κωνσταντίνα Κούνεβα, αναφερόμενη σε ανάλογα παραδείγματα και από την Ελλάδα. Πρότεινε, μάλιστα, η Επιτροπή να διατυπώσει προφορική ερώτηση προς την Κομισιόν και να προωθήσει σχετικό ψήφισμα στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου και να ζητηθούν εξηγήσεις από την Ιταλική κυβέρνηση.
Ολόκληρη η παρέμβαση της Κ. Κούνεβα στην Επιτροπή Αναφορών έχει ως εξής:
«Η κατάχρηση των προσωρινών συμβάσεων εργασίας από φορείς του Δημόσιου τομέα δεν μας ξαφνιάζει. Το γνωρίζουμε κι εμείς στην Ελλάδα πολύ καλά. Έγιναν πολλοί αγώνες των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου που, αν και ικανοποιούσαν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, δούλευαν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου 3, 4, ακόμη και 15 χρόνια με μικρές διακοπές . Το κράτος και το δημόσιο επί χρόνια λειτουργούν σαν τους χειρότερους εργοδότες.
Μας ξαφνιάζει η καθυστέρηση της Επιτροπής. Πώς είναι δυνατό να εκκρεμεί τόσα χρόνια η εφαρμογή της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και η Κομισιόν να μην κάνει τίποτε για να ελέγξει αν ενσωματώνεται μια Οδηγία στην εθνική νομοθεσία ; Η Κομισιόν πιθανότατα ελέγχει πλημμελώς την ενσωμάτωση των Οδηγιών στην εθνική νομοθεσία. Διότι, όπως φαίνεται από τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων, οι εθνικοί νόμοι αφήνουν παραθυράκια που επιτρέπουν σε δημόσιες αρχές να παρακάμπτουν την οδηγία στην ουσία της . Ένα δικό μας παράδειγμα, στην Ελλάδα, είναι οι αναπληρωτές καθηγητές, που τυπικά οι συμβάσεις τους είναι μη συνεχείς, με αποτέλεσμα για χρόνια οι καθηγητές να καλύπτουν πάγιες θέσεις εργασίας, με τρίμηνα διαλείμματα. Άλλος τρόπος καταστρατήγησης είναι οι συμβάσεις έργου, όπως καθαρίστριες υπουργείου Οικονομικών που απασχολούνται έτσι μέχρι και 19 χρόνια!
Το θέμα που εξετάζουμε σήμερα στην Επιτροπή Αναφορών δεν αφορά μόνο μια περίπτωση, όπως φαίνεται. Έχουμε 20 αναφορές μόνο από Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία που αφορούν χιλιάδες οικογένειες . Να φανταστούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο τι συμβαίνει, πόσο είναι διαδεδομένο αυτό το φαινόμενο σκληρής εκμετάλλευσης των εργαζόμενων. Η εργασιακή ανασφάλεια, οι επισφαλείς θέσεις εργασίας συνδέονται σε πολλές χώρες με την κατάχρηση που κάνουν οι κυβερνήσεις στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που στην πραγματικότητα μετατρέπονται σε πολιτικό παζάρι και σε ομηρία .
Γι’ αυτούς τους λόγους προτείνω:
-να μείνει ανοικτή η Αναφορά νούμερο 13, 14 και15
-να σταλεί επιστολή προς την Ιταλική κυβέρνηση η οποία να εξηγήσει τους λόγους που συνεχίζει την καταχρηστική χρησιμοποίηση των διαδοχικών συμβάσεων
-Να προχωρήσουμε στην ανάθεση μελέτης και ενδεχομένως και σε ακρόαση στην Επιτροπή Αναφορών για την κατάχρηση των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου
– Και οπωσδήποτε να προχωρήσουμε ως επιτροπή στην κατάθεση προφορικής ερώτησης και σε ψήφισμα προς στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, όπως μας πρότειναν και οι καταγγέλλοντες».