Το Κοιμητήριο στο Λυγουριό
Το Κοιμητήριο στο Λυγουριό είναι στον Άγιο Δημήτρη
και κει θα είναι το παντοτινό και το μελλοντικό μας σπίτι.
Εκεί θα στήσουμε νοικοκυριό «εις μνήμην αιωνίαν»
όταν και όπως εξαντλήσουμε της ζωής μας την ταινίαν…
Το Κοιμητήριο υπάρχει από τους παλιούς καιρούς
και κει μ΄ ευλάβεια ποντίσαμε καλούς κι αγαπητούς.
Την τοποθεσία την διάλεξαν και είναι πανοραμική.
Την πιάνει ο αέρας, τη βλέπει ο ήλιος και η περιοχή.
Στο παρελθόν ευεργέτες βρέθηκαν χρήματα να δωρίσουν
και τις απαραίτητες εγκαταστάσεις να δημιουργήσουν.
Για την πρώτη «κερέσμπινη» μάντρα και τον παλιό Ναό
μνημονεύουμε : Κούκουρη και Παπαγιάννη Ανδριανό.
Τον χώρο σκιάζουν κυπαρίσσια ψηλά και πεύκα φουντωτά,
που φύτεψαν οι πρόγονοί μας από τα χρόνια τα παλιά.
Οι φυλλωσιές των δένδρων έχουνε πράσινο σκούρο χρώμα,
τη θλίψη να τονίζουνε για όσους βρίσκονται στο χώμα.
Οι τάφοι με μάρμαρα ακριβά έχουν όλοι σκεπαστεί
και η ματαιοδοξία «ενθάδε κείται» βαρέως πλουμιστή.
Η ταφική «χλιδή» κι ο ανταγωνισμός των κληρονόμων
έχει προκαλέσει τον θαυμασμόν οσίων και δαιμόνων…
Τους μήνες τους θερινούς το τοπίο είναι να το χαζεύεις,
το χειμώνα όμως να περνάς γοργά και σύντομα να φεύγεις.
Τότε εκεί σφυρίζει ο γαρμπής, μαζί του κι ο λεβάντες .
Μα σαν βρυχάται ο βοριάς, σπρώχνει και τις μάντρες.
Όταν τα χειμαρρώδη ρεύματα του αγέρα προσπερνάνε,
τα κυπαρίσσια γέρνουνε στα μνήματα και τα ρωτάνε:
-Οι ψυχές που τρέχουν βιαστικά, που τόβαλαν, που πάνε;
…κι εκείνα με βόγκο απαντάνε:
-Όταν σβήνει ξαφνικά το τρέμουλο φως του καντηλιού
με ουρλιαχτό παράπονο τ΄ αστέρια αναζητάνε…
Τότε τα κυπαρίσσια ανοίγουνε δρόμο φωτεινό
δείχνοντας στις ψυχές ν΄ ανέβουνε ψηλά στον ουρανό.
Εκείνες δεν αντέχουνε να μένουν πίσω ξεχασμένες
και οι φωτίτσες στα καντήλια τους μερόνυχτα σβησμένες.
Δεν πάνε όμως μακριά και σύντομα ξαναγυρίζουν.
Οι λάγνες μνήμες τις ακολουθούν τα μάγια τις ορίζουν.
…Του πονηρού οι μάγισσες ψέματα τους αραδιάζουν
πως τα κλεισμένα στόματα τις νύχτες κουβεντιάζουν…
Τότε οι μνήμες γυροφέρνουνε σαν άγριο μελίσσι
μήπως και βρουν τον «κλειδαρά» τα μάγια να τους λύσει.
Μήπως ένα θαύμα πίσω στη ζωή και πάλι να τις φέρει
κι ας ζητιανεύουνε ρακένδυτες με απλωμένο χέρι…
ΤΕΛΟΣ
Η λιτή στιχουργική προσπάθεια, που είχε σαν στόχο
την γνωστοποίηση ορισμένων τραγικών ή και
τραγελαφικών περιστατικών της Λυγουριάτικης ζωής
του παρελθόντος, έφτασε στο τέλος της…-Μένω με την πεποίθηση πως όλες αυτές οι γλυκόξινες
ιστορίες περιέχουν και ψήγματα κοινωνιολογικού
και λαογραφικού ενδιαφέροντος που άξιζε τον κόπο
να κοινοποιηθούν.-«Όσα λάθη κι αν είχα κάνει
τα διόρθωνε
η φιλόλογος Σοφία Γαλάνη
με κόκκινο βαθύ μελάνι…»
-Την ευγνωμονώ και την ευχαριστώ από καρδιάς.Ευχαριστώ επίσης τον εκδότη Άκη Γκάτζιο
που φιλοξένησε τα στιχάκια μου
στις σελίδες του Ναυπλιώτη «Αναγνώστη»Τέλος ευχαριστώ
όσες και όσους διέθεσαν το χρόνο τους
και διάβασαν
τις έμμετρες περιπλανήσεις μου…Αυτές οι ιστορίες, ίσως και κάποιες άλλες,
για να μην χαθούν και «πάνε στράφι»
καλό θα ήταν σ΄ ένα βιβλίο να δεθούν
για της βιβλιοθήκης μας το κάτω ράφι.
Ίδωμεν…